«Λάθος μήνυμα στην κοινωνία» δίνει η ισότητα στον γάμο, υποστηρίζει η Ιερά Σύνοδος στην επιστολή που απέστειλε στους βουλευτές.
Ως αποτέλεσμα της συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου, η πολυσέλιδη επιστολή τάσσεται για ακόμη μια φορά κατά του ΛΟΑΤΚΙ+ νομοσχεδίου, παραθέτοντας μια σειρά από ομοφοβικά επιχειρήματα.
Σύμφωνα με την επιστολή, το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου «καταργεί την πατρότητα και τη μητρότητα, ουδετεροποιεί τα φύλα στο πλαίσιο της σχέσης γονέων και παιδιών, μετατρέπει τους γονείς από πατέρα και μητέρα σε ουδετερόφιλους κηδόμενες και τοποθετεί τα δικαιώματα ομοφυλόφιλων ενηλίκων πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών, που θα επιτρέψει να έχουν ως γονείς ομόφυλα ζευγάρια και θα μεγαλώσουν χωρίς πατέρα ή μητέρα, σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των ρόλων των δύο φύλων».
Σε άλλο σημείο της επιστολής επισημαίνεται ότι «το ετερόφυλο ζευγάρι είναι φορέας της αναπαραγωγικής ικανότητας και το κατάλληλο γονεϊκό περιβάλλον για την ανατροφή παιδιών. Το ομόφυλο ζευγάρι δεν είναι φορέας αυτών των ιδιοτήτων οπότε η έλλειψη δυνατότητας απόκτησης παιδιών από αυτό αποτελεί μια δικαιολογημένα διαφορετική μεταχείριση ανόμοιων περιπτώσεων».
«Πολλοί δικαιολογούν την αναθεώρηση του γάμου με το επιχείρημα ότι το Κράτος δεν υποχρεούται να νομοθετεί κατά τα πρότυπα και τις αξίες των χριστιανών ή/και ‘’παραδοσιακών’’ πολιτών του. Ελλοχεύει εδώ μια στρεβλωτική σύλληψη του γάμου. Για την Πολιτεία ο γάμος δεν θεσμοθετήθηκε ως υπόδειγμα ζωής ή ως ηθικό αγαθό, που χορηγείται στα ετερόφυλα ζευγάρια λόγω ηθικής κανονικότητας τους», αναφέρεται.
Στη συνέχεια, ενώ η επιστολή αναφέρει ότι «με τέτοια επιλογή ο νομοθέτης δίνει λάθος μήνυμα στην κοινωνία», προσθέτει ότι η αγάπη δεν είναι αρκετή.
«Υποστηρίζεται ακόμα ότι για τα παιδιά αρκεί η παροχή αγάπης. Δεν αρκεί ωστόσο μόνο η αγάπη, αλλά απαιτούνται, μεταξύ άλλων, και το κατάλληλο περιβάλλον ανατροφής, που θα καλύπτει την ανάγκη του παιδιού για πατρική και μητρική φροντίδα, και η παροχή προτύπων των δύο φίλων. Η αντικειμενική συνθήκη της απουσίας πατέρα ή μητέρας και σύγχυσης ρόλων στα ομόφυλα ζευγάρια δεν ξεπερνιέται, ακόμα και εάν αυτά διαθέτουν συναισθηματικά, μορφωτικά ή υλικά εφόδια.
«Η μεταβολή της έννοιας του γάμου και του γονέα αφορά όλους, ενώ τα παιδιά με ομόφυλους γονείς δεν θα είναι παιδιά ειδικής κατηγορίας, ώστε να μην ενδιαφέρει η ευημερία τους την ετεροφυλόφιλη πλειονότητα της κοινωνίας.
«Δεν μπορεί τέλος η απόκτηση παιδιών να γίνει εργαλείο αντιρατσιστικής ή εξισωτικής πολιτικής υπέρ των ομοφυλόφιλων ατόμων. Υπάρχουν άλλες λύσεις, και κυρίως η καλλιέργεια παιδείας», τονίζουν.
«Πολλά ομοφυλόφιλα άτομα, που σκέπτονται υπεύθυνα, καταλαβαίνουν ότι η μη πρόβλεψη γονεϊκής σχέσης μεταξύ παιδιών και ομόφυλων ζευγαριών δεν αποτελεί αποκλεισμό ή ηθική υποτίμηση των ζευγαριών αυτών», αναφέρεται επίσης σε άλλο σημείο.
«Πολλοί δικαιολογούν την αναθεώρηση του γάμου με το επιχείρημα ότι το Κράτος δεν υποχρεούται να νομοθετεί κατά τα πρότυπα και τις αξίες των χριστιανών ή/και “παραδοσιακών” πολιτών του. Ελλοχεύει εδώ μια στρεβλωτική σύλληψη του γάμου. Για την Πολιτεία ο γάμος δεν θεσμοθετήθηκε ως υπόδειγμα ζωής ή ως ηθικό αγαθό, που χορηγείται στα ετερόφυλα ζευγάρια λόγω της ηθικής κανονικότητάς τους. Ο γάμος είναι αναπαραγωγικός και παιδοκεντρικός θεσμός που εξυπηρετεί την προοπτική της κοινωνίας και του Έθνους και το συμφέρον των παιδιών και προβλέπεται για τα ετερόφυλα ζευγάρια, επειδή είναι φυσικοί φορείς της αναπαραγωγής και συνιστούν το πλέον κατάλληλο ανθρώπινο περιβάλλον ανατροφής των παιδιών, τα οποία έχουν ανάγκη πατρικής και μητρικής παρουσίας. Οι αποτιμήσεις αυτές καθορίζονται από τος φυσικές ανάγκες των παιδιών, και όχι από την συντηρητική ηθική, ώστε να επιδέχονται εκσυγχρονισμού».
«Τόσο το Σύνταγμα (άρθρο 21) όπως ερμηνεύτηκε, όσο και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ, άρθρο 9) εγγυώνται τον γάμο μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Είναι αναληθές ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανισότητα σε βάρος των ομόφυλων ζευγαριών ως προς το δικαίωμα γάμου».