Στο Ντιτρόιτ του σήμερα, μιας χρεοκοπημένης πόλης με ανεργία και εγκληματικότητα στο φουλ, ξετυλίγεται η ιστορία τριών νέων.
Τρεις νέοι που κλέβουν σπίτια, όχι για να αγοράσουν το νέο μοντέρνο κινητό, ή να εξασφαλίσουν τη δόση τους αλλά για να ξεφύγουν από τη μιζέρια μιας ζωής που τους φέρθηκε σκληρά.
Η ταινία επικεντρώνεται κυρίως στη Ρόκι, παρότι και οι τρεις χαρακτήρες θα σε κάνουν σίγουρα να ταυτιστείς με κάποιον τρόπο, καθώς και στην Ελλάδα, η ζωή δεν απέχει πολύ από αυτό που περνάνε τα συγκεκριμένα παιδιά, η οποία αναγκάζεται να μεγαλώσει, να γίνει “αντράκι” προκειμένου να πάρει την αδερφή της από την αλκοολική μάνα, που έχει παρατήσει ο πατέρας της και να της εξασφαλίσει ένα απλό παιδικό όνειρο: να κάνει σερφ στη θάλασσα!
Το σενάριο, σχεδόν προβλέψιμο, αμερικανιά από τις πολλές. Όμως παρότι έχει προβλέψιμη πλοκή και διάλογο (ελάχιστο βέβαια) είναι δυο – τρεις ανατροπές που μπορεί και να σε κάνουν να γελάσεις. Εγώ πάντως γέλασα με δύο πράγματα (δεν θα πω πολλά): με το περιεχόμενο της κατάψυξης και τον σκύλο! Μου φάνηκαν από κάφρικα μέχρι και αστεία.
Σκηνοθετικά το βρήκα πολύ καλό και η φωτογραφία της ταινίας απλά καταπληκτική ειδικά στο δεύτερο μέρος που δεν υπάρχει φωτισμός. Η κάμερα λειτουργεί περισσότερο σαν όπλο τεχνολογίας stealth εξερευνώντας μαύρες γωνίες και κρυφές περιοχές του σπιτιού, το οποίο και καλούνται “εξ’ ανάγκης” τελικά να ληστέψουν.
Θα έλεγα ότι είναι μια απλή ταινία τρόμου, γυρισμένη σε ένα σπίτι, κάτι που μπορεί να θυμίσει Wes Craven (μη πάει το μυαλό σας κατευθείαν μόνο στο Scream, αλλά περισσότερο στο The People Under The Stairs)
Με 129 εκατομμύρια σε εισπράξεις μέχρι στιγμής, νομίζω ότι θα το θεωρήσετε σχετικά καλή ταινία και αποδόθηκε καλά από τον σκηνοθέτη Fede Alvarez. H μόνη περίεργη σεναριακή ατέλεια είναι το τέλος καθώς η ανακοίνωση της είδησης από την τηλεόραση με την εμφάνιση της ηθοποιού δε θα μπορούσαν να συνάδουν χρονικά (όταν το δείτε ίσως συμφωνήσετε μαζί μου).