Η Ρένια Λουιζίδου και η ευκαιρία μας ως κοινωνία «να μην τα κάνουμε πάλι σκατά»

Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα δεν έχει παρά να κοιτάξει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία για να καταλάβει πόσο δύσκολα και αργά αλλάζουν τα πράγματα...
Έχει παίξει κάποιους από τους πιο επιτυχημένους ρόλους στην ελληνική τηλεόραση και είναι λογικό να γνωρίζει από πρώτο χέρι όλα αυτά τα κλισέ που πολλές φορές η τηλεοπτική μυθοπλασία επιβάλλει στους γυναικείους χαρακτήρες (και όχι μόνο). Φέτος, η Ρένια Λουιζίδου πρωταγωνιστεί (για 4η χρονιά) στην παράσταση «Sexy Laundry». Και κάπως έτσι η συζήτησή μας ξεκινά…

Ας ξεκινήσουμε με την παράσταση «Sexy Laundry», στην οποία πρωταγωνιστείτε και φέτος. Τι θέλετε να πούμε γι΄αυτήν;

Ότι μιλάμε για ένα έργο που αντιμετωπίζει με πολύ χιούμορ την κρίση που περνάμε οι άνθρωποι στη μέση ηλικία, τη φθορά του χρόνου σε ένα ζευγάρι αλλά και τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο την αντιμετωπίζουμε. Στην συνθήκη του έργου το ζευγάρι αποτελείται από έναν άνδρα και μια γυναίκα. Και το αντιμετωπίζουν διαφορετικά, επειδή ακριβώς ο ένας είναι άνδρας και η άλλη γυναίκα και υπάρχει διαφορά στο πώς γίνεται αντιληπτή αυτή η φθορά. Κυρίως, γιατί η γυναίκα υφίσταται διαφορετική κοινωνική πίεση απέναντι στο φαινόμενο «χρόνος». Οπότε, τα πράγματα καταγράφονται γι’ αυτήν περισσότερο τραυματικά απ΄ότι σε έναν άνδρα, τον οποίο η κοινωνία τον βρίσκει στα 55, στα 65 «χαριτωμένο», «γοητευτικό» και «κοτσονάτο». Στη δική της περίπτωση η κοινωνία αναλώνεται σε ένα ξερό «γέρασε». Για όλους αυτούς τους λόγους αυτή είναι στα κόκκινα (σ.σ. στο έργο) και αποφασίζει να του κάνει δώρο ένα σαββατοκύριακο σε ένα ξενοδοχείο με ένα εγχειρίδιο για «σεξ για αρχαρίους». Και προσπαθεί αυτό το ζευγάρι να εκτελέσει αυτές τις ασκήσεις. Αλλά οι αντιστάσεις του είναι αυτό που παράγει την κωμωδία. Είναι ένα ωραία γραμμένο έργο, με διαυγή ματιά. Και ενώ είναι γραμμένο ως κωμωδία είναι παράλληλα και πολύ τρυφερό και με κάποιον τρόπο καταλήγει και αφορά στους πάντες. Με τον Σπύρο (Παπαδόπουλο) έχουμε καταφέρει να χτίσουμε μια πολύ στενή επαφή, και αυτός είναι ο λόγος  – πέρα από την προσέλευση του κόσμου-  που συνεχίζω και φέτος σε αυτή την παράσταση. Νεότερη όταν ήμουν απέφευγα να ξαναπαίξω το ίδιο πράγμα.

Η αλήθεια πως ακόμη και σήμερα σπάνια βλέπουμε έργα που να διαχειρίζονται τη σεξουαλικότητα των γυναικών μετά τα 50.

Η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι μονίμως «τζιζ» θέμα. Η ανδρική όχι. Επιτρέπεται. Πολλές φορές κάτι που αναπαράγεται από έναν άνδρα και έχει να κάνει με το σεξ θεωρείται «κανονικό» για την κοινωνία, όταν όμως αναπαραχθεί από μια γυναίκα, αναγνωρίζεται αμέσως ως «πικάντικο». Μας πιάνει μια σεμνοτυφία και αυτό είναι καθαρά σεξιστικό!

Εγώ ως ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο που ζει σε ομόφυλη σχέση, θα μπορέσω να ταυτιστώ με το έργο;

Πιστεύω πως «ναι». Φυσικά και σε αυτή την περίπτωση έχει ενδιαφέρον να δούμε αν πρόκειται για ένα ζευγάρι ανδρών ή γυναικών. Και εδώ θα βρούμε διαφοροποιήσεις ως προς το βίωμα του «χρόνου». Στο κομμάτι, ωστόσο, του τι συμβαίνει να βρίσκεσαι σε μια πολύχρονη σχέση που το ένα μέλος το αναγνωρίζει ως σιγουριά και αισθάνεται ασφαλές και το άλλο ως κάτι που έχει «βαλτώσει», θα βρεις απόλυτη ταύτιση.

Θα μπορούσαμε δηλαδή να αναπαραστήσουμε το ίδιο έργο με τη συμμετοχή ενός ομόφυλου ζευγαριού; Να είχατε δηλαδή συμπρωταγωνίστρια στον έργο κι όχι συμπρωταγωνιστή;

Φυσικά. Εντάξει, θα χρειαζόντουσαν ίσως κάποιες αλλαγές. Πάντως, αν ήμουν σε μια σχέση με μια άλλη γυναίκα, εκείνη θα ήξερε σίγουρα τι θα πει να είσαι γυναίκα μετά τα πενήντα (γέλια).

Αν σας ζητούσα να τοποθετήσετε μια πινέζα σε πράγματα που έχετε κάνει καλλιτεχνικά και τα αναγνωρίζετε ως σημαντικά, που θα βάζατε την πινέζα;

Αυτό είναι δύσκολο, γιατί τα πράγματα που θεωρώ σημαντικά δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητα και επιτυχημένα. Δεν έχει να κάνει καν με την επιτυχία. Μπορείς να φας τα μούτρα σου με κάτι και να πάρεις ένα μήνυμα από αυτό που, όχι πινέζα, ολόκληρο βιβλιοπωλείο θα έβαζες… Όπως και να έχει, θα έβαζα στους «Απαράδεκτους» γιατί ήταν η αρχή και με έβαλε στον χάρτη. Θα έβαζα στο «Στο νυφικό κρεβάτι» με τον Νίκο Σεργιανόπουλο. Όχι για το πολύ σουξέ που έκανε, αλλά γιατί ήταν η πρώτη φορά στο θέατρο που αισθάνθηκα ότι δικαίως πατώ τη σκηνή. Μπορώ να πω ότι μέχρι αυτή την παράσταση, ενώ είχαν περάσει 12 χρόνια στη δουλειά, είχα ακόμη δεύτερες σκέψεις με το αν έχω κάνει καλά που έγινα ηθοποιός. Εκεί αισθάνθηκα ότι είμαι στο σωστό μέρος. Θα έβαζα στο «Καφέ της Χαράς», γιατί αν και μέχρι τότε είχα βιώσει αυτό που λέμε τηλεοπτική επιτυχία, εκεί έγιναν πιο προσωπικά τα πράγματα μιας και ήμουν ο ένας από τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες. Είχα την ευθύνη. Θα έβαζα στην «Πολίτικη Κουζίνα» γιατί ήταν θυελλώδες αυτό που συνέβη. Έπαθε ο κόσμος συναισθηματική εμπλοκή και μια συλλογική μνήμη αναδύθηκε με αυτή την ταινία. Θα έβαζα επίσης στο «Τίμημα», την παράσταση με τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο, τον Σκιαδαρέση και τον Χρήστο Σαπουτζή. Ένα δύσκολο και βαρύ έργο. Δύο χρόνια απόλαυσης σκηνικής, σύμπνοιας θιάσου, απόλυτης αποδοχής από τον κόσμο, με δύσκολα πράγματα να πρέπει να γεμίσεις ένα θέατρο. Τέλος, θα έβαζα και στο «Σόι», γιατί κράτησε πάρα πολύ καιρό. Κοντέψαμε να ταυτιστούμε με τους ρόλους. Και ήταν ο πρώτος ρόλος, που με πήγε στην επόμενη ηλικία.

Τι εννοείτε;

Μέχρι τότε ήμουν το «κορίτσι που ήθελε το αγόρι». Ήμουν αυτό το κλισέ στην τηλεοπτική μυθοπλασία. Εκεί έκανα το βήμα και δεν ήμουν το κορίτσι που ήθελε το αγόρι. Και ενώ η πληροφόρηση που είχα από το περιβάλλον ήταν ότι μιλάμε για μια στιγμή που σε πληγώνει, δεν με πλήγωσε καθόλου. Να σκεφτείς όταν με πήραν τηλέφωνο για να μου προτείνουν τον ρόλο, δεν ήξεραν πώς να μου το φέρουν. Γιατί είχε να κάνει με μια γιαγιά. Βέβαια, ήταν μια λαϊκή γυναίκα που είχε παντρευτεί από τα 17. Δηλαδή τα νούμερα έβγαιναν μια χαρά με μένα (γέλια), αλλά δίσταζαν να μου το πουν για να μην προσβληθώ. Καλά, εμένα δεν με προσβάλλουν τέτοια πράγματα, το σκέφτηκα και είπα «ναι». Είχε τόσο πλάκα όλο αυτό. Αντέγραψα τη μάνα μου και την γιαγιά μου 100% και το καταευχαριστήθηκα κάνοντας τη «Χαρούλα» και επιβεβαίωσα ότι, ενώ στο θέατρο υπάρχουν πολλοί ωραίοι ρόλοι – οι ωραιότεροι ρόλοι – για τις μεγαλύτερες γυναίκες (παρότι κι αυτό ανδροκρατούμενο είναι από ρεπερτόριο), στην τηλεόραση και στο σινεμά το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο. Δεν μιλάμε απλά για στερεοτυπική αντιμετώπιση, αλλά για κάτι θηριώδες.

Έχετε απορρίψει ρόλους εξαιτίας αυτής της στερεοτυπικής αντιμετώπισης;

Φυσικά. Σχεδόν όλες οι γυναίκες μετά τα 45 στην τηλεοπτική μυθοπλασία είναι «κακούργες» και «δολοπλόκες» που χειραγωγούν. Είναι εμμονικό και ενοχλητικό αυτό το πράγμα.

Νομίζω ότι διανύουμε μια περίοδο που πρέπει να ξανακοιτάξουμε τον τρόπο, με τον οποίο εκπροσωπούνται διάφορες κοινωνικές ομάδες στην τηλεόραση και γενικότερα. Αρκετά στερεοτυπική είναι και η αντιμετώπιση των ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρων.

Δυστυχώς, μιλάμε για αλλαγές που γίνονται δύσκολα. Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα δεν έχει παρά να κοιτάξει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία για να καταλάβει πόσο δύσκολα και αργά αλλάζουν τα πράγματα. Ακόμη και σήμερα, μετά από τόσους κοινωνικούς αγώνες, το στερεότυπο είναι εδώ και μας βασανίζει. Το κρίσιμό του σημείο για μένα, ωστόσο, δεν είναι το πώς αντιμετωπίζουν αυτοί που βρίσκονται εκτός, αλλά εσύ ο ίδιος. Να μην το αναπαράγεις εσωτερικευμένα. Η εσωτερίκευση του στερεότυπου είναι που κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά. Εγώ δεν περιμένω μόνο τον άνδρα να φύγει από τη θέση του και να ξεβολευτεί. Δεν θα το κάνει. Περιμένω από εμένα, αλλά και από άλλα άτομα που βιώνουμε το στερεότυπο, να μην βάλουμε τα πόδια μας στα προηγούμενα παπούτσια και συνεχίσουμε να το αναπαράγουμε.

Δεν υπάρχει όμως και μια ευθύνη σε αυτούς που έχουν τον «πρώτο λόγο». Στους δημιουργούς των σειρών για παράδειγμα.

Υπάρχει φυσικά. Αλλά εδώ να σου πω πως δεν υπάρχει και τεράστια ευελιξία εκεί έξω. Ζητούνται συγκεκριμένα πράγματα. Αυτό που ονομάζουμε «αγορά». Ποιοι είναι αυτοί που την καθορίζουν με τη δικαιολογία ότι ξέρουν τι πουλάει; Είναι διάφοροι βολεμένοι, που τους συμφέρει. Το λέω γιατί, κάποιες φορές και η ευελιξία των δημιουργών δεν είναι μεγάλη.

Παρόλ΄αυτά, οι μεγαλύτερες τηλεοπτικές σας επιτυχίες ξέφευγαν συνήθως από αυτές τις στερεοτυπικές απεικονίσεις. Στο «Καφέ της Χαράς», για παράδειγμα.

Ναι, ήταν ένας ρόλος μπροστά για την εποχή του, αν και κανένας δεν έκανε πραγματικά focus σε αυτό. Είχε να κάνει με μια γυναίκα, τη Χαρά, που δεν ήταν ούτε επιτυχημένη ούτε οι άνδρες έτρεχαν πίσω της. Που βρέθηκε στο χωριό γιατί ο σύντροφός της την παράτησε και της έκλεψε και την επαγγελματική της ιδέα. Που είχε ένα παιδί με ένα γκέι άνδρα που βρισκόταν στην ντουλάπα. Θυμάμαι, τότε, όλοι ασχολούνταν με τα χίλια μύρια mainstream πράγματα που είχε το σίριαλ, αλλά κανείς με αυτό. Τόσο το «Καφέ της Χαράς», όσο και οι «Απαράδεκτοι» αλλά και το «Σόι» «έφαγαν ξύλο» (το καθένα στην εποχή του) παρά την επιτυχία που σημείωναν. Λίγα χρόνια μετά έγιναν «καλτ σειρές».  Πολύ εύκολα λέμε «δεν είναι ωραίο», «δεν είναι καλό», αλλά μπορεί στο τέλος τελικά αυτό που μένει να είναι η γνώμη του κόσμου κι όχι η κριτική που γίνεται «εντός χώρου» Ούτε μου πέρναγε ποτέ από το μυαλό ότι θα είμαστε στο 2024 και θα μπαίνει η λέξη «Απαράδεκτοι» στη συζήτηση. Μιλάμε για μια σειρά που έγινε το 1991.

Μιας και μιλάμε για τον καλλιτεχνικό χώρο, τον τελευταίο καιρό ακούσαμε πολλά άτομα (από αυτόν τον χώρο) να τοποθετούνται αρνητικά για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Ευτυχώς, δεν είστε ένα απ΄αυτά. Να πούμε, επίσης, ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχουν κι όλες αυτές οι εκπομπές που ρωτούν όποιον βρουν μπροστά τους.

Με ρώτησαν κι εμένα (γέλια). Προσωπικά, δεν έχω φτάσει στο σημείο να ζορίζομαι πολύ από τέτοια πράγματα, γιατί κράτησα από μικρή μία απόσταση από την πολύ καυτή δημοσιότητα. Μου δημιούργησε περισσότερο φόβο παρά απόλαυση το πρώτο της χτύπημα. Έχει μια ευχαρίστηση όλο αυτό, αλλά πολύ γρήγορα διαπίστωσα ότι το αρνητικό κομμάτι νικάει το θετικό. Και ότι αυτή η ευχαρίστηση πολύ γρήγορα γίνεται βραχνάς και περιορισμός. Και κράτησα αποστάσεις, οι οποίες δεν είναι τυχαίο, είναι και πιο ταιριαστές στον χαρακτήρα μου. Δεν είμαι και πολύ του κοινωνικού, έχω και μια ψιλή αγοραφοβία. Δεν περνάω πολύ καλά στο τουρλουμπούκι και δεν νομίζω ότι είμαι και η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου στο πολύ τουρλουμπούκι. Με φρικάρει αυτό το πολύ δημόσιο και επειδή ο πυρήνας της δουλειάς μου είναι πολύ δημόσιος, αισθάνομαι ότι όλα τα άλλα πρέπει να τα ισοφαρίζω με μια πιο ιδιωτική ζωή. Έτσι πέρασα κάποιο μήνυμα και τους έγινα βαρετή. Οπότε κάπως σταμάτησαν να ασχολούνται με το «που πάω» και το «τι φοράω» αλλά και για το «ποια είναι η γνώμη μου» για την επικαιρότητα. Με βαρέθηκαν κι αυτό με βόλευσε φοβερά. Μπορεί να έχασα και λίγο από το γκλάμουρ της υπόθεσης αλλά με άφησαν στην ησυχία μου. Αν θέλουν να ακουστεί κάτι juicy, δεν θα απευθυνθούν σε εμένα γιατί ξέρουν πλέον ότι δεν θα το πάρουν.

Τώρα μιας και μιλάμε για τα θέματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, πιστεύω ότι πρόκειται για απόψεις που έχεις ή δεν έχεις στη ζωή σου και που φυσικά δεν αρχίζουν και τελειώνουν στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Έχει να κάνει με τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο, την ανθρωπότητα, τον άνθρωπο. Και εγώ έχω μάθει να τα βλέπω όλα αυτά από τότε που ήμουν μικρή και δεν μπορώ να φανταστώ να αλλάζω τη γνώμη μου σε σχέση με αυτό. Δεν είναι ότι δεν έχω γνώμη ή ότι δεν με αφορά. Και θα την μοιραστώ, χωρίς να φοβάμαι να κρατηθώ για λόγους ισορροπίας. Είμαι πια και 58 χρονών.

Ως προς τα επαγγελματικά, τι άλλο μπορούμε να πούμε.

Είμαι και στο σίριαλ για τη ζωή της Μαρίας Κάλλας. Επίσης, τον Ιανουάριο θα βρίσκομαι στο θέατρο Αθηνά με την παράσταση «Για όνομα».

Πώς θέλετε να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη;

Επειδή άνοιξε μια κουβέντα, είναι μια ευκαιρία ως κοινωνία να μην τα κάνουμε πάλι σκατά. Να διαχειριστούμε κάπως πιο σωστά τα πράγματα. Να έχουμε κάπως το νου μας όλοι!

φωτογραφίες: Κοσμάς Κουμιανός


Sexy Laundry – Θέατρο Κάππα

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 19:00 (λαϊκή απογευματινή)Παρασκευή 21:00Σάββατο 18:00 και 21:00Κυριακή 20:00

Vasilis Thanopoulos

Από μικρός ήθελα να γίνω αστροναύτης. Εξάλλου, πάντα θυμάμαι να μου λένε ότι "πετάω στα αστέρια". Λόγω όμως σχετικής υψοφοβίας αποφάσισα να αλλάξω επαγγελματικό προσανατολισμό και να γίνω δημοσιογράφος (απ' το κακό στο χειρότερο), Μπήκα στο Πάντειο (Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού) και λίγους καφέδες αργότερα πήρα το πτυχίο μου. Έκτοτε το επαγγελματικό μου μετερίζι με έχει οδηγήσει στην πόρτα ανθρωπιστικών οργανισμών (Διεθνή Αμνηστία, Έλιξ) αλλά και πολλών έντυπων και διαδικτυακών μέσων (Esquire, Nitro, Protagon, κλπ). Η σχέση μου με το Antivirus ξεκίνησε τυχαία τον Μάρτιο του 2013. Έκτοτε έγινε λατρεία... Είτε εδώ είτε στο περιοδικό, όλο και κάπου θα με πετύχετε. Αν τώρα θέλετε να κάνετε και κάποιο σχόλιο... θα με βρείτε στο [email protected]. Cu!




Δες και αυτό!