Η Ουρανία των Αμπελοκήπων με τα μάτια της Αλεξάνδρας

Η Ουρανία αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή της τα ξημερώματα μιας καθημερινής μέρας, πριν από περίπου δύο εβδομάδες. Όλα τα sites γράψανε για τη σχέση της με κάποιον cis άντρα. Κάποια sites χρησιμοποίησαν με κακοποιητικό τρόπο το λάθος φύλο της. Το αδηφάγο κοινό αναζήτησε γαργαλιστικές λεπτομέρειες. Μόνο αναρτήσεις και δημοσιεύματα από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα ενδιαφέρθηκαν για το γεγονός ότι η Ουρανία ήταν τρανς γυναίκα. Μέχρι εκεί όμως.

Μίλησα χτες με την καλύτερή της φίλη, την Αλεξάνδρα. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει περισσότερα για την Ουρανία. Για τη ζωή της, τι σκεφτόταν, πώς ζούσε, πριν βρεθεί απαγχονισμένη στην οδό Λαρίσης, στους Αμπελόκηπους. Η Αλεξάνδρα μού είπε ότι ούτε καν η αστυνομία δεν της πήρε κατάθεση, παρόλο που είπε στους αστυνομικούς ότι μίλησαν το προηγούμενο βράδυ. Με σκοπό να την αποτρέψει από την αυτοκτονία.

Οδός Λαρίσης
Η ζωή στην οδό Λαρίσης κυλά κανονικά, σα να μη συνέβη τίποτα.

«Η Ράνια ήταν κλειστός χαρακτήρας, δεν είχε πολλούς φίλους. Τα δύο μεγαλύτερα προβλήματά της ήταν το γεγονός ότι δεν της άρεσε η δουλειά της και η μη αποδοχή από την οικογένεια». Τη ρώτησα, τι δουλειά έκανε και μου είπε ότι αναγκαστικά δούλευε ως σεξεργάτρια, για να μαζέψει τα χρήματα για τη μετάβαση, τις ορμονοθεραπείες. «Δεν της άρεσε καθόλου η δουλειά. Υπάρχουν γυναίκες που δεν τους αρέσει αυτό. Που εκνευρίζονται με τους πελάτες, δεν τους ανέχονται, δεν ανέχονται τον καθένα. Και είχε αρκετό εισόδημα από αυτό. Ζούσε αξιοπρεπώς. Είχε ολόκληρη σπιταρόνα στους Αμπελοκήπους, δεν είχε ανάγκη κανέναν. Αυτό που είχε ανάγκη ήταν η αποδοχή και μία κανονική δουλειά. Είχε προσπαθήσει να βρει δουλειά ως νοσοκόμα και ως αεροσυνοδός. Στις συνεντεύξεις ανέφερε ότι βρίσκεται σε διαδικασία μετάβασης, οπότε την απορρίπτανε.»

Η ιστορία της Ουρανίας

Η Αλεξάνδρα, που είναι και η ίδια σεξεργάτρια, μου διηγήθηκε στη βιντεοκλήση που κάναμε την ιστορία της Ουρανίας. Γεννήθηκε πριν 31 χρόνια και μεγάλωσε στο Νέο Πετρίτσι Σερρών.

Μεγάλωσε στο χωριό σε μια συντηρητική οικογένεια, σε μία πολύ κλειστή κοινωνία. Στα 18 της έφυγε και πήγε να σπουδάσει στο ΤΕΙ Νοσηλευτικής στις Σέρρες. Έπειτα πήγε στο στρατό να δουλέψει ως ΕΠΟΠ, με ειδικότητα υγειονομικού. «Δεν μας είχε μιλήσει για την περίοδο που δούλευε στον στρατό. Έφυγε από εκείνη τη δουλειά στα 6 χρόνια. Είχε ήδη κατέβει στην Αθήνα, καθώς δούλευε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο 401. Εμείς, με τον σύντροφό μου, τη γνωρίσαμε μετά, αφού σταμάτησε από εκεί.

Ξεκίνησε τη φυλομετάβαση αμέσως μετά τον στρατό. Παράλληλα, για να καλύψει τα έξοδα, έβαλε αγγελίες στο ίντερνετ για σεξ επί πληρωμή. Αρχικά ως crossdresser. Πριν τρία χρόνια, μάλιστα, όταν είχε ψηφιστεί η Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου, έκανε τη διόρθωση και στα χαρτιά της.

Εμείς τη γνωρίσαμε πριν 4 χρόνια. Έμενε Αμπελοκήπους, στην οδό Λαρίσης 9-11 και το μεγάλο της πρόβλημα ήταν από τότε το να βρει δουλειά. Είχε ψάξει για αεροσυνοδός, είχε δώσει συνέντευξη, έψαχνε συνέχεια.»

Δεν έβρισκε δουλειά

Ρωτάω την Αλεξάνδρα για ποιο λόγο δεν έβρισκε δουλειά: «Την είχαν κόψει και για την ταυτότητά της, γιατί δήλωνε ότι βρίσκεται σε διαδικασία επαναπροσδιορισμού φύλου. Και ως νοσηλεύτρια και ως αεροσυνοδός στην Aegean που είχε πάει για συνέντευξη, της το είχαν πει. Ότι για αυτόν τον λόγο δεν μπορούσαν να την πάρουν.»

Τον 63χρονο cis άντρα τον γνώρισε μέσα από τις αγγελίες στο ίντερνετ τον Νοέμβριο, μέσα στην καραντίνα. Ήταν πελάτης της Ουρανίας, μου λέει η Αλεξάνδρα. «Όμως αυτός κατάλαβε τον πόνο της και τον καημό της να βρει μία δουλειά κι άρχισε να της υπόσχεται ότι κάπου θα τη βάλει. Συνέχισε να δουλεύει ως σεξεργάτρια, παράλληλα.» 

Και προσθέτει: «Οικονομικό πρόβλημα δεν είχε, είχε πάρει και κάποια χρήματα από τον στρατό. Δε χρωστούσε πουθενά, ζούσε πολύ καλά στην Πανόρμου. Δεν της έλειπε τίποτα, ούτε τα ρούχα, ούτε τίποτα. Όλα τα λεφτά τα έβγαζε από τη συγκεκριμένη δουλειά, αλλά δεν το ήθελε. Ήταν μετρημένες οι παρέες της.» 

Λαρίσης 9-11
Στη γειτονιά δεν ήθελε «να δίνει δικαιώματα. Ντυνόταν καθωσπρέπει. Ήθελε να περνάει ως δικηγόρος, ως μία επαγγελματίας δυναμική γυναίκα.»

Όπως μου λέει επανειλημμένως, η Ουρανία ήταν κλειστός χαρακτήρας. Στη γειτονιά δεν ήθελε «να δίνει δικαιώματα. Ντυνόταν καθωσπρέπει. Ήθελε να περνάει ως δικηγόρος, ως μία επαγγελματίας δυναμική γυναίκα.»

«Πάντα η Ράνια ήθελε να περάσει κάτι άλλο έξω και το πετύχαινε, πάντα ήταν κοκέτα, με τα τακούνια της, κρατούσε χαρτοφύλακα, φόραγε τα γυαλιά της», παρεμβαίνει ο σύντροφος της Αλεξάνδρας στη βιντεοσυνομιλία μας.

Και η Αλεξάνδρα συνεχίζει:

«Αλλά πρώτα ήρθε η καραντίνα. Μετά ήρθε αυτός ο άντρας που την εκμεταλλεύτηκε. Η ίδια αναζητούσε σίγουρα κάτι σταθερό, παρόλο που συνέχιζε τη δουλειά. Δεν την ενδιέφερε, όμως, να βρει κάποιον να τη συντηρεί οικονομικά, όπως γράφτηκε. Προφανώς αυτός είδε το πρόβλημά της και την εκμεταλλεύτηκε.»

Το είχε πει ότι ήθελε να αυτοκτονήσει

«Αυτή τον ερωτεύτηκε, αυτός είδε ότι κόλλησε μαζί του. Κάποια στιγμή πιαστήκανε στα χέρια. Με αυτόν είχε μαλώσει τουλάχιστον 2 εβδομάδες πριν το μοιραίο συμβάν». Σίγουρα είχε φτάσει να έχει κατάθλιψη, συμπεραίνει, αλλά δεν το έλεγε σε κανέναν.

Μία μέρα πριν δώσει τέλος στη ζωή της είπε στην Αλεξάνδρα ότι: «Θα αυτοκτονήσω, μου ‘ρχεται να πάρω φόρα και να πέσω από τον 4ο. Δεν με αγαπά κανείς. Και τον -τάδε- που βρήκα… (σ.σ. αναφορά στον 63χρονο) μου έλεγε… είχε αρχίσει να πιστεύει ότι την κορόιδευε.

Με τη μάνα της ήταν ο μεγαλύτερος πόνος της που δεν την είχαν αποδεχτεί. Μιλούσε λίγο με τον μικρό της αδερφό που έμενε εδώ στην Αθήνα. Τον βοήθησε όταν ήρθε πριν ένα χρόνο. Μου έλεγε ότι ήρθαν πιο κοντά.»

Ούτε η Αλεξάνδρα ούτε ο σύντροφός της μπορούσαν να γνωρίζουν πόσο κοντά ήταν στην οικογένειά της η Ουρανία. Αυτό που ήξεραν όμως ήταν το παράπονό της: «Είχε γνωρίσει τη μητέρα μου, ήξερε ότι με αποδέχεται όπως είμαι. Πριν τη γνωρίσει, μου έλεγε “είσαι πολύ τυχερή” και την πιάνανε τα κλάματα και το παράπονο κι έλεγε “εμένα γιατί να μη με θέλουν”. Μου είχε δώσει ρούχα να τα δώσω στη μητέρα μου.»

Η Αλεξάνδρα δε θέλει για κανέναν λόγο να επιρρίψει ευθύνες στη μητέρα της Ουρανίας, αλλά θέλει να πει ότι «πρέπει να έχουν τύψεις που δεν την αποδέχτηκαν. Δεν τα λέω αυτά για να βγει η οικογένεια ο φταίχτης. Ξέρω πόσο δύσκολο είναι και ειδικά αν είσαι από χωριό.»

Η τελευταία συνομιλία

Την ξαναρωτάω για την τελευταία φορά που μιλήσανε με την Ουρανία. Ήταν με βιντεοκλήση μέσα από το Facebook: «Είχαμε δύο εβδομάδες να μιλήσουμε. Δύο ώρες στο τηλέφωνο. Προσπαθούσα να την ηρεμήσω. Τη νύχτα εκείνη, ξημερώματα, μου στέλνει “συγνώμη, δεν άντεξα, κάνε τα όνειρα πραγματικότητα και για τις δύο μας, γιατί εγώ δεν τα κατάφερα”.

Έβλεπε ότι εγώ προσπαθώ, γιατί κι εγώ σεξεργάτρια είμαι και προσπαθώ, και της έλεγα να κάνουμε κάτι δικό μας. Για να ξεφύγουμε.

Στις 7 το πρωί το είδα το μήνυμα. Την πήρα τηλέφωνο και το είχε κλειστό, ανησύχησα, την αναζήτησα. Το επόμενο βράδυ το μάθαμε από το ίντερνετ. Μου κόπηκαν τα πόδια, τσίριζα, δεν μπορεί να το έκανε, λέω, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Νόμιζα για μια στιγμή ότι μπορεί να το έκανε στα ψέματα, για να γυρίσει ο -τάδε- (σ.σ. ο 63χρονος).

Πήγαμε με το μηχανάκι Πανόρμου, πριν καν χτυπήσω τα κουδούνια, μπήκε μια γειτόνισσα. Τη ρώτησα για τη Ράνια που έμενε στον 4ο και μου είπε “πάει το πουλάκι μου, μόνο του τόσα χρόνια, 9.30 το πρωί τη βρήκανε”. Άλλες πληροφορίες δεν είχα, δε μου έδωσε καμία πληροφορία η αστυνομία.

Μου είπαν “μόνο αν το επιτρέψει η οικογένεια. Εμείς δεν μπορούμε να δώσουμε τηλέφωνα”. Από τον Ευαγγελισμό μάθαμε ότι 2.30 την πήγανε εκεί το μεσημέρι και 4.30 την παρέλαβε η μητέρα της και πήγανε στο χωριό και υποθέτω ότι την έθαψαν εκεί.

Δυο μέρες δεν ήμουν σε αυτό τον κόσμο, δεν έτρωγα, έκλαιγα, δεν μπορούσα να τη βρω, να είναι φίλη σου, να βρεις πού θα τη θάψουν, να την κλάψεις, να ρίξεις ένα λουλούδι.

Δεν ήξερα κανέναν.

«Τα περισσότερα άτομα είμαστε διωγμένα από την οικογένεια»

«Πριν αυτοκτονήσει έσβησε όλες τις αγγελίες, το instagram, το facebook, τα έσβησε όλα. Είχε μιλήσει και με τον δικηγόρο. Και με τη φίλη της, που γράψανε στα sites και με τον κ. -τάδε- (σ.σ. τον 63χρονο). Τους ρώτησα τους αστυνομικούς, θα πάρετε κατάθεση; Μέχρι τώρα δε με έχει ρωτήσει κανείς. Από ό,τι ξέρω έχει κλείσει η υπόθεση και η Ουρανία έχει οριστεί ως αυτόχειρας.»

Όση ώρα μου μιλά η Αλεξάνδρα, είναι δύσκολο να συγκρατήσει τη συγκίνησή της. Τη μία στιγμή δακρύζει, την άλλη συνέρχεται, αλλά όλη την ώρα τα μάτια της προδίδουν τη στενοχώρια της.

Παραδέχεται ότι «κι εμένα με κηνυγήσανε, αλλά στο τέλος τα κατάφερα, είχα τη μητέρα μου δίπλα. Δυστυχώς, τα περισσότερα είμαστε άτομα διωγμένα ξεκινώντας από την οικογένεια.»

Με ευχαρίστησε μόνο που ενδιαφέρθηκα να μάθω την ιστορία της Ουρανίας των Αμπελοκήπων.

Πέτρος Αλεξανδρής

Στο Δημοτικό, όταν η δασκάλα μας έβαλε "Σκέφτομαι και γράφω" να πούμε τι θέλουμε να γίνουμε όταν μεγαλώσουμε, απάντησα: Πρώτα γιατρός και όταν γεράσω περιπτεράς. Από μικρός μου άρεσε η ποικιλία και τη σύνταξη ούτε καν που τη σκεφτόμουνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκα ερασιτεχνικά με σχολικές εφημερίδες και όταν πέρασα στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ άρχισα να δουλεύω κανονικά στον ειδικό τύπο σχεδόν από το πρώτο έτος. Το Αntivirus το αγαπάω όπως ο Αθηναίος το χωριό του. Ενώ είμαι αναγκασμένος να ζω από την κανονική μου δουλειά, το Antivirus είναι η πραγματική δημοσιογραφία και το ρεπορτάζ που θα ήθελα να κάνω. Από το 2007 υπάρχει αυτή η σχέση αγάπης.




Δες και αυτό!