«Τα παιδιά που εμφανίζουν φυλοδιαφορετικότητα δεν είναι και δεν πρέπει να είναι αόρατα. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ανεπιθύμητα και μάλιστα από θεσμούς και υπηρεσίες!»
Με αυτόν τον τρόπο οι «Υπερήφανοι Γονείς»ενημέρωσαν πριν λίγες εβδομάδες για μια υπόθεση τραυματισμού και κακοποίησης ενός ανήλικου παιδιού και της μητέρας του, από αυτές που σπάνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αναδεικνύουν τον τρανσφοβικό υπόβαθρο των θεσμών και των υπηρεσιών στη χώρα μας.
Ξεκινώντας, να πούμε ότι «Υπερήφανοι Γονείς» είναι μια συλλογικότητα που αποτελείται από γονείς που έχουν ΛΟΑΤΚΙ+ παιδιά «με στόχο την υποστήριξη, την ενδυνάμωση, την κοινωνικοποίηση και η πληροφόρηση των γονέων», έτσι ώστε να σταματήσει η ανακύκλωση αρνητικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων γύρω από τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα, έκφραση και τα χαρακτηριστικά φύλου.
Η υπόθεση
Όπως αναφέρεται και στο δελτίο τύπου της ομάδας (συνυπογράφεται από ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεις) η υπόθεση αφορά στη δικαστική διαμάχη μιας μητέρας, η οποία έχασε την επιμέλεια του -νεαρού- παιδιού της, επειδή αποφάσισε να σεβαστεί τον αυτοπροσδιορισμό του, επιτρέποντάς του να χρησιμοποιεί τα ρούχα αλλά και τις αντωνυμίες που επιθυμεί (και που δεν συμφωνούσαν με το φύλο που το αποδόθηκε κατά τη γέννηση).
Αυτό στάθηκε η αφορμή για τον πατέρα του παιδιού – είχε ήδη χωρίσει με τη μητέρα – να επιτεθεί νομικά στη μητέρα με τον (σ.σ. παράλογο) ισχυρισμό του ότι η μητέρα «έσπρωχνε το παιδί στη θηλυκή έκφραση φύλου». Ισχυρισμός που φαίνεται να έγινε δεκτός από το δικαστήριο, αναθέτοντας στον πατέρα την επιμέλεια του παιδιού (και του μεγαλύτερου αδερφού του), χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποιο επιστημονικό στοιχείο στο οποίο να βασίζεται η απόφαση αυτή.
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι το παιδί ζούσε ομαλά με τη μητέρα, η οποία φρόντιζε να δημιουργεί ασφαλή περιβάλλοντα εντός και εκτός του σπιτιού, παρέχοντας πάντα την ελευθερία του αυτοπροσδιορισμού(και όχι επιβάλλοντας κάποια συγκεκριμένη ταυτότητα). Στην προσπάθειά της, μάλιστα, να ενδυναμώσει το παιδί, αναζήτησε και ήρθε σε επαφή με επαγγελματία ψυχικής υγείας (με γνώσεις γύρω από ζητήματα ταυτότητας φύλου). Μια προσπάθεια, ωστόσο, που δεν ολοκληρώθηκε λόγω της μη συνεργασίας του πατέρα.
Παρόλ’ αυτά ο πατέρας, εκμεταλλευόμενος τη μεροληπτική (υπέρ του) στάση των κοινωνικών υπηρεσιών και την έλλειψη ορθής ενημέρωσης γύρω από ζητήματα ταυτότητας φύλου, κατάφερε να διεκδικήσει και να κερδίσει την επιμέλεια του παιδιού, παρά το γεγονός ότι η σύγχρονη επιστήμη στέκεται αντίθετη με τους ισχυρισμούς που θέλουν κάποιο άτομο να μπορεί να επιβάλλει μια συγκεκριμένη ταυτότητα ή έκφραση φύλου σε ένα άλλο άτομο.
Αντ’ αυτού το δικαστήριο, επηρεασμένο (ίσως) από την anti-woke προπαγάνδα και τις προσπάθειες του πατέρα να πλήξει την ικανότητα της μητέρας ως κηδεμόνα αλλά και ως επαγγελματία (σ.σ. επιστήμονας στον χώρο της ψυχικής υγείας) κατέληξε στην οδηγία για υποχρεωτική «ουδετεροποίηση» του παιδιού.
«Ουδετεροποίηση» ή «ουδέτερη στάση» σημαίνει να μην αποκαλείται το παιδί με το επιθυμητό όνομα και τις αντωνυμίες, και να μη φορά τα ρούχα που επιθυμεί (αν π.χ. είναι «κραυγαλέα κοριτσίστικα»), αλλά να αποκαλείται με τρόπο που το παιδί να μην ταυτίζεται με ένα συγκεκριμένο φύλο. Μια απόφαση που προκαλεί εντύπωση, αφού φαίνεται να αναγνωρίζει τη ασυμφωνία του παιδιού ως προς το φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννηση, χωρίς ωστόσο να του δίνεται η δυνατότητα να εκφράσει την ταυτότητα φύλου που βιώνει και δηλώνει. Ακόμη χειρότερα, αν και στην οδηγία υπάρχει η πρόταση για «υποστήριξη του παιδιού σύμφωνα με το διερευνητικό μοντέλο», όπως τονίζουν και οι Υπερήφανοι Γονείς, «δεν συνέδραμε την Εισαγγελία κάποιος ειδικός».
Διάβασε επίσης
Στη συνέχεια και παρά τις προσπάθειες της μητέρας να στηριχθεί ψυχολογικά το παιδί από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας και υπό το φόβο ότι το παιδί θα βιώσει αρνητικά συναισθήματα σε ένα περιβάλλον που δεν θα γίνεται αποδεκτή η ταυτότητα φύλου του, η εισαγγελία κατέληξε να διατάξει προσωρινή απαγόρευση επικοινωνίας της μητέρας με το παιδί, «επειδή δεν συμμορφώθηκε προς την οδηγία της για υποχρεωτική “ουδετεροποίηση” του φύλου του παιδιού».
Όπως αναφέρουν και οι Υπερήφανοι γονείς, «η εν λόγω απαγόρευση επικοινωνίας φαίνεται να έχει ως στόχο τη μεταστροφή του παιδιού και ειδικά στο σχολικό περιβάλλον, μιας και η οδηγία “ουδετεροποίησης” από την πλευρά του πατέρα, σύμφωνα με τη μητέρα, δεν τηρήθηκε ποτέ, χωρίς καμία απολύτως συνέπεια για αυτόν. Με άλλα λόγια, ο πατέρας αποκαλεί το παιδί με το μη επιθυμητό όνομα και το υποχρεώνει να φορά αγορίστικα ρούχα. Και όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που το παιδί έχει ήδη αναγνωριστεί ότι παρουσιάζει ασυμφωνία φύλου!».
Εξάλλου, αν η ουδετεροποίηση είναι τόσο σημαντική στην ζωή του παιδιού, ώστε η μη τήρησή της να οδηγεί σε διακοπή επικοινωνίας με την μητέρα, «εξίσου σημαντική δεν θα έπρεπε να είναι και σε κάθε άλλο κοινωνικό ή εκπαιδευτικό περιβάλλον, ιδιαίτερα στο σχολείο;», αναρωτιέται η μητέρα.
Η μητέρα έχει καταγγείλει, επίσης, τη στάση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας για «αυθαίρετα συμπεράσματα αλλά και για μη ορθή ενημέρωση γύρω από ζητήματα που σχετίζονται με την έκφραση φύλου». Στο πλαίσιο αυτό, απέστειλε πρόσφατα προς αυτή και εξώδικη δήλωση. Παράλληλα, έχει, εκφράσει τις έντονες ανησυχίες της για τη διαδικασίες σχετικά με την ψυχιατρική εκτίμηση του παιδιού τόσο στο Συνήγορο του Παιδιού και την Εισαγγελία ανηλίκων, όσο και στο σχετική μονάδα υγείας, χωρίς ωστόσο κάποια αποτέλεσμα.
Όπως είναι φυσικό, όλα αυτά έχουν επιβαρύνει δραματικά την ψυχική υγεία της μητέρας, η οποία έχει να διαχειριστεί πέρα από την «απώλεια» των παιδιών της και την έντονη ανησυχία για τον μέλλον τους, και τη διαπόμπευση που έχει προκληθεί μετά την αναγνώριση του κακοποιητικού αφηγήματος – από το δικαστήριο- του πατέρα. Κάτι που έχει πλήξει τόσο την προσωπική όσο και την επαγγελματική της ζωή, μιας και στην προσπάθειά της για αναζήτηση του καλού του παιδιού και της οικογένειά της αντιμετωπίζεται ως άτομο που «προκαλεί προβλήματα και φασαρίες» και υπό αυτό το ασαφές κουτσομπολίστικο σχόλιο αποστερείται δικαιωμάτων δικών της και του παιδιού της
Παρόλ΄αυτά επιθυμεί, μέσα και από το δελτίο τύπου των Υπερήφανων Γονέων να ενημερώσει αλλά και να ευαισθητοποιήσει σχετικά με τις δυσκολίες των γονέων, οι οποίοι – κόντρα στην τρανσφοβική πραγματικότητα – επιθυμούν να στηρίξουν τις ταυτότητες των παιδιών τους, σύμφωνα και με την σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση. Επίσης, να καταδείξειτο πώς σε μια χώρα που έχει ψηφίσει την απαγόρευση των «θεραπειών μεταστροφής» για ανήλικα, οι θεσμοί και η δικαιοσύνη καταλήγουν σε αποφάσεις που συνηγορούν υπέρ τους.
Ταυτότητα φύλου & σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα
Το «Orlando LGBΤ+» είναι ένας επιστημονικός φορέας που ασχολείται εξειδικευμένα με την ψυχική υγεία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στη χώρας μας. Στόχος του η αυξανόμενη επιμόρφωση των ειδικών ψυχικής υγείας και στη χώρα μας σε θέματα σεξουαλικού προσανατολισμού, χαρακτηριστικών και ταυτότητας φύλου μέχρι την οριστική απαλοιφή κάθε αντιεπιστημονικής πρακτικής από ψυχολόγους, ψυχιάτρους και ψυχοθεραπευτές σε βάρος της ψυχικής υγείας και ευημερίας των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων και του περιβάλλοντός τους. «Η ταυτότητα φύλου, που είναι μια βαθιά εσωτερική αίσθηση για τον εαυτό και βασίζεται στον αυτοπροσδιορισμό, δεν αλλάζει με εξωτερικές παρεμβάσεις (από την οικογένεια, το σχολείο ή κάποιο κλινικό πλαίσιο), και μπορεί η αναγνώριση ή η διερεύνηση γύρω από αυτή να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία» ξεκαθαρίζει ο επιστημονικός φορέας, σχετικά με την ταυτότητα φύλου και το κατά πόσο αυτή μπορεί να «επηρεαστεί» από το περιβάλλον ενός ατόμου και κυρίως ενός παιδιού. Αντιθέτως, τονίζει ότι: «τα πλέον πρόσφατα και έγκυρα ερευνητικά δεδομένα σταθερά και με συνέπεια υποδεικνύουν ότι η βέλτιστη προσαρμογή και ευζωία των παιδιών μακροπρόθεσμα επιτυγχάνεται όταν ακολουθείται μία επιβεβαιωτική προσέγγιση (ή επιβεβαιωτικό μοντέλο)».
Ζητάμε να μάθουμε περισσότερα γι΄αυτό και πιο συγκεκριμένα για το ποια θα πρέπει να είναι η στάση των γονέων στα ζητήματα που σχετίζονται με την ταυτότητα φύλου των παιδιών τους. «Όταν το παιδί εκφράζει την ταυτότητα φύλου του, η αντίδρασή τους πρέπει να είναι υποστηρικτική. Ο τρόπος με τον οποίο ένα παιδί εκφράζει το φύλο του μπορεί να είναι μέσα από το όνομα και τις αντωνυμίες που επιλέγει, τα ρούχα, ή και τα γενικά ενδιαφέροντά του… Η άνευ όρων αγάπη και αποδοχή των γονέων είναι καθοριστική για την ψυχική υγεία όλων των παιδιών, ανεξαρτήτου του φύλου τους. Είναι κρίσιμο οι γονείς να προσπαθούν να κατανοήσουν, να αναγνωρίζουν και να σέβονται την εμπειρία και το βίωμα των παιδιών. Σε περιπτώσεις τρανς παιδιών αυτό περιλαμβάνει το να αποδέχονται οι γονείς το όνομα, τις αντωνυμίες (δηλαδή τον έμφυλο προσδιορισμό), τα ρούχα και τις δραστηριότητες που προτιμά το παιδί… Οι γονείς οφείλουν να υπερασπίζονται και να στηρίζουν το παιδί τους ενάντια στην κακομεταχείριση και τις διακρίσεις, σε όποιο πλαίσιο εμφανίζονται. Και εδώ τα τρανς παιδιά δεν αποτελούν εξαίρεση».
Σεβασμός στην ταυτότητα φύλου, σεβασμός στην ψυχική υγεία
Η απόφαση του δικαστηρίου στην υπόθεση της μητέρας φαίνεται να απομακρύνεται αρκετά από το «επιβεβαιωτικό μοντέλο» για το οποίο μάς μιλά ο επιστημονικός φορέας (και προκύπτει από τις πιο πρόσφατες θέσεις και κατευθυντήριες γραμμές του Αμερικανικού Συλλόγου Ψυχολόγων – Μάρτιος 2020, όπως και από το σχετικό ψήφισμα της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας). Γεγονός που διεγείρει ανησυχητικά ερωτήματα σχετικά με την ψυχική υγεία του παιδιού.
Ρωτάμε τον Orlando LGBT+ για το πώς μπορεί να επηρεαστεί η ψυχική υγεία ενός παιδιού που δεν του επιτρέπεται να εκφράσει την ταυτότητα φύλου που βιώνει:«Μελέτες και κλινικά περιστατικά στην βιβλιογραφία δείχνουν ότι η στέρηση της δυνατότητας έκφρασης της έμφυλης ταυτότητας ενός παιδιού με τον επιθυμητό για αυτό τρόπο δεν οδηγεί σε κάποια αλλαγή του βιώματός του. Αντιθέτως, λόγω αναπτυξιακών διαδικασιών που έχουν να κάνουν με την ψυχική υγεία του παιδιού οδηγεί σε μια πιο γενικευμένη εσωτερίκευση απόρριψης και μη αποδοχής από τους γονείς, ότι το ίδιο είναι άρρωστο ή λάθος. Τέτοια ακύρωση του υποστηρικτικού ρόλου της οικογένειας μπορεί να οδηγήσει σε μετέπειτα δυσκολίες στη σύναψη κοινωνικών δεσμών. Τα αποτελέσματα αυτών είναι δυνάμει καταστροφικά και κυμαίνονται από έντονη συμπτωματολογία άγχους και κατάθλιψης, άρνηση να πάει στο σχολείο και σχολική διαρροή έως αυτοτραυματισμούς και αυτοκτονικότητα… Υποτιμητική ή επικριτική στάση γύρω από ζητήματα ταυτότητας φύλου μπορεί να επιβαρύνουν αρνητικά το παιδί/έφηβο άτομο όπου και να συμβαίνουν, ιδιαίτερα όμως όταν εκκινούν και συμβαίνουν μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο».
Έκκληση για υποστήριξη
Σε μια προσπάθεια να υπάρξει περισσότερη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση γύρω από την υπόθεση, ξεκίνησε στο διαδίκτυο μια εκστρατεία συλλογής υπογραφών από μια ομάδα ανεξάρτητων επαγγελματιών ψυχικής υγείας. Το κείμενο της εκστρατείας σημειώνει: «καλούμε την πολιτεία, τις δικαστικές αρχές και της υπόλοιπη επιστημονική κοινότητα να υποστηρίξει την ανάπτυξη του εν λόγω παιδιού και όλων των άλλων σαν κι αυτό με όρους ισότητας και φροντίδας μέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον και σε συνεξέλιξη με τα αδέλφια τους, και να μην ενισχύσει την αντιδικία και την αντιπαράθεση μεταξύ των γονέων με αποφάσεις που δεν λαμβάνουν υπόψιν τους τα παραπάνω ως βασικούς πυλώνες της επιστήμης της ψυχολογίας παιδιού και εφήβου. Ο σεβασμός της φυλοδιαφορετικής έκφρασης ενός παιδιού οποιασδήποτε ηλικίας δεν αποτελεί ένδειξη κακοποίησης ή χειραγώγησης, αλλά κατανόησης και ασφαλούς συναισθηματικού περιβάλλοντας και είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης της όποιας φυλοδιαφορετικής έκφρασης, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο και τα επιστημονικά δεδομένα. Είναι αναγκαίο να πάψει η ποινικοποίηση του υποστηρικτικού γονέα άμεσα!»