Το Φαινόμενο Γκρούεν αναφέρεται στη στιγμή που κανείς αποπροσανατολίζεται μέσα στην εξιδανικευμένη πραγματικότητα ενός εμπορικού χώρου, ξεχνά την αρχική του πρόθεση και ψωνίζει παρορμητικά. Σ’ ένα ελεγχόμενο περιβάλλον, χωρίς παράθυρα και ρολόγια, χάνει κανείς την αίσθηση του χρόνου και, μέσω της χειραγώγησης της φαντασίας του, συνδέει συνειρμικά οτιδήποτε δει με ό,τι στ’ αλήθεια επιθυμεί. Πρόκειται για την αιχμαλώτιση της προσοχής και η χειραγώγηση της επιθυμίας προς όφελος του κέρδους.
Μετά από χρόνια έρευνας πάνω στα εμπορικά κέντρα και την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου, την εικονική παρουσία, το sci-fi και την έμφυλη διάσταση της τεχνητής νοημοσύνης, η Μυρτώ Σταμπούλου ασκεί μια παρόμοια επίδραση στην προσοχή μας: Αιχμαλωτίζει τον θεατή με μεγεθυμένες φανταστικές πραγματικότητες στις οποίες κανείς εμβυθίζεται και από κει οδηγείται σε νέες διερωτήσεις. Τις πραγματικότητες αυτές μας τις παρουσιάζει στην ατομική της έκθεση «The Gruen Effect», στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη (16 Ιανουαρίου ως 8 Φεβρουαρίου).
– Τα έργα αυτής της τριετίας έχουν τη ρίζα τους στις σκέψεις και την οργή μου για τις εξουσιαστικές δομές, την κατασκευή και επιτέλεση έμφυλων ρόλων, την καταστολή κάθε προσπάθειας μετακίνησης από αυτά, αλλά και την ανάγκη για επιβίωση, επαφή κι αισθαντικότητα μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Οι φωτογραφίες αρχείου που αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τα έργα συμβολίζουν ή αντικατοπτρίζουν μια πλευρά της πραγματικότητας που δεν μπορώ να προσπεράσω και με κάποιο τρόπο πρέπει να διαχειριστώ. Ζόμπι, πορνό, φρούτα από διαφημίσεις, αδαμαντορυχείο, χρυσωρυχείο, έρημος, βουτιά σε κάδο σκουπιδιών, μια σπουδαία μποντιμπίλντερ, ο σοσιαλιστής πατέρας του εμπορικού κέντρου, fembot («θηλυκό» ρομπότ), λουλούδια που ουρλιάζουν, λουλούδι-πτώμα, διαδικτυακή φροντίδα ASMR, οθόνες τηλεόρασης, ο Οπενχάιμερ και η βομβίτσα του κ.α.: κοντά στην λογική του κολάζ, πετσόκοψα τις αρχικές φωτογραφίες για να τις συναρμολογήσω σαν απλά Φρανκενστάιν που χρειάστηκαν το καθένα μόνο δύο πτώματα. Είναι ένας πρακτικός τρόπος σκέψης γύρω από τις πηγές και τα συναισθήματα που φέρουν. Έτσι έχω την αίσθηση ή την ψευδαίσθηση ότι τα κάνω δικά μου και μέσα από αυτήν την διαδικασία τα αλλοιώνω, τα αποκαλύπτω κάτω από άλλο φως, ίσως τους ανοίγω τρύπες που μπάζουν προς άλλες κατευθύνσεις, ίσως φτιάχνω κάτι όμορφο από κάτι άσχημο, ή δείχνω μέσα στο άσχημο κάτι όμορφο εστιάζοντας με διαφορετικό τρόπο.
– Ο γενικός τίτλος ο οποίος αποφασίστηκε αφού ολοκληρώθηκε πρώτα η σειρά, και συζητώντας για τις πηγές τους και για την προηγούμενη δουλειά μου, βάζει τα υβριδικά τοπία και πλάσματα των σχεδίων μέσα στο περιβάλλον εμπορευματοποίησης και φαινομενικής ασφάλειας, άνεσης και αποχαύνωσης. Σούπερ μάρκετ και εμπορικά κέντρα: ιδανικά σκηνικά για ταινίες με Ζόμπι. Παρά τις πηγές τους και τις ιστορίες και πληροφορίες που φέρουν, ο σκοπός μου ήταν τα έργα να επικοινωνήσουν ή να μεταδώσουν στις αισθήσεις κάτι βαθύτερο κι ανεξάρτητο από τις σκέψεις κι ερμηνείες που οι αρχικές εικόνες επιδέχονταν. Φτιάχνουν μια ιστορία από μόνα τους, από τα σχήματα, τις αισθήσεις των τοπίων, τις στάσεις και τις χειρονομίες χωρίς καμία παραπάνω ενημέρωση σε σχέση με την προέλευσή τους.
– Η πληροφορία από μόνη της συνθέτει ένα επιπλέον επίπεδο ανάγνωσης αν κανείς θελήσει να το σκαλίσει. Στο πίσω μέρος του εντύπου που έχει σχεδιαστεί με αφορμή την έκθεση, υπάρχουν πολύ λίγες από τις πληροφορίες, σαν εναύσματα. Επίσης το έντυπο, το οποίο έχει σχεδιαστεί από τις εκδόσεις futura, κι αποτελεί από μόνο έργο, περιέχει τις λαμπρές δημιουργικές κειμενικές ανταποκρίσεις στα έργα της έκθεσης από την Ευγενία Τζιρτζιλάκη (σκηνοθέτη και συγγραφέα) και την Μαρία Φακίνου (συγγραφέα και μεταφράστρια). Είναι ένα συλλογικό έργο που περιέχει δουλειά ανθρώπων που είναι φίλες συνεργάτιδες και συνοδοιπόροι στη ζωή.
– Η εκμετάλλευση επιθυμίας και ανάγκης προς όφελος του κέρδους είναι πολιτική κληρονομιά όλης της δυτικής κοινωνίας και επιβάλλεται σε όλο τον πλανήτη, δεν είναι ελληνικό «προνόμιο». Η γλυκιά χαύνωση που απόλαυσε κομμάτι της μέσης τάξης στην Ελλάδα του ‘80 ‘90 είναι μακρινό παρελθόν. Όμως είναι ενδιαφέρον ότι στην Αθήνα εμπορικά κέντρα που χτίζονταν εκείνη την εποχή απέτυχαν κι ερήμωσαν, ενώ από την κρίση και μετά αντικατέστησαν τα προηγούμενα ανοιχτά εμπορικά κέντρα και έχουν γίνει πλέον κέντρα αναψυχής και κοινωνικοποίησης της «ψηφιακής γενιάς» (digital natives).
– Τι είδους κοινωνικές σχέσεις παράγονται μέσα σε χώρους που έχουν σχεδιαστεί για την μεγιστοποίηση του κέρδους; Η διακοπή της εμπορικής δραστηριότητας και παραγωγής κέρδους είναι αυτή τη στιγμή έγκλημα. Παράδειγμα η δολοφονία της Ζάκ/Ζάκι. Το δίκιο του εμπόρου, που “έχτισε το μαγαζί του με αίμα δάκρυα και ιδρώτα” είναι σύμφωνα με αυτήν την κανονικότητα πάνω από την ανθρώπινη ζωή. Η ιδιοκτησία είναι ιερή και η υπεράσπισή της δικαιολογεί τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Η εξόρυξη χρυσού είναι πάνω από την ζωή γενικά, και ανθρώπινου όντος και χλωρίδας και πανίδας, βιόσφαιρας γενικά. Η αντίσταση στην καταστροφή της βιόσφαιρας είναι «τρομοκρατία». Για να μην μιλήσουμε για τον έλεγχο στις μήτρες των γυναικών που ξαφνικά είναι ανάγκη επιτακτική να παράγουν φρέσκο εργατικό δυναμικό, τους πρόσφυγες που θαλασσοπνίγονται και στοιβάζονται σε «κέντρα φιλοξενίας», τους μετανάστες εργάτες που πληρώνονται ανάλογα με την όρεξη του εργοδότη τους αλλιώς του καταπίνουν πηγάδια, την μισθωτή σκλαβιά που αφήνει το άτομο αποστραγγισμένο από κάθε όρεξη για ζωή και πάλι δεν καταφέρνει να επιβιώσει, τα δικαστήρια που αθωώνουν φρικτά οικονομικά και ποινικά εγκλήματα μελών της οικονομικής ελίτ ή όσων εξυπηρετούν την βαθιά εξουσία και φυλακίζουν πχ μια καθαρίστρια για ένα πλαστό απολυτήριο, τα συμφέροντα βιομηχανιών που παράγουν πολέμους, τις πολυεθνικές που ανάλογα με τα συμφέροντά τους ανεβάζουν κατεβάζουν κυβερνήσεις και κατέχουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τους 2000 ανθρώπους στον πλανήτη που κατέχουν το 60% του παγκόσμιου πλούτου, αμέτρητα είναι τα ακατανόητα πράγματα που παίρνουμε ως δεδομένα. Η αυτοκαταστροφική εντροπία που ζούμε υπακούοντας στους νόμους που εξασφαλίζουν την οικονομική ανάπτυξη και μεγιστοποίηση του κέρδους είναι σουρεαλιστική. Δεν είμαστε μακριά από την δυστοπία ακραίου ελέγχου της πρώτης ταινίας του Τζώρτζ Λούκας THX 1138, στην οποία και η θρησκεία, το σεξ και η φροντίδα είναι προϊόντα αποκλειστικά επί πληρωμή και οποιαδήποτε ανθρώπινη συναισθηματική και σεξουαλική επαφή είναι σοβαρό έγκλημα. Κατά τα άλλα, «τρελάθηκε ο κόσμος στα ψυχοφάρμακα, ευτυχώς τώρα φέρανε τα σιμπιντί», είπε φαρμακοποιός στη φίλη και συνεργάτη μου Ευγενία Τζιρτζιλάκη, που το μετέφερε και στο έντυπο της έκθεσης.
– Ο λόγος που αντιδρώ σε κάποιες εικόνες δεν μου είναι πάντα 100% ξεκάθαρος. Η επιλογή των πηγών τους και ο συνδυασμός έχουν την απαρχή τους σε αυτό που είμαι, αισθάνομαι και σκέφτομαι, είναι εναλλάξ ένστικτο και συνειδητή σκέψη. Κάποιες εικόνες τις είχα ήδη στο αρχείο μου από χρόνια, κάποιες τις βρήκα στην πορεία στο ίντερνετ ψάχνοντας για κάτι πιο συγκεκριμένο. Το κάτι πιο συγκεκριμένο προέκυπτε από μια εικόνα που είχα και ήθελα να την μολύνω με κάτι άλλο. Στο τέλος κοίταζα όλες τις υβριδικές εικόνες και αποφάσιζα ποια θέλω οπωσδήποτε και αμέσως θέλω να την δουλέψω σε σχέδιο, να την κάνω μεγάλη και να την δω. Πολλές φορές έβαζα διάφορα κολάζ δίπλα-δίπλα για να αποφασίσω ποια θα υλοποιήσω σε σχέδια από τις μεταξύ τους σχέσεις. Όλα τα κολάζ με πάνω από δύο φωτογραφικές πηγές τα απέρριψα. Δεν ξέρω γιατί.
– Την ελληνική πραγματικότητα την αγγίζει από την στιγμή που ζω και αναπνέω σε αυτόν τον τόπο, και αυτό φαίνεται καθαρά και σε επίπεδο αναπαράστασης σε κάποια έργα. Η εμπειρία μου περνά και μέσα από την έμφυλη ταυτότητα. Η ελληνική πραγματικότητα είναι ιδιαιτέρως ετεροκανονική και πατριαρχική. Η έλλειψη εκπροσώπησης και διαφορετικότητας ακόμα και στους καλλιτεχνικούς χώρους είναι εντυπωσιακή. Πάντως, αν κάποιο άτομο πληροί ταξικές προϋποθέσεις και προσέχει να μην διαταράσσει πολύ άλλες όψεις της κανονικότητας ή και φροντίζει να τις ενισχύει, το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η φυλή ενίοτε συγχωρούνται. Η τρανς ακτιβίστρια Πάολα Ρεβενιώτη είχε πει κάποια στιγμή «Οι Έλληνες μισούν τους φτωχούς γκέι. Αν είσαι πλούσιος μέχρι και δήμαρχο σε βγάζουν». Δεν είναι ξεκομμένη όμως η ελληνική από τη διεθνή πραγματικότητα, όπως δεν είναι το άτομο ξεκομμένο από την κοινωνία, ή το ανθρώπινο ον ξεκομμένο από την βιόσφαιρα. Δεν έχει σαρώσει τα τελευταία χρόνια μόνο στην Ελλάδα η ακραία συντηρητικοποίηση και η καταστολή όσων δεν χωρούν ή απειλούν τη κανονικότητα, που σε κάθε τόπο έχει και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Όπου αυτή η κανονικότητα απειλείται, επιβάλλεται όλο και πιο βίαια κι απροκάλυπτα.
«Aν θέλουμε να καταστρέψουμε τις συνθήκες του αποκλεισμού μας – και τόσων πολλών άλλων – είναι από την επιθυμία να καταργήσουμε όλα αυτά που μας απομακρύνουν και μας αποξενώνουν το ένα από το άλλο και από αυτόν τον αισθησιακό κόσμο».(Από το περιοδικό Journal of Queer Time Travel, κείμενο συλλογικό από την ομάδα baedan)