Απόγευμα (μιας βροχερής) Τετάρτης στο Παγκράτι. Η Μαρία Παπαγεωργίου χαλαρή και ετοιμοπόλεμη με υποδέχθηκε στο σπίτι της για μια συνέντευξη. Αφορμή οι εμφανίσεις της στον Σταυρό του Νότου. Μια συνέντευξη που ξεκίνησε κάπως έτσι.
Ας ξεκινήσουμε από τα παιδικά σου χρόνια. Πώς ήταν;
Ήμουν ένα πολύ ευτυχισμένο παιδί. Το τρίτο στην οικογένεια. Μεγάλωσα στα Γρεβενά. Εκεί όλα ήταν πολύ κοντά και υπήρχε απίστευτα ποιοτικός χρόνος για να παίξεις στα χώματα. Μετά, ως έφηβη, μπορούσες να παίξεις μουσική, να ερωτευτείς και να βρεις τον έρωτά σου στα στέκια. Και λίγο πιο μετά να σε αφήσουν οι γονείς σου να πας στην πρώτη σου δουλειά στην ταβέρνα της πόλης. Υπήρχε αρκετός ελεύθερος χρόνος, αλλά συγχρόνως και πολλή μιζέρια. Και παράλληλα αυτή η αγωνία να γίνεις επιτέλους 18 χρόνων για να σηκωθείς να φύγεις.
Νομίζω, πώς πρέπει να φύγεις από ένα επαρχιακό μέρος για να αντιληφθείς τα “καλά” και τα “κακά” που είχε.
Ναι, γιατί όταν φεύγεις από τη λίμνη και πας στον ωκεανό έχεις πια όλη την εικόνα και μπορείς να δεις από πάνω, από ψηλά τα πράγματα. Δεν ζεις πλέον στον μικρόκοσμό σου. Παίρνεις λοιπόν την απόσταση και αρχίζεις να αναγνωρίζεις πράγματα, που όσο ήσουν στην επαρχία δεν τα έβλεπες. Όπως π.χ. ο ποιοτικός χρόνος, η οικογένεια, οι δεσμοί, η έννοια της συγχώρεσης. Όλα τα άτομα στα Γρεβενά ήταν οικεία και κανένα δεν αισθανόταν απροστάτευτο. Στην Αθήνα, κάποια στιγμή που έπαθα κάτι και σταμάτησα στη Μεσογείων, δεν βρέθηκε κανείς να με βοηθήσει. Είναι αυτό που λέει και ο Χατζιδάκις, «μη συνηθίσουμε στο τέρας». Και δεν σου κρύβω ότι υπάρχουν στιγμές που βλέπω τον ίδιο μου τον εαυτό να συνηθίζει το τέρας. Αυτό είναι το κακό που σου δημιουργεί η πόλη.
Πότε άρχισες να ανακαλύπτεις τη σεξουαλικότητά σου;
Όταν ερωτεύτηκα στο Γυμνάσιο, τον Γιάννη. Στην παρέα μου, αν και πάντα ήμουν το παιδί που μιλούσε με όλα τα αγόρια, είχα δυσκολία να εκφραστώ ερωτικά ως γυναίκα. Με τον Γιάννη, λοιπόν, ξεκινήσαμε να έχουμε μια σχέση, αλλά δυσκολευόταν μέχρι και να με φιλήσει. Μετά έκανα μια άλλη σχέση στο Λύκειο. Ο Γιάννης κι εγώ, ωστόσο, ήμασταν οι μόνοι που περάσαμε στην Αθήνα. Έτσι κάναμε παρέα και εδώ. Κολλητή παρέα. Και πάλι εγώ ένιωθα ερωτικά, ο Γιάννης όμως δεν με ήθελε. Μετά από πολλά χρόνια έμαθα ότι ο Γιάννης είναι γκέι, κάτι και που ίσως -όσο ήμασταν μαζί- ο ίδιος δεν το είχε καταλάβει για τον εαυτό του. Σκέψου πόσο καταπιεσμένο πρέπει να ήταν αυτό το κομμάτι του.
Η δική σου αντίληψη/άποψη γύρω από την ομοφυλοφιλία, ποια ήταν;
Την υποψιαζόμουν μόνο όταν έβλεπα κάποια κορίτσια με αρκετά αρρενωπή συμπεριφορά ή αγόρια με θηλυπρεπή. Αυτό είχε να κάνει και με το ότι δεν είχα ιδιαίτερη επαφή με ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Άρχιζα να αποδέχομαι και να εξοικειώνομαι με τη λεγόμενη «διαφορετικότητα» ούσα φοιτήτρια. Μέχρι τότε τίποτα. Έτσι κι αλλιώς τη «σεξουαλική Μαρία» την τοποθετώ από τα 25 μου και μετά. Τότε ήταν που άρχιζα να ερωτεύομαι, όχι με βάση τόσο τις ανάγκες μου τις συντροφικές, αλλά ακούγοντας περισσότερο το σώμα μου. Πέρασα γυμνή από καθρέφτη και αποδέχτηκα τη Μαρία στα 25 μου.
Αυτό είχε να κάνει και με το ότι μεγάλωσες σε μια επαρχιακή πόλη;
Είχε να κάνει περισσότερο με το ότι δεν είχα καθόλου σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Την πρώτη φορά που είδα γυμνό σώμα ήταν όταν ο μεγαλύτερός μου αδερφός έφερε ένα περιοδικό με γυμνές γυναίκες. Δεν είχα όλη αυτήν την επαφή που έχουν τώρα τα παιδιά που βλέπουν π.χ. Sex Education. Επίσης, δεν είχα διαμορφώσει καλά μέσα μου τα αρσενικά και θηλυκά πρότυπα, τα οποία τα γνώρισα και πειραματιζόμενη με τον εαυτό μου από τα 25 και μετά.
Και η καλλιτεχνική σου αφύπνιση πότε ξεκίνησε;
Με την ερωτική κι αυτή. Μαζί πάνε αυτά. Οι μουσικοί οφείλουμε να είμαστε ερωτικά πλάσματα. Για να μεταφέρεις τον έρωτα, την αγάπη, όλα αυτά… πρέπει να τα βιώσεις, να τα καταλάβεις. Αυτό συμβαίνει με το οτιδήποτε τραγουδάμε. Πρέπει π.χ. να καταλάβω τον Ζακ για να τον τραγουδήσω. Η κοινωνική και η πολιτική πλευρά οφείλει να υπάρχει μέσα στο τραγούδι ακόμη κι αν πρόκειται για το πιο απλό τραγουδάκι του κόσμου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά και να αλλάζεις κι εσύ κάθε μέρα.
Ήταν από την αρχή συνειδητή η απόφασή σου να ασχοληθείς με την τέχνη ή ήταν κάτι που προέκυψε στην πορεία;
“Συνειδητότατη” ήταν, αλλά έχει σημασία και πόσο ακούς το ένστικτό σου. Εγώ το άκουγα από την αρχή, αλλή η γνώμη μου δεν είχε και τόση σημασία ως παιδί, γιατί η νοοτροπία ήταν ότι έπρεπε να σπουδάσω, να πάρω ένα πτυχίο και να μετά να κάνω ό,τι θέλω. Ήρθα, λοιπόν, στην Αθήνα για να σπουδάσω Τραπεζική Χρηματοοικονομική και Διοικητική στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Τότε ήταν που ξεκίνησα να παθαίνω και τις κρίσεις πανικού, γιατί καταλάβαινα ότι κάποια πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Από νωρίς, λοιπόν, έψαχνα να βρω παρέες, να παίξω μουσική βασικά και μετά να ενσωματωθώ στην αγορά. Ξεκίνησα από τις ταβέρνες και σιγά σιγά -μετά από 6 χρόνια που ήμουν στην Αθήνα- έκανα και τα πρώτα μου δισκογραφικά βήματα.
Έγινε, ωστόσο, κάτι που γύρισε τον διακόπτη και αποφάσισες να ασχοληθείς αποκλειστικά με τη μουσική;
Για έξι μήνες δούλευα ως ασφαλίστρια. Θυμάμαι μια μέρα να βλέπω την αντανάκλασή μου στον καθρέφτη μιας τζαμαρίας και να βάζω τα κλάματα. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα το πόσο καταπιέζομαι σε κάτι που δεν είμαι εγώ. Μετά, αφού γνώρισα τον Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη που ήταν ο πρώτος τραγουδοποιός με τον οποίο συνεργάστηκα, αποφάσισα να πάω σε έναν λογιστή και να ανοίξω λογιστικά βιβλία. Πήρα και την πρώτη μου σφραγίδα που έγραφε «Μαρία Ν. Παπαγεωργίου – μουσικός» και την έβαλα σε ένα τετράδιο. Όταν την είδα στο χαρτί, έβαλα και πάλι τα κλάματα (από χαρά αυτή τη φορά). Μου άνοιξε έναν τρομερό ορίζοντα. Αποδέχτηκα τη μουσικότητα μέσα μου και αποφάσισα να βρω έναν τρόπο να βιοπορίζομαι, να ευχαριστιέμαι και να παιδεύομαι από αυτό. Και το έκανα.
Ήταν/είναι εύκολο;
Καθόλου εύκολο. Κάνεις πολλές θυσίες για να μπορέσεις να τα καταφέρεις. Δεν έχει κάρτα αυτή η δουλειά. Πρέπει και να εμπνέεσαι και να είσαι λογιστής του εαυτού σου. Πρέπει να είσαι και το προϊόν, πρέπει να ξέρεις να κάνεις και την τοποθέτηση του προϊόντος. Ειδικά, αν είσαι και κάπως πιο ξεχωριστή περίπτωση, γιατί εγώ δεν είμαι και πολύ mainstream. Επίσης, δεν είμαι και ένα πράγμα. Μπορώ να κάνω παιδικές παραστάσεις, μετά να διδάξω, να κάνω περφόρμανς με χορευτές σε αρχαιολογικούς χώρους, να κάνω μουσική για video games, να κάνω και την παραγωγή των δίσκων μου.
Μπήκες ποτέ στη διαδικασία να «οριοθετήσεις» τον εαυτό σου για να χωρέσεις κάπου δισκογραφικά;
Δεν μπορούσα να το κάνω. Και σε μια εμφάνισή μου θα δεις ότι θα πάω από το παραδοσιακό τραγούδι στη δισκογραφία μου κι από τη συνεργασία μου με τον Θεοδωράκη και τον Μικρούτσικο στους Radiohead. Αλλά, δεν τον κάνω για να το περάσω ως άποψη. Είναι ένα κομμάτι της κουλτούρας μου. Είναι το δικό μου παραμύθι. Θυμάμαι έναν ραδιοφωνικό παραγωγό που όταν ξεκινούσα μου είχε πει ότι «δυστυχώς ή ευτυχώς δεν έχεις ένα χαρακτηριστικό που να καταλάβει ο άλλος, ακούγοντας ένα τραγούδι σου, ποια είσαι, ώστε να κινητοποιηθεί και να έρθει στη συναυλία σου. Άμα έρθει όμως θα μείνει». Κι αυτός ίσως συνέβη τα τελευταία 10 χρόνια. Ξεκινήσαμε να παίζουμε με 50 άτομα και τώρα έγιναν πολύ περισσότερα. Αυτό είναι πολύ δύσκολο να το εμπορευτεί μια εταιρεία.
Ίσως και γι΄αυτό υπάρχει μια συνέπεια στις εμφανίσεις σου, όπως αυτές κάθε άνοιξη στον Σταυρό του Νότου. Θα λέγαμε ότι είναι το safe space σου;
Είναι μια συνεργασία που ξεκίνησε με πολλή πίστη και από τον Τάκη Βαρδή που έχει τον Σταυρό του Νότου. Γιατί τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολο να βγουν λειτουργικά. Και για το μαγαζί και για εμάς. Αλλά ήταν μια κοινή συμφωνία που είχαμε κάνει να το παλεύουμε μέχρι να γίνει λειτουργικό, γιατί όλο αυτό το λατρεύουμε και το αγαπάμε. Υπάρχει μια μυσταγωγία, σαν ένα ραντεβού, το οποίο και εμένα με βοηθά να επανέρχομαι πιο διαβασμένη κάθε φορά. Έγιναν ένας καθρέφτης μου, αυτές οι εμφανίσεις. Οπότε, μπορεί να κάνω πολλά και διαφορετικά πράγματα μέσα στη χρονιά, αλλά γυρίζω στον Σταυρό του Νότου για να δω ποια είμαι και αν έχω γίνει λίγο καλύτερη και ως άνθρωπος και ως μουσικός.
Και πώς το αντιλαμβάνεσαι αυτό;
Με το που θα βγω στη σκηνή. Γιατί πλέον ο κόσμος που έρχεται δεν έρχεται πια από περιέργεια. Επίσης, ο κόσμος δεν έχει πια και λεφτά. Θέλω να πω ότι δεν θα πληρώσει πολύ εύκολα για να ακούσει έναν καινούργιο καλλιτέχνη. Οπότε, όταν βγαίνω και βλέπω έναν χώρο γεμάτο χαίρομαι, γιατί πρόκειται για έναν κόσμο ο οποίος έρχεται με αγάπη.
Σε ποιους σταθμούς της καλλιτεχνικής σου πορείας θέλεις να σταθούμε; Να βάλουμε μια πινέζα;
Σίγουρα στις εκπομπές που έκανα στο Δεύτερο Πρόγραμμα επί καραντίνας. Για μένα ήταν τρομερή εμπειρία. Αναμφισβήτητα τρομερές πινέζες στην καριέρα μου είναι ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Μίκης Θεοδωράκης αλλά και όταν τραγούδησα με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου σε ένα αφιέρωμα στον Μάνο Λοΐζο. Επίσης, μια συναυλία πριν 4 χρόνια, στον κήπο του Μεγάρου, όπου με έπιασαν τα κλάματα, γιατί ήταν η πρώτη φορά που έπεσε ένα παρατεταμένο χειροκρότημα και ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ότι τα κατάφερα. Τέλος, η συναυλία μου στα Γρεβενά πριν 2 χρόνια στο θέατρο «Καστράκι». Ήταν μια φοβερή στιγμή για μένα, μια φοβερή πινέζα.
Επειδή ένιωσες να επιστρέφεις εκεί όπου μεγάλωσες;
Επειδή είχα ένα παράπονο. Ένιωθα ότι τα πράγματα που έκανα, ακόμη και μετά τον δίσκο με τον Θεοδωράκη, ο κόσμος στα Γρεβενά δεν τα αγκάλιασε ποτέ. Αυτό με έκανε να νιώθω τρομερή μοναξιά. Και η αλήθεια είναι ότι έγινε ένα τρομερό «κλικ» στον κόσμο σε εκείνη τη συναυλία και γέμισε το θέατρο. Ήταν μια πολύ συγκινητική στιγμή.
Έχω παρατηρήσει ότι σε ρωτούν συνέχεια για το πολιτικό τραγούδι. Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;
Μάλλον, γιατί είμαστε αρκετά απολιτίκ ως γενιά και έχουμε μάθει -ως καλλιτέχνες- να περιορίζουμε την έννοια της προσφοράς μας στην τέχνη, στο αν θα τραγουδήσουμε καλά ή αν θα κάνουμε μια επιτυχία. Η καθολική, ωστόσο, έννοια του καλλιτέχνη επιβάλλει να αφουγκράζεται την κοινωνία και να είναι ένα βήμα μπρος, πριν από αυτό που αντιλαμβάνεται ο μέσος πολίτης, έτσι ώστε να μπορέσει να τον μετακινήσει ή να τον προειδοποιήσει. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει ως καλλιτέχνης να έχεις έναν κοινωνικό και πολιτικό λόγο. Αυτό στις μέρες μας – που πολύ εύκολα μπορεί να σε κατακρεουργήσουν για κάτι που θα πεις- φέρει και ένα πολύ μεγάλο κόστος. Εγώ, λοιπόν, ως καλλιτέχνιδα πρέπει να είμαι σίγουρη γι΄αυτό που έχω αφουγκραστεί και πρέπει να είμαι σίγουρη ότι αυτό που θα πω, θα το πω για το κοινωνικό καλό.
Αναγνωρίζεις, δηλαδή, ότι οι καλλιτέχνες έχουν και μια ευθύνη, πέρα από το καλλιτεχνικό τους έργο, και ως προς τον δημόσιο λόγο και παρουσία τους.
Φυσικά. Τεράστια ευθύνη. Δεν μπορώ, ωστόσο, να απαιτήσω από όλους να αναλάβουν αυτήν την ευθύνη. Σέβομαι αυτούς που συνειδητά δεν μπορούν.
Πριν λίγο αναφέρθηκες στη δολοφονία του Ζακ. Τολμώ να πω ότι είναι από τις λίγες φορές που ένας καλλιτέχνης αναφέρεται από μόνος στο Ζακ σε μια συνέντευξη (τουλάχιστον δική μου).
Μου κάνει τρομερή εντύπωση αυτό που λες. Μπορεί κάποιες φορές να κουράζομαι και να σωπαίνω και να μην έχω κουράγιο να αφουγκραστώ την κοινωνία, αλλά υπάρχουν μερικές περιπτώσεις όπως αυτή του Ζακ, της Τοπαλούδη, του Φύσσα, των Τεμπών, τι οποίες δεν μπορώ να ξεπεράσω. Επίσης, να μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν εκεί έξω 1.000 περιπτώσεις σαν του Ζακ ή της Τοπαλούδη που δεν τις μαθαίνουμε. Πραγματικά δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαστε στο 2024 και συζητάμε ακόμη για θρησκείες, για το αν εγώ θα κάνω κατάψυξη ωαρίων, για το αν είμαι γκέι ή στρέιτ, για το αν εγώ πάω στρατό, κλπ.
Τώρα με την ισότητα στον γάμο, κάπως σαν να μου έλειψαν όλες αυτές οι καλλιτεχνικές φωνές που αφουγκράζονται την κοινωνία και παίρνουν πολιτική θέση.
Έχεις δίκιο. Δεν ξέρεις βέβαια και τι αγώνα μπορεί να δίνει ο καθένας ακόμη και μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Εγώ έχω μια μαθήτρια -είναι σε μικρή ηλικία- που με ρώτησε για το ποια είναι η γνώμη μου (σ.σ. για την ισότητα στον γάμο). Δεν της απάντησα γιατί θέλησα να μάθω πρώτα τη δική της. Μου είπε ότι «πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει ισότητα και ότι πρέπει να μπορούν τα γκέι άτομα να παντρευτούν, αλλά δεν είμαι υπέρ της τεκνοθεσίας». Όταν στη συνέχεια αναρωτήθηκα «γιατί», άρχισε να μου λέει κάτι γενικόλογα. Οπότε της έβαλα για το επόμενο μάθημα να μου γράψει μια ανάλυση γι΄αυτό, ώστε να καταφέρει να ενημερωθεί καλύτερα.
Εσύ -ως ένα παιδί που μεγάλωσε στην επαρχία- πώς κατάφερες ενημερωθείς;
Άρχισα να παρατηρώ καλύτερα τον κόσμο και να βλέπω ότι η ελευθερία είναι το βασικό χαρακτηριστικό της δημοκρατίας. Πρέπει, ωστόσο, να σπάσεις πολλά καλούπια για να αποδεχθείς αυτή την ελευθερία. Εγώ ήθελα. Άρχισα να δουλεύω με τον εαυτό μου. Για το τι σημαίνει άνθρωπος, για το τι σημαίνει σεξ, κλπ. Είναι μια πολύ χρονοβόρα διαδικασία. Δεν ξέρω, για τις νέες γενιές είναι μαλλον πιο γρήγορη, για ένα παιδί όμως που μεγάλωσε στην επαρχία τη δεκαετίας του ‘80 και του ‘90 σίγουρα ήταν/είναι χρονοβόρα.
Ποια θα λέγαμε ότι είναι η σχέση σου με τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα;
Ερωτικά ανήκω παντού. Γι΄αυτό και θέλω να φτάσουμε σε ένα σημείο, στο οποίο θα βλέπουμε ανθρώπους και δεν θα ασχολούμαστε με τη σεξουαλικότητά τους. Δεν θα έχουμε ανάγκη να διαπραγματευόμαστε την ελευθερία του άλλου και να ασχολούμαστε αν η Μαρία κοιμάται με μια γυναίκα ή έναν άνδρα. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται σωστή στρατηγική και διαχείριση. Γιατί αυτή τη στιγμή η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα βρίσκεται σε πόλεμο.
Κάτι που είδαμε και πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη…
Ναι. Και είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτήν τη στιγμή τη μεγαλύτερη δύναμη και ευθύνη την έχω εγώ και άτομα σαν κι εμένα που δεν έχουμε φάει ξύλο, δεν έχουμε υποστεί bullying. Εμείς έχουμε την ευθύνη σε αυτήν τη σάπια κοινωνία να εξηγήσουμε καλύτερα το αυτονόητο.
Μεταφέρεις την ευθύνη αυτή στα τραγούδια σου;
Προσπαθώ
Και για ποιους τραγουδάς;
Για όλα τα άτομα. Επειδή εγώ τραγουδώ και πολλά κομμάτια άλλων καλλιτεχνών – κυρίως ανδρών και δεν αλλάζω ποτέ τους στίχους – νιώθω μέσα μου ότι πάντα μιλώ και σε γυναίκες και σε άνδρες.
Υπάρχει κάποιος στόχος στην τέχνη σου;
Υπάρχει ο εγωιστικός, να νιώσω δηλαδή ότι είμαι πολύ καλή και ότι αξίζω σε αυτό που κάνω και υπάρχει και ο στόχος της προσφοράς. Να καταφέρω δηλαδή μέσα από τη μουσική να μετακινήσω συναισθηματικά τους ανθρώπους προς κάποια κατεύθυνση λίγο πιο υγιή.
Καλλιτεχνικά πώς αυτοπροσδιορίζεσαι;
Ως περφόρμερ. Γιατί είναι κάτι που συνδυάζει πολλά.
Γιατί στον κόσμο της μουσικής υπάρχουν τόσες ταμπέλες;
Γιατί έχουμε ανάγκη να ανήκουμε κάπου. Να αυτοπροσδιοριστούμε.
Μίλα μου λίγο για το μέλλον.
Μου θύμισες ένα τραγούδι της Ελένης Δήμου με αυτή την ερώτηση. «Δώσε μου το μέλλον γεμάτο φιλιά, έτσι όπως ήταν παλιά».
Πώς θες να κλείσουμε;
Όταν ήμουν 20 χρόνων συμμετείχα σε μια παράσταση μαζί με άλλους μουσικούς, χορευτές και ηθοποιούς. Είχαμε μια σκηνή στο τέλος που έπρεπε να βγάλουμε κάπως τα μαύρα μας ρούχα και να φορέσουμε κάποια άλλα που είχαμε στην άκρη της σκηνής που ήταν χρωματιστά. Έπρεπε, όσο έπαιζε η μουσική από πίσω, να προχωρήσουμε προς τα ρούχα και να αλλάξουμε. Θυμάμαι, κυρίως οι μουσικοί είχαμε πρόβλημα με αυτό. Δεν ήμασταν και τόσο εξοικειωμένοι. Πίσω στα αποδυτήρια που ήμασταν, υπήρχε μια χορεύτρια η οποία μάλλον ένιωσε την αμηχανία μου. Με πλησίασε λοιπόν και κατέβασε τα βρακιά της μπροστά μου δείχνοντας και λέγοντάς μου «μουνί». Ήταν σαν να μου έλεγε το πιο απλό πράγμα του κόσμου. Κάνοντας και γυμνισμό τον τελευταίο καιρό, θέλω και εύχομαι κάθε σώμα που στέκεται γυμνό στον καθρέφτη, στην παραλία, με έναν/μια ερωτικό/ή σύντροφό ή ακόμη και μόνο του στο κρεβάτι να έχει τόση αγάπη και τόσο αυτοσεβασμό ώστε να μην χρειαστεί να αναρωτηθεί ποτέ ξανά για τον αν είναι ελεύθερο.
φωτογραφίες: Άκης Χρήστου