Ιδρύτρια της οργάνωσης Red Umbrella Sexual Health and Human Rights Association (Kırmızı Şemsiye), Kemal Ördek, τρανς γυναίκα, βιάστηκε στο σπίτι της την Κυριακή που μας πέρασε στο σπίτι της. Μοιράστηκε το παρακάτω κείμενο εξηγώντας την βία, τις διακρίσεις και τον φόβο:
Είναι τόσο δύσκολο να γράφεις όταν το σώμα, η ψυχή σου πονά
Το μόνο που θέλω είναι να ουρλιάξω. Θέλω ο κόσμος να με ακούσει και μετά να κρυφτώ σε μία γωνία, να χαθώ από τον κόσμο.
Πόσες φορές να κλάψει κάποια μετά όλα όσα συνέβησαν; Πόσες φορές να νιώσει το ρίγος και την ανατριχίλα σκεφτόμενη όσα της συνέβησαν;
Για χρόνια εργάστηκα στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα για την ορατότητα και τις παραβιάσεις δικαιωμάτων των LGBTI ανθρώπων και των εργαζομένων του σεξ. Έτσι δεν είναι ότι δεν ήξερα πώς έχουν όλα αυτά. Ξέρω καλά τι σημαίνουν διακρίσεις και βία.
Μέχρι τα σήμερα, έχω πέσει θύμα ξυλοδαρμού και νοσηλευθεί στο νοσοκομείο. Έχω βιαστεί δύο φορές. Ξέρω καλά τι σημαίνει βιασμός, αυτός ο ακραία κυριαρχικός τρόπος και ο πόνος να είσαι αβοήθητη, μόνη.
Δύο άντρες ήρθαν στο σπίτι μου. Τρεις άντρες που μου έκλεψαν το τηλέφωνο. Άλλος ένας άντρας που περίμενε έξω από το σπίτι μου. Ένας ακόμη που με βίασε. Τρεις που μου έκλεψαν τα χρήματα. Τρεις που με απείλησαν με δολοφονία. Ένας που με στραγγάλιζε. Ένας που μου έλεγε: «Θα σε γαμήσω, θα σου πάρω τα χρήματα, και θα έρθω και θα σε γαμήσω ξανά». Τρεις άντρες.
Ό,τι θα σας διηγηθώ δεν είναι μία απλή υπόθεση κλοπής. Δεν είναι μόνο μία συνήθης υπόθεση βιασμού. Είναι μία ιστορία μίας σειράς γεγονότων που θα μπορούσε πιθανότατα να καταλήξει σε δολοφονία. Είναι μία ιστορία απάθειας, άρνησης, αμάθειας πάνω απ’ όλα – η ιστορία μιας περιστοιχίζουσας παράλυσης μιας εργάτριας του σεξ που είναι LGBTI.
«Θα σε γαμήσω, θα σου πάρω τα χρήματα, και θα σε γαμήσω ξανά»
Δύο τύποι, έκλεψαν το τηλέφωνό μου. Ένας με βίασε. Σε αυτό το σημείο, μίλησαν στο τηλέφωνο σε ένα άλλο άτομο, που όπως κατάλαβα ήταν γνωστός τους. Του έδωσαν τη διεύθυνση του σπιτιού μου. Προσπάθησα να αντισταθώ και να μην ανοίξω την πόρτα όταν ο τρίτος ήρθε στο σπίτι μου. Με κάποιο τρόπο κατάφερα να πείσω τους άλλους δύο που με κακοποίησαν και ήταν ήδη στο σπίτι μου. Σε αυτό το σημείο, μου απαίτησαν τα χρήματά μου, μαζί με το τηλέφωνό μου. Απείλησαν να με σκοτώσουν. Όταν κατάλαβαν ότι δεν έχω χρήματα στο σπίτι μου, με πήραν με τη βία να σηκώσω χρήματα από ΑΤΜ. Το τρίτο άτομο έφτασε. Με απείλησαν στον δρόμο προς το ΑΤΜ και μου γρύλισαν ότι θέλουν όλα τα χρήματά μου. Ένας απ’ αυτούς με ‘σβέρκωσε’ και μου είπε «θα σε γαμήσω». Μου είπαν ότι και οι τρεις ότι θα έρθουν στο σπίτι μου αφού πάρουν τα χρήματά μου για να «με γαμήσουν». Μου είπαν ότι αν αντισταθώ «το τέλος σου θα είναι φρικτό».
Είδα μία αστυνομική περίπολο στη γωνία στο δρόμο μπροστά. Όταν οι τρεις που με πήγαιναν στο ΑΤΜ την είδαν με απείλησαν βίαια. Είπαν ότι θα έπρεπε να πάρουμε διαφορετικό δρόμο προς το ΑΤΜ. Τους μίλησα καθησυχαστικά και τους είπα ότι δε θα διαμαρτυρηθώ και θα τους δώσω τα χρήματά μου. Δεν ξέρω πως αλλά αυτός που φαινόταν ως ο επικεφαλής με πίστεψε. Για να φτάσουμε στο ΑΤΜ, θα έπρεπε να φτάσουμε κοντά στη γωνία που το περιπολικό ήταν παρκαρισμένο. Όσο φτάναμε κοντά του, ούρλιαξα και έτρεξα προς τους αστυνομικού. Τους φώναξα ότι με απήγαγαν και ότι με κλέβουν, ότι ήδη μου έκλεψαν το τηλέφωνό μου.
«Αστυνομικέ, εμείς είμαστε ανδροπρεπείς άντρες. Μας καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι; Μην ακούς τι λέει αυτή η αδερφάρα…»
Προσπάθησα να εξηγήσω στην αστυνομία, αλλά μου είπαν να σταματήσω. Μου είπαν: «Να σκάσεις. Να μη μιλάς αν δε σου δώσουμε το λόγο». Στο μεταξύ, οι αστυνομικοί άκουγαν προσεκτικά τους θύτες που του έλεγαν: «Αστυνομικέ, εμείς είμαστε ανδροπρεπείς άντρες. Μας καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι; Μην ακούς τι λέει αυτή η αδερφάρα…» και «Αστυνομικέ, αυτή μας προσκάλεσε, ξέρεις πως είναι οι αδερφές…».
Ένας από τους δύο αστυνομικούς τους έψαξαν αλλά δεν ξέρω πως δεν βρήκαν πάντως το κινητό που μου έκλεψαν. Είπα στους αστυνομικούς να τους ψάξουν πιο προσεκτικά γιατί μου το έκλεψαν. Ο αστυνομικός που τους έψαχνε όμως δεν βρήκε τίποτα. Με ρώτησε πολλές φορές αν είμαι σίγουρη ότι μου το έκλεψαν. Τους βρήκαν ένα πτυσσόμενο μαχαίρι σε έναν εξ αυτών, τον ρώτησαν και τους απάντησαν «δεν είναι τίποτε σπουδαίο» και η συζήτηση σταμάτησε εκεί. Ένας εξ αυτών είπε στους αστυνομικούς «Αστυνομικέ, λέει ψέματα, μην την πιστεύεις». Μετά οι αστυνομικοί μας έβαλαν στο αμάξι. Δύο αστυνομικοί μπροστά, οι τρεις θύτες πίσω και εγώ στο φραγμένο μέρος του περιπολικού. Μου φέρθηκαν σα να ήμουν εγώ ένοχη. Όταν τους είπα «Αισθάνομαι ότι θα κάνω εμετό, δεν αισθάνομαι καλά, γιατί είμαι εδώ;», ο αστυνομικός μου απάντησε «δε θα μιλήσουμε μαζί σου, απλά κάτσε εκεί, μας έχεις βάλει ήδη σε μπελάδες».
«Μην προσπαθήσεις να μας ενοχοποιήσεις, θα σε σκοτώσουμε…»
Καθόμουν στο φραγμένο μέρος και εκείνη τη στιγμή άρχισε ένας διάλογος μεταξύ των αστυνομικών και των τριών θυτών «Από πού είσαι αστυνομικέ;», «Όλα θα πάνε καλά έτσι δεν είναι αδερφέ; Εννοώ έχουμε οικογένειες, είμαστε εντάξει», «Μη μας δημιουργήσεις πρόβλημα λόγω αυτής της αδερφής, εμείς είμαστε εμείς, καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας, έτσι δεν είναι αδελφέ;».
Και όσο αυτή η συζήτηση συνεχιζόταν, ένας από τους τρεις γύρισε προς εμένα και με απείλησε «Θα σε σκοτώσω θα σε γαμάω ξανά και ξανά, μην τολμήσεις να μας ενοχοποιήσεις. Θα σου κόψω το κεφάλι, θα σε σκοτώσω». Όταν φώναξα «Με απειλούν, δε βλέπεις αστυνομικέ;», ο ένας απ’ τους αστυνομικούς είπε: «Κόφτο, μη μας ενοχλείς» και ο άλλους τους είπε «Μη φοβηθείτε, αν κάνει καταγγελίες, θα της κάνουμε κι εμείς για συκοφαντία».
«Είμαι επικεφαλής οργάνωσης, αυτό που κάνετε είναι εγκληματικό, σταματήσετε να μου φέρεστε βίαια».
Όταν φτάσαμε στο Αστυνομικό τμήμα Esat, είπα σε έναν από τους αστυνομικούς ότι ήταν μάρτυρας όταν ένας από τους θύτες με απείλησε αρκετές φορές στο περιπολικό και ότι πρέπει να κάνουν κάτι αν το κάνουν ξανά. Τους είπα ότι πρώτη φορά στη ζωή μου ζω κάτι τέτοιο και ότι είμαι επικεφαλής οργάνωσης και ότι ξέρω καλά τα βήματα που πρέπει να γίνουν για ένα έγκλημα όπως αυτό – του είπα ακόμη ότι δείχνουν ανοχή σε θύτες που εγκληματούν.
Οι δύο αστυνομικοί που μου φέρονταν έτσι δέκα λεπτά πιο πριν μου είπαν «ξέρουμε πολλές τραβεστί. Δε σε ξέρω. Δε συμπεριφερόμαστε ποτέ άσκημα και με διακρίσεις όπως νομίζεις, μη φοβάσαι». Έμεινα κόκαλο.
«Θα σε δέσουμε χειροπόδαρα, ποιος νομίζεις ότι είσαι, αδερφάρα!».
Οι τρεις θύτες συνέχισαν να με απειλούν ακόμη και όταν φτάσαμε στο αστυνομικό τμήμα. Με απείλησαν μπροστά στην είσοδο. «Παράτα τα. Ξέρεις τι θα συμβεί αν δεν το κάνεις. Ξέρουμε που μένεις πλέον. Θα μας αφήσουν ελεύθερους ούτως ή άλλως και θα έρθεις αντιμέτωπη με τις συνέπειες».
Είπα στους αστυνομικούς επανειλημμένως ότι πρέπει να το εμποδίσουν αυτό, ότι δεν ένοιωθα ασφαλής, και ότι θα είναι υπεύθυνοι για ότι μου συμβεί. Δεν άλλαξε τίποτε, παρά μόνο με κράτησαν σε απόσταση απ’ αυτούς. Περίμενα αρκετές ώρες για τη διαδικασία όσο με απειλούσαν.
«Θα αποσύρεις τις κατηγορίες αν βρούμε το τηλέφωνό σου;»
Όσο συνέχιζαν να με απειλούν, ένας από τους θύτες με πλησίασε και μου είπε ότι θα βρει το τηλέφωνό μου και με ρώτησε αν θα αποσύρω τις κατηγορίες. Σχεδόν όλοι οι διάλογοι έγιναν μπροστά στους αστυνομικούς. Ο θύτης, μου ομολόγησε ότι αυτός έχει το κινητό μου και ότι θα μου το έδινε αν απέσυρα τις κατηγορίες και τον συναντούσα έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα. Είπα στους αστυνομικούς που άκουγαν να καταγράψουν τη συνομιλία που ήταν μάρτυρες, αφού έγινε πλέον κατανοητό ότι είχα πέσει θύμα κλοπής. Μάταια.
Όσο αυτή η συζήτηση συνεχιζόταν, ένας από τους αστυνομικούς βγήκε έξω με έναν από τους θύτες και μιλούσαν για πέντε λεπτά. Έκαναν μία είδους διαπραγμάτευση. Μπήκαν ξανά μέσα και με φώναξαν έξω. «Θα αποσύρεις τις κατηγορίες αν βρούμε το τηλέφωνό σου;». Τους είπα ότι πρέπει πρώτα να δω το τηλέφωνό μου. Ο αστυνομικός έβγαλε το τηλέφωνό μου από την τσέπη του. Η κάρτα SIM ήταν βγαλμένη. Πήρα και τα δύο αμέσως. Ο αστυνομικός, μου είπε ότι οι θύτες, του τα είχαν δώσει όσο ήμασταν στο περιπολικό. Τους είπα ότι δε θα αποσύρω τις κατηγορίες.
«Αρκετά με αυτή τη Φάρα του Λωτ!».
Πήρα τη δικηγόρο μου. Στο μεταξύ ήρθε ένα αστυνομικό όχημα και ο αστυνομικός που βγήκε μου είπε «Αρκετά με τη Φάρα του Λωτ». Άρχισα να τρέμω από τον θυμό. Πήγαν στο αστυνομικό τμήμα να βρω το δίκιο μου, βρέθηκα αντιμέτωπη με τη μισαλλοδοξία. Επιπλέον ένας από τους θύτες ήρθε κοντά μου και άρχισε να μου επιτίθεται λεκτικά και να με απειλεί.
«Τύποι σαν αυτόν ήταν εναντίον της Κυβέρνησης στις ταραχές του Γκεζί…»
Όταν έφτασε η δικηγόρος μου, καθίσαμε έξω από το αστυνομικό τμήμα να μιλήσουμε. Ήταν η ώρα που νύχτωνε μετά το Ραμαζάνι και οι αστυνομικοί έτρωγαν… Και τότε άρχισαν… Γελούσαν δυνατά, μιλούσαν για μένα «Κοίτα μία σπουδαία υπόθεση για ένα αστείο περιστατικό μιας μικροκλοπής»…, ενώ ένας απ΄ αυτούς είπε δυνατά «Τύποι σαν αυτόν ήταν κατά της Κυβέρνησης στο Γκεζί…». Δεν πίστευα όλα αυτά που άκουγα. Άρχισαν να κλαίω από θυμό.
«Δεν σε βίασαν…».
Στη συνέχεια η δικηγόρος μου πέρασε στο αστυνομικό τμήμα και τους είπε «Είναι θύμα βίας, δεν μπορείτε να συμπεριφέρεστε έτσι». Ένας από τους αστυνομικούς της είπε «Δε σας ρωτήσαμε κυρία δικηγόρε» και μου απευθύνθηκε λέγοντάς μου «Δεν σε βίασαν, πώς μπορείς να μας τα λές όλα αυτά».
«Τι είδους δικηγόρος είσαι εσύ, μη μας κάνεις τη ζωή δύσκολη».
Στη συνέχεια πήγα στο νοσοκομείο για να πάρω ιατρική αναφορά για βιασμό και ξυλοδαρμό, και γύρισα στο αστυνομικό τμήμα. Με είχαν βιάσει και 6 ώρες είχαν περάσει. Δεν μου είχαν πάρει κατάθεση. Αφού είχα επιζήσει μίας τέτοια κρίσεις, περιμέναμε ώρες στο αστυνομικό τμήμα για να μου πάρουν επιτέλους κατάθεση. Ένας από τους αστυνομικούς βγήκε έξω από την αίθουσα που δίνονταν καταθέσεις και ζήτησε υπογραφή για την αστυνομική αναφορά. Όταν τη διάβασα, ήταν φανερό ότι ήταν μονομερής. Το μεγαλύτερο μέρος της ήταν όσα έλεγαν οι θύτες. Τους είπα ότι δεν μπορώ να την υπογράψω. Εκείνοι στράφηκαν θυμωμένοι και μου φώναζαν, 5-6 απ’ αυτούς. Και εκείνη τη στιγμή ένας εξ αυτών γύρισε προς τη δικηγόρο μου και τις είπε «Μα τι δικηγόρος είστε εσείς; Γιατί μας κάνετε τη ζωή δύσκολη;». Δεν υπέγραψα τίποτα και απαίτησα από την αστυνομία να γράψουν χειρόγραφα ότι αρνούμαι να υπογράψω αυτή την αναφορά . Το έκαναν.
«Αυτή η κατάθεση είναι πολύ μεγάλη, κάντε τη μικρότερη…»
Στη συνέχεια με πήγαν στην αίθουσα κατάθεσης, 7 ώρες αφού είχα έρθει στο αστυνομικό τμήμα. Άρχισα να δίνω τη κατάθεσή μου. Ο αστυνομικός όμως που νωρίτερα είχε πει λες και ήταν μπροστά «Δε σε βίασαν» άρχισε να επεμβαίνει. Σχεδόν στη μέση της κατάθεσής μου, μού είπε «Αυτή η κατάθεση είναι πολύ μεγάλη, να γίνει μικρότερη. Έχω δείξει διαλλακτικότητα και κατανόηση. Απλά κάνε σύντομη περιγραφή». Η δικηγόρος μου παρενέβη και είπε ότι θα κάνω την κατάθεσή μου όπως νομίζω και ότι οι λεπτομέρειες είναι σημαντικές.
«Είσαι ελεύθερη να φύγεις…»
Τελείωσα, υπέγραψα την κατάθεσή μου και έκανα αίτημα προστασίας και ασφαλιστικών μέτρων.
Την ίδια στιγμή που έγραφα αυτές τις γραμμές, σχεδόν μια μέρα μετά την επίθεση που δέχτηκα, μαθαίνω ότι οι θύτες ήταν ελεύθεροι χωρίς καν να τους στείλουν ενώπιον του εισαγγελέα. Αυτό σημαίνει ότι αυτοί οι τρεις άνθρωποι που προσπάθησαν να με κλέψουν, με βίασαν, με απείλησαν να με σκοτώσουν είναι ελεύθεροι κάπου στην Άγκυρα. Εγώ όμως, το θύμα, θα έπρεπε να κρύβομαι. Γιατί δεν μπορώ να πάω στο σπίτι μου μετά από όσα συνέβησαν.
Οι τρεις θύτες είχαν κρατήσει τον αριθμό τηλεφώνου μου. Συνέχιζαν. Με καλούσαν στο τηλέφωνό μου. Δεν το σήκωσα, είμαι φοβισμένη.
Σας ευχαριστώ για όλα τα γενναιόδωρα μηνύματα…
Δεν σηκώνω καθόλου τα τηλέφωνά μου. Δεν απαντώ καθόλου, παρά μόνο στον φίλο μου που συγκατοικώ μαζί του, σε έναν-δύο καλούς φίλους και στη δικηγόρο μου. Δεν είμαι έτοιμη να μιλήσω. Δεν αισθάνομαι ασφαλής.
Έχω καταρρεύσει ψυχολογικά. Ξέρω ότι αρκετοί άνθρωποι προσπάθησαν να με βρουν και μου έστειλαν ευγενικά μηνύματα. Σας ευχαριστώ όλους. Με ενδυναμώνετε.
Πώς είμαι λοιπόν;
Πώς είμαι;… Δεν είμαι καθόλου καλά. Νιώθω χαμένη στο διάστημα. Δεν έχω ξεκουραστεί καθόλου. Θέλω να ξεκουραστώ, αλλά δεν μπορώ. Φοβάμαι τους ανθρώπους που περπατούν δίπλα μου στον δρόμο. Βρίσκομαι στο σπίτι ενός φίλου και δεν μπορώ να πάω πουθενά….
Είμαι φοβισμένη, έχω εφιάλτες, ξυπνώ ξανά, έχω ξανά εφιάλτες. Το μυαλό μου έχει κολλήσει. Κάθε συζήτηση που κάνω μου υπενθυμίζει τι έζησα. Θέλω μόνο να μείνω μόνη και να ξεφύγω από τα πάντα. Αλλά την ίδια ώρα θέλω να ξεφύγω από τον φόβο όταν είμαι μόνη.
Οι αγαπημένοι μου δικηγόροι παρακολουθούν τις έρευνες. Φυσικά δεν μπορώ να μείνω έξω απ’ αυτό. Το χρειάζομαι να ξεφύγω, αλλά δεν μπορώ. Εγώ ήμουν που έτρεχα να βοηθήσω θύματα στο παρελθόν, αλλά τώρα που ήρθε η δική μου ώρα, δεν μπορώ. Η ψυχολογία μου δεν είναι καλή, η ψυχική μου δύναμη δεν είναι μαζί μου…
Οι θύτες όμως είναι ελεύθεροι.
Δεν μπορώ να πάω στο γραφείο της οργάνωσής μου, δεν μπορώ να πάω στη δουλειά μου. Είμαι τραυματισμένη ξανά…
Kemal Ördek, τρανς – εργάτρια του σεξ – ακτιβίστρια δικαιωμάτων.
Πηγή: transs.gr