Μια συγκινητική οικογενειακή ιστορία μοιράστηκε στο Reddit ένας χρήστης του. Ο γκέι μεγάλος αδερφός του είχε φύγει από το σπίτι όταν ήταν έφηβος αλλά και έκτοτε δεν τον ξαναείδε. Δεκαετίες μετά, ανακάλυψε ότι ο “εξαφανισμένος” αδερφός του ζει και ότι οι γονείς του τους “κρατούσαν μακριά” επειδή δεν αποδέχονταν την ομοφυλοφιλία του.
1ο Μήνυμα
Θα το γράψω αυτό με έναν τρόπο ώστε κανείς να μην καταλάβει ποιος είμαι (ή ποιος είναι ο αδερφός μου. Αλλά είναι διαδικτύο και όλοι είναι “κατάσκοποι”. Ο αδερφός μου ήταν εξαφανισμένος για χρόνια. Και όταν λέω “εξαφανισμένος”, εννοώ ότι η περίπτωση του θεωρούνταν ένα από αυτά τα “άλυτα μυστήρια”. Ήταν στις ειδήσεις. Θυμάμαι καθαρά να παίρνουν συνέντευξη στους γονείς μου από τις ειδήσεις στο σαλόνι του σπιτιού μας. Νομίζω ότι ξέρω τι του συνέβη.
Ήμουν πολύ μικρός όταν εξαφανίστηκε. Τον θυμάμαι ελάχιστα,αλλά θυμάμαι όμως ότι τον αγαπούσα πολύ. Με έκανε βόλτες στο τετράγωνο με το καρότσι. Πολλά παιδιά της ηλικίας του δεν το έκαναν αυτό. Τις μέρες πριν εξαφανιστεί, τον θυμάμαι να μένει σπίτι και να μου κάνει babysitting. Έμεινα στο δωμάτιο μου και έπαιξα Nintendo 64. Μέσα στην ημέρα ήρθε ένας τύπος. Τον θυμάμαι. Ήταν μεγαλύτερος, περίπου στην ηλικία του πατέρα μας. Ο αδερφός με έβαλε στο δωμάτιο μου όταν άκουσα το κουδούνι.
Έπειτα, που ο τύπος έφυγε, ο αδερφός μου με παρακάλεσε να μην πω τίποτα στους γονείς μας. Εγώ σ’ αυτή την ηλικία επικεντρώθηκα στο βιντεοπαιχνίδι και στο παραπάνω επιδόρπιο, συμφώνησα. Δεν με ενδιέφερε άλλα ούτε κατάλαβε τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Μια μέρα πριν εξαφανιστεί, θυμάμαι να ξαναέρχεται αυτός ο τύπος. Ήμουν στην κουζίνα και κρυφοκοίταξα, θυμάμαι πως αυτός φίλησε τον αδερφό μου. Αγκαλιάστηκαν. Δεν τους ενδιέφερε που τους είδα. O αδερφός μου έκανε μια χειρονομία, εγώ έκανα πίσω και συνέχισα να βλέπω κινούμενα σχέδια.
Αποκοιμήθηκα στον καναπέ, και όταν ξύπνησα άκουσα τον αδερφό μου να ψιθυρίζει έξω από τη πόρτα του σπιτιού μας : “Μην ανησυχείς, κοιμάται”. Μετά είπε κάτι το οποίο δεν άκουσα. Δεν τα κατάφερα, αλλά άκουσα τις λέξεις : “επισκέψου τους” ή “επισκέψου τον”. Όπως και να ‘χει θυμάμαι ότι λέξη “επισκέψου” ήταν μέσα στην πρόταση. Μετά ο μεγάλος άντρας φώναξε “όχι”. Μετά άκουσα τις λέξεις “σχέδιο” και πόλη”. Μετά με “πήρε ο ύπνος”.
Την επόμενη μέρα -τη μέρα που εξαφανίστηκε- οι γονείς μας ήταν στη δουλειά. Ο αδερφός μου φερόταν πολύ παράξενα. Τον θυμάμαι να τσεκάρει το ρολόι του. Το μεσημέρι, τον θυμάμαι να με σηκώνει και να με ρωτάει αν θέλω να μπω στο καροτσάκι. Είχα τόσο πωρωθεί με το nintendo 64 που είπα όχι. Σχεδόν με ικέτευε, αλλά πάλι είπα όχι. Μετά μου είπε ότι πρέπει να “πεταχτεί” στο σπίτι ενός γείτονα για κάτι. Δεν θυμάμαι καν τι είπε. Είπα εντάξει. Μου υπενθύμισε να μην ανοίξω σε κανέναν,μόνο στη μαμά και τον μπαμπά. Του φώναξα “ΕΝΤΑΞΕΙ!” γιατί ο Σούπερ Μάριο μου “έσπαγε” τα “γα………” νεύρα και αυτός δε βοηθούσε. Μου έκανε μια αγκαλιά, μου είπε ότι με αγαπάει και δεν ξαναγύρισε.
Όλα αυτά τα χρόνια -δεκαετίες ολόκληρες- πίστευα πως ήταν ερωτευμένος με έναν άντρα. Το ξέρω ότι ήταν. Οι αναμνήσεις επέστρεψαν ξανά στο μυαλό μου, δε ξέρω γιατί. Αλλά αναπολούσε τη μνήμη μου τελευταία. Δεν μπορώ να κοιμηθώ γιατί το σκέφτομαι.
Πιστεύω πως ο αδερφός μου έφυγε με κάποιον άντρα και το “έσκασαν” κάπου. Ή κάτι χειρότερο συνέβη. Αλλά δε νομίζω ότι είναι αυτό.
Την πρώτη χρονιά στο κολέγιο, ήμουν σε μια ομάδα που έλαβε εθνική αναγνώριση. Θυμάμαι ότι η φωτογραφία μας ήταν στο ESPN με το όνομα του πανεπιστήμιου μας. Μερικές μέρες μετά, έλαβα μια επιστολή στο δωμάτιο της εστίας. Σκέφτηκα ότι είναι από τους γονείς μου και έτσι δεν διάβασα το γράμμα. Το πέταξα αμέσως και έφαγα ότι είχε μέσα,δεν ήταν τίποτα παρά κάτι καραμέλες.
Πήρα την μαμά και τον μπαμπά για να τους ευχαριστήσω αλλά μου είπαν ότι εκείνοι δεν έστειλαν τίποτα. Μετά σκέφτηκα ότι τις συγκεκριμένες καραμέλες συνήθιζα να τις τρώω μικρός. Κυριολεκτικά, ό,τι έτρωγα μικρός ήταν αυτές οι καραμέλες. Μετά άρχισα να σκέφτομαι ότι ο αδερφός μου με πήγαινε με το καροτσάκι σ’ ένα βενζινάδικο δίπλα στο σπίτι μας έτσι ώστε να πάρω καραμέλες μετά το δείπνο, παρόλο που αυτό είχε ως συνέπεια “θανατική ποινή” από τη μαμά.
Μήνες μετά, τα Χριστούγεννα έλαβα μια ανώνυμη χριστουγεννιάτικη κάρτα. Το μόνο που είχε γραμμένο ήταν ένα χαμόγελο. Μετά, από αυτό δεν άκουσα τίποτα για τον αδερφό μου. Κανένας που ξέρω δεν είχε στείλε αυτή την κάρτα οπότε δεν απάντησα.
Αναρωτιέμαι,κάθε μέρα, αν είναι εκεί έξω. Δεν το έχω πει σε κανέναν αυτό. Όταν η αστυνομία με ρώτησε τι έγινε εκείνη την ημέρα, είπα ότι πήγε στου γείτονα,γιατί αυτό θυμάμαι από εκείνη την ημέρα,ειλικρινά.
Αυτό κατάστρεψε, τους γονείς μου. Η μαμά μου εθίστηκε στα παυσίπονα και ο πατέρας μου έκανε ακόμα τρεις γάμους. Κατάστρεψε την οικογένεια μας, και ίσως ο αδερφός μου να ήξερε τι έκανε. Ίσως το μετάνιωσε και δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στο σπίτι. Αλλά αν μπορούσα να τον δω σήμερα, θα ήθελα να του πω πως για πάντα θα είναι ευπρόσδεκτος. Σ ‘αγαπώ τόσο πολύ αδερφέ μου. Έχουμε πολλά να κάνουμε. Σε παρακαλώ έλα σπίτι. Σε παρακαλώ”
2ο μήνυμα
Είναι 4 τα ξημερώματα και είμαι πιωμένος. Τις τελευταίες εβδομάδες έχω “τρελαθεί”.
Είχα ανεβάσει ένα πόστ εδώ για την εξαφάνιση του αδερφού μου πριν χρόνια. Πίστευα πως απλά το “έσκασε από το σπίτι”. Εν συντομία, ήρθα σε επαφή με κάποιους ιδιωτικούς ερευνητές που οι γονείς μου τους ήξεραν από τη στιγμή της εξαφάνισης. Όταν άρχισα να τους κάνω ερωτήσεις, μου είπαν ότι το αρχείο της εξαφάνισης του αδερφού μου “έχει κλείσει”. Όταν ρώτησα τι σημαίνει αυτό, μου είπαν ότι “έκλεισε” με αίτημα των γονέων μου.
Ρώτησα τους γονείς μου, τον πατέρα μου βασικά. Ο πατέρας μου με αγνόησε ενώ η μητέρα μου μου είπε ότι αδερφός μου ζει και είναι καλά (απ’όσο ξέρει). Βρήκαν τον αδερφό μου -πολύ, πολύ καιρό πριν- και ανακάλυψαν ότι συζεί με έναν άλλο άντρα. Είναι γκέι και αυτό αηδίασε τους γονείς μου. Προσπάθησε να τους προσεγγίσει. Του είπαν πως δεν θέλουν να έχουν κάνουν μαζί του, ότι δεν τον θυμάμαι και ότι δεν θα ήθελα να τον δω…
Εξαγριώθηκα. Αλλά οι γονείς μου δεν νοιάστηκαν. Τον μισούν για αυτό που είναι, επειδή είναι γκέι. Μου το κρατούσαν μυστικό για όλη τη “γα……..” ζωή μου. Ο αδερφός μου “έχασε” τη γέννηση του ανιψιού του, τον γάμο μου, την αποφοίτηση μου, ΌΛΑ. Επειδή οι γονείς μου είπαν ψέματα.
Κατάφερα να πάρω τον αριθμό του τηλεφώνο του και τα στοιχεία επικοινωνίας του από την αστυνομία. Ο αδερφός τα “άφησε όλα ανοιχτά” σε περίπτωση που κάποιος από την οικογένεια ήθελε να επικοινωνήσει μαζί του. Η διεύθυνση του αδερφού είναι στην άλλη άκρη της “γα……….” χώρας. Αλλά, είναι ζωντανός, ο αδερφός μου είναι ζωντανός. Είμαι τόσο “γα………” πιωμένος γιατί δεν μπορώ να το διαχειριστώ καθόλου αυτό. Δεν έχω μιλήσει με τους γονείς μου για εβδομάδες και δεν σκοπεύω να τους μιλήσω ξανά, όχι γι’ αυτό που έκαναν σε εμένα ή τον αδερφό μου. Είναι αλήθεια και συνέβη. Συνέβη. Οι γονείς μου με έκαναν να πιστεύω πως ο αδερφός μου είναι νεκρός ή ότι τον απήγαγαν για πάντα, όταν στην πραγματικότητα απλά “το έσκασε” και όταν ήθελε να επιστρέψει τον απέρριψαν. Κλαίω “γα………” αυτή τη στιγμή. Πως μπορέσατε να το κάνετε αυτό; “Γα………….” Θεέ ΄’γα….” τους χριστιανούς σου και τον Χριστό. Δεν ξέρω καν τι “γα…….” λέω αυτή τη στιγμή, συγγνώμη!
3ο μήνυμα
Εδώ είναι όλες τις τελευταίες νέες λεπτομέρειες της υπόθεσης μου: Την ημέρα, αφού έκανα την τελευταία μου ανάρτηση, ξύπνησα και με κάλεσαν στη δουλειά. Είπα στη σύζυγο μου – η οποία είναι πραγματικά η έμπιστη μου και της λέω τα πάντα- όλη την ιστορία. Δεν της έκανε τόσο έκπληξη. Δεν συμπαθεί κιόλας τόσο τους γονείς μου. Αλλά και αυτή, όπως και πολλοί από εσάς μου είπατε, μου είπε να καλέσω στο τηλέφωνο του αδερφού μου αμέσως. Επέμενε σε αυτό. Πήρε το γιο μας έξω για μια ολοήμερη βόλτα, ώστε να μείνω μόνος για να μιλήσω μαζί του. Πληκτρολόγησα τον νούμερο περίπου 7 φορές πριν πατήσω το κουμπί της κλήσης. Άρχισε να καλεί και να καλεί και μετά το “έκλεισα.” Μετά νευρίασα με τον εαυτό μου και ξανακάλεσα. Καλούσε καλούσε, ώσπου βγήκε αυτόματος τηλεφωνητής. Δεν άφησαν κανένα φωνητικό μήνυμα. Πήρα τη γυναίκα μου και της είπα να γυρίσει πίσω και εκείνη αρνήθηκε μέχρι να μιλήσω με κάποιον στην άλλη γραμμή του τηλεφώνου.
Μετά από μια ώρα αναμονής και αφού ήπια δύο ποτήρια ουίσκι στη μια το μεσημέρι,κάλεσα το νούμερο ξανά. “Χτύπησε” τρεις φορές. Πανικοβλήθηκα. Το “έκλεισα.” Αλλά αυτή τη φορά,ο αριθμός με καλούσε πίσω. Ορκιζόμαι στο Θεό (Θεούς), ό,τι βρίσκεται εκεί πάνω, ότι νόμιζα πως θα σταματούσε η καρδιά μου. Κόντεψα να κάνω εμετό εκείνη τη στιγμή. Απάντησα στην κλήση.
Το πρώτο πράγμα που άκουσα αλλά από την άλλη μεριά της γραμμής ήταν ένας άντρας να γελάει. Υπήρχε αέρας στο τηλέφωνο. Το άτομο στην άλλη γραμμή ήταν έξω και είχα αέρα. “Ποιος είναι;”
Ήταν η φωνή του. Την ήξερα αυτή τη φωνή. Ήταν ο “γα………” αδερφός μου. Ο αδερφός μου. Που έλειπε για χρόνια. ΄’Έκλεισα” το στόμα μου μετά χέρια μου που έτρεμαν και απλά κάθισα ακούνητος. Συνέχιζε να με ρωτάει ποιος είναι! Ο τύπος που ήταν δίπλα του προσπαθούσε να του μιλήσει. Μου το έκλεισε. Τον ξανακάλεσα αμέσως. Απάντησε ξανά.
Κι εγώ ο “μ………”, το πρώτο πράγμα που είπα μετά από χρόνια που δεν τον είχα δει και πίστευα πως ήταν νεκρός ήταν : ” Έχω τον αριθμό σου” τραυλίζοντας. Με ρώτησε ποιος ήμουν και τι ήθελα. Είπα ” Εγώ είμαι”. Σκέφτηκα πως του “έπεσε” το ακουστικό του τηλεφώνου. Μετά τον άκουσα να λέει σε κάποιον να “κλείσει” το ραδιόφωνο και να κλείσει το παράθυρο. Ο ήχος του αέρα σταμάτησε. Μετά ρώτησε το όνομα μου. Του είπα και μου είπε πως λέω ψέματα. Του είπα πως πήρα το τηλέφωνο του από το δίκτυο εξαφανισμένων παιδιών και από τους ιδιωτικούς ερευνητές. Τον άκουσα να αναστενάζει. Με ρώτησε τι χρώμα κορδόνια παπουτσιών φορούσε σε ένα πικ-νικ που είχαμε πάει όταν ήμασταν μικροί, και θυμήθηκα την μαμά μου να γίνεται έξω φρενών με τα πορτοκαλί κορδόνια στα μπλε παπούτσια του. Ήταν η τελευταία φορά που ήμασταν μαζί σαν οικογένεια.
Μπορώ να πω πως έκλαιγε. Το πρώτο πράγμα που με ρώτησε ήταν : “Που είσαι;” Του είπα ότι μένω μερικές ώρες μακριά από το σπίτι. Χωρίς κανένα δισταγμό,μου είπε ” Έρχομαι”. Πήγε κατευθείαν στο αεροδρόμιο χωρίς καμία αποσκευή, αγόρασε ένα αεροπορικό εισιτήριο και “πέταξε” αμέσως προς εμένα. Μιλούσαμε στο τηλέφωνο όλη την ώρα. Όταν περπατούσε στην πύλη του αεροδρομίου, κατάλαβα αμέσως ποιος είναι. Είναι μεσήλικας, με γκρίζα μαλλιά, μυώδης. Μοιάζει στον πατέρα μας, αλλά είναι καλύτερος βέβαια. Ξέρω ότι αν του το είχα πει αυτό, θα νευρίασε. Κυριολεκτικά πέρασα πάνω από μια κυρία και απλά τον αγκάλιασα. Είναι δύο κεφάλια πιο ψηλός από μένα. Μπορούσε να με σηκώσει ψηλά. Έκλαιγε, έκλαιγα. Κατέρρεα. Πήγαμε σε ένα μπαρ του αεροδρομίου. Δεν με άφηνε από δίπλα του. Συνέχεια με κρατούσε από τον ώμο. Μου έλεγε συνεχώς πως όλο αυτό του φαίνεται σαν ψέμα. Μου ζήτησε συγγνώμη. Συνέχισε να κλαίει και να μου λέει πόσο απαίσια ένιωθε. Του είπα να τα ξεχάσει όλα και να μου πει για τη ζωή του.
Είναι παντρεμένος. Ο σύζυγός του είναι γιατρός, παιδίατρος με ειδίκευση στην ογκολογία. Ζουν στο βορειοδυτικό ατλαντικό. Έχουν δύο κορίτσια, 12 και 8 ετών. Εργάζεται ως νομικός σύμβουλος και έχει το δικό του δικηγορικό γραφείο. Έχει μια υπέροχη ζωή. Μου είπε πως πίστευε ότι τον μισώ και ότι δεν ήθελα να έχω να κάνω μαζί του. Καθίσαμε στο μπαρ για ώρες. Κυριολεκτικά,για ώρες. Νομίζω πως κάτσαμε για περίπου 6 ώρες πριν τον ικετεύσω να έρθει σπίτι μου και να γνωρίσει τη σύζυγο μου. Πήγαμε σπίτι και η γυναίκα μου είχε τόσο ξαφνιαστεί. Τον αγκάλιασε και τον παρακάλεσε να μείνει μαζί μας. Εκείνη τη στιγμή, ο σύζυγός του συνέχιζε να τον καλεί, είχε “τρελαθεί”. Δεν είχε ιδέα τι συμβαίνει. Πίστευε ότι τον εγκατέλειψε ή κάτι τέτοιο. Ήταν τρέλα για κάποιες μέρες μέχρι να του εξηγήσει τα πάντα. Ο γιος μου και ο αδερφός μου ήταν “σαν δυο σταγόνες νερό”. Ειλικρινά, ποτέ δεν ήθελα παιδιά. Ο γιος μου ήταν ένα υπέροχο ατύχημα, αλλά δεν είμαι καλός με τα παιδιά. Φοβάμαι πάντα μην τους κάνω κακό. Αλλά ο αδερφός μου είναι “επαγγελματίας”. Τα παιδιά τον λατρεύουν.
Έμεινε μαζί μας για δύο εβδομάδες. Και μέσα σε δύο εβδομάδες, άλλαξε όλη μου η ζωή. Ο σύζυγος του και οι κόρες τους μας επισκέφθηκαν. Ο εξ-αγχιστείας αδερφός μου και οι δύο ανιψιές μου. Η οικογένεια μου. Ήταν η οικογένεια μου. Είναι η οικογένεια μου. Ο αδερφός μου θέλει εγώ και η γυναίκα μου να μετακομίσουμε κοντά τους. Η σύζυγος μου συμφωνεί. Εργάζομαι σαν καθηγητής πανεπιστημίου και ήδη ψάχνω αν υπάρχουν κενές θέσεις αλλού. Βρήκα μια και με καλύτερα χρήματα. Δεν σκοπεύω να συγχωρήσω τους γονείς μας ,αλλά ο αδερφός μου τους αγαπάει ακόμα. Πήγε στο σπίτι τους και τους χτύπησε την πόρτα. Ο πατέρας μου του “έκλεισε την πόρτα” στα μούτρα. Η μητέρα μου τον αγκάλιασε και του είπε να προσέχει τον εαυτό του. Και μετά του φώναξε να φύγει. Δεν μπορώ να τους συγχωρήσω γι’ αυτό. Θέλω να είμαι με την οικογένεια μου. Θέλω να αναπληρώσω όλο τον χαμένο χρόνο.
Τώρα, είναι δύο τα ξημερώματα και πίνω ουίσκι σ’ ένα ψηλό ποτήρι και βαθμολογώ γραπτά. Η πανέμορφη, υπέροχη, έξυπνη, απίστευτη σύζυγος μου κοιμάται στον καναπέ. Της αρέσει να με βλέπει να διορθώνω γραπτά. Ο γιος μου κοιμάται στο δωμάτιο μου “σκεπασμένος” με όλα τα λούτρινα ζωάκια που του έφερε ο θείος του. Είμαι εδώ, τόσο ευτυχισμένος και “γεμάτος” ξέροντας ότι η οικογένεια μου έχει μεγαλώσει και διπλασιαστεί τόσο ξαφνικά. Η καρδιά μου είναι ευτυχισμένη. Είμαι τόσο χαρούμενος, τώρα Reddit. Είμαι τόσο χαρούμενος.
Ειρήνη Κ.