Η Βραζιλία είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα μέρη του κόσμου για τα τρανς άτομα, ιδιαίτερα για τις τρανς γυναίκες. Το 2019, η χώρα είχε τον μεγαλύτερο αριθμό δολοφονιών τρανς ατόμων παγκοσμίως – τουλάχιστον 130 – σύμφωνα με το Trans Murder Monitoring Project.
Αυτόν ακριβώς τον αριθμό επιδιώκει να περιορίσει μια νέα εφαρμογή, βοηθώντας τις τρανς γυναίκες στη χώρα να αποκτήσουν σημαντικές πληροφορίες για την ασφάλειά τους.
Η εφαρμογή ονομάζεται Dandarah(από το όνομα μιας τρανς γυναίκας που δολοφονήθηκε το 2017 στη Βραζιλία) και δίνει τη δυνατότητα στα άτομα που την χρησιμοποιούν να δουν, μέσω ενός διαδραστικού χάρτη, πληροφορίες σχετικά με περιοχές που υπάρχουν τρανς άτομα. Έχουν, επίσης, τη δυνατότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους σε πραγματικό χρόνο ανταλλάσσοντας πληροφορίες για το μέρος που βρίσκονται. Επιπλέον, μπορούν να ενεργοποιήσουν το “κουμπί πανικού”, επικοινωνώντας συγχρόνως με πέντε επαφές που έχουν ορίσει κατά την εγκατάσταση της εφαρμογής.
Αφού έλαβε πέρυσι χρηματοδότηση από τον Jean Wyllys, έναν από τους λίγους ανοιχτά γκέι πολιτικούς της Βραζιλίας (ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα πέρυσι, μετά από απειλές), το “Dandarah” αναπτύχθηκε από μια ομάδα Καναδών ερευνητών με υπεύθυνη την Monica Malta. Η εφαρμογή ξεκίνησε ως εργαλείο έρευνας για την UNESCO το 2017, με στόχο να ερευνήσει τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι τρανς γυναίκες της Βραζιλίας. Μελετώντας περισσότερα από 3.000 άτομα, η Malta και η ομάδα της διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες αυτές αντιμετωπίζουν «μια τρομερή και διαδεδομένη εμπειρία βίας και διακρίσεων».
Στην έρευνα συμμετείχε και η Dandara don Santos(η εφαρμογή πήρε το όνομά της), η οποία μάλιστα είχε δηλώσει πως αυτό που την απασχολούσε κυρίως ήταν η ασφάλεια της κοινότητάς της. Η δολοφονία της ενέπνευσε τη Malta και την ομάδα της να δημιουργήσουν το “Dandarah”, δίνοντάς το στην κυκλοφορία τον περασμένο Δεκέμβριο. Μέχρι στιγμής το χρησιμοποιούν περισσότερα από 5.000 τρανς γυναίκες στη χώρα.
“Ο θάνατος της Dandara δε θα ξεχαστεί”, δήλωσε η Malta στο VICE. “Η ομάδα μας δούλευε από κοντά με την τρανς κοινότητα πριν από αυτή τη φρικτή δολοφονία και θα συνεχίσει να το κάνει, ώστε να δημιουργηθούν στρατηγικές που θα ενισχύσουν της ασφάλεια της κοινότητας αυτής και θα την βοηθήσει να αναγνωρίσει τα άτομα από τα οποία κινδυνεύουν”.