Σε αυτό το αφιέρωμα αγγίζουμε το θέμα των λεσβιακών ταυτοτήτων, ένα θέμα που επανειλημμένα τοποθετείται στην «ντουλάπα», εκτός και εντός πολλές φορές, των ΛΟΑΤΚΙ κοινοτήτων.
Μέσα από τις παρακάτω αφηγήσεις προσπαθούμε να συνδιαμορφώσουμε τις διάφορες λεσβιακές ταυτότητες δημιουργώντας ένα πλαίσιο ορατότητας, και αποδομώντας τους όποιους τρανσφοβικούς αποκλεισμούς και επικεντρώσεις στην cis επιθυμία. Βάζουμε αστερίσκο στις λέξεις «λεσβία» και «γυναίκα» με μια διάθεση συμπεριληπτικής επανοικειοποίησης των δύο αυτών όρων, έτσι ώστε να χωράμε μέσα όσα άτομα το επιθυμούμε.
* Οι όροι «λεσβία» και «γυναίκα» χρησιμοποιούνται συμπεριληπτικά και αναφέρονται σε όποιο άτομο ταυτίζεται με αυτές τις εμπειρίες βιωματικά ανεξαρτήτως ταυτότητας και έκφρασης φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού.
ΒDSM και Φεμινισμός: Ο Φεμινισμός της Καύλας
TW: Τραύμα & δυναμικές ισχύος
Too much research has been focused on “What causes homosexuality?”
Perhaps a more relevant research question is
“What keeps us from being sexual in all the dimensions of our life?” – Stayton, 1980, The Universe as a turn on
“Therefore, these feminist sexualities encompass both enjoyment
and suffering wrapped tightly around a complex politics of desire.” – Gravelet, 2014, Feminist Un/Pleasure
Το αν ο σαδομαζοχισμός και ο φεμινισμός είναι συμβατές ή αλλαηλοαποκλειόμενες έννοιες είναι ένα ντιμπέιτ που ταλανίζει το λεσβιακό σεξ για δεκαετίες. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, το φεμινιστικό κίνημα διχάστηκε έντονα προσπαθώντας να δώσει μία απάντηση. Αποτέλεσμα των sex wars όπως ονομάστηκαν, ήταν η δημιουργία δύο πόλων: ο φεμινισμός κατά της πορνογραφίας (anti-porn) και ο φεμινισμός υπέρ του σεξ (pro-sex). Ως βασικός εκπρόσωπος του πόλου κατά της πορνογραφίας, η φεμινιστική ομάδα Women Against Violence in Pornography and Media, επιχειρηματολογούσε ότι όπως η πορνογραφία, έτσι και ο σαδομαζοχισμός συνιστούν βία κατά των γυναικών υπό τη μορφή τελετουργίας και πρέπει να καταργηθούν αδιακρίτως και να ποινικοποιηθούν. Στον πόλο υπέρ του σεξ, η φεμινιστική ομάδα Samois υπερασπιζόταν το δικαίωμα των γυναικών στη σεξουαλική επιλογή και την ελεύθερη έκφραση της καύλας χωρίς περιορισμούς. Με το επιχείρημα ότι κοινωνικοί περιορισμοί είχαν ήδη διαχρονικά επιβληθεί στη γυναικεία σεξουαλικότητα, η Samois υποστήριζε ότι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης από τους περιορισμούς είναι η ολοκληρωτική τους άρση. Κατηγορούσε δε τις οπαδούς του άλλου πόλου για συντηρητισμό και πουριτανισμό. Και φυσικά οι πρώτες κατηγορούσαν τις δεύτερες για αναπαραγωγή και διαιώνιση τοξικών για τις γυναίκες πατριαρχικών προτύπων υποταγής. Το BDSM είναι μια σειρά ψυχολογικών, ερωτικών, αισθησιακών και σεξουαλικών πρακτικών, σκέψεων ή φαντασιώσεων που έχουν δύο χαρακτηριστικά: ανισότιμη δυναμική ισχύος μεταξύ των συμμετεχόντων, και κανόνες ασφάλειας, νομιμότητα και συναινετική συμμετοχή όλων των ατόμων. Μπορεί να περιλαμβάνει πόνο, δεσμά, παιχνίδια ρόλων με πειθαρχία, κυριαρχία, υποταγή, υποτίμηση, υποτέλεια, αισθητηριακό περιορισμό και εξύβριση, οδηγίες, εντολές και τιμωρίες. Οι λέξεις από μόνες τους μπορούν να πατήσουν επώδυνες σκανδάλες. Και όχι άδικα. Η γυναικεία* εμπειρία πολύ συχνά συμπεριλαμβάνει αυτές τις εμπειρίες με τρόπους μη συναινετικούς και βαθιά τραυματικούς όχι μόνο στο χώρο των ερωτικών ή σεξουαλικών σχέσεων αλλά σε οικογένειες, εργασιακά πλαίσια, παρέες, χώρους διασκέδασης οπουδήποτε υποτίθεται ότι θα έπρεπε να νιώθουμε ασφαλείς. Το να έρθουν λοιπόν και στο κρεβάτι**, σε ένα χώρο ασφάλειας, ευαλωτότητας και απόλαυσης, μπορεί να φέρει στην επιφάνεια άγχος, αηδία, φόβο, ντροπή και θυμό. Πολύ, δικαιολογημένο, αξιοσέβαστο και δίκαιο θυμό που μπλοκάρει τη σεξουαλική απόλαυση. Τι γίνεται αν όλα τα παραπάνω συναισθήματα μπλέκονται με απόλαυση, περιέργεια, και επιθυμία για κίνκυ δρασηριότητα; Η Dana, leather dyke και ακτιβίστια του σαδομαζοχισμού στη δεκαετία των πολέμων του σεξ το 1980, δέχονταν τόσο σφοδρή κριτική ως «κακή λεσβία και κακή φεμινίστρια» (Kleinplatz, 2006) που αποφάσισε να αποκρύψει την ταυτότητά της και να καταστείλει τη σ/μ σεξουαλική της επιθυμία από φόβο για τη «φήμη» της στην κοινότητά της. Η αυτοκαταστολή κίνκυ ενδιαφερόντων ή δραστηριοτήτων δεν είναι σπάνια επιλογή. Όπως εξηγεί ο Pat Califia, ιδρύτης της ομάδας Samois, «Όταν έχεις μόνο μια χούφτα ανθρώπους που κατανοούν τον τρόπο ζωής σου, η υποστήριξή τους γίνεται τόσο σημαντική που καμία συγχώρεση δεν μπορεί να υπάρξει στην προδοσία». Ο Califia αιτιολογούσε με αυτή την τοποθέτηση τη διάλυση της ομάδα λόγω εσωτερικών διαφωνιών, όμως το αίσθημα της προδοσίας απέναντι στη φεμινιστική ταυτότητα με την παραδοχή κίνκυ ενδιαφερόντων ή τη δραστηριοποίηση στο BDSM είναι η εμπειρία πολλών λεσβιών*. Κι έρχεται πάλι με ντροπή, αμηχανία, και φόβο. Πολύ, δικαιολογημένο, και μουδιαστικό φόβο, παραλυτικό προς τη σεξουαλική έκφραση και κατασταλτικό στη σεξουαλική επιθυμία. Το BDSM δεν είναι κακοποίηση. Είναι η απολαυστική συναινετική διερεύνηση ορίων και σεξουαλικών επιθυμιών, πολλές φορές μέσα από την επανοικειοποίηση και την ασφαλή πλαισίωση μοτίβων και κοινωνικών δυναμικών ισχύος που έξω από το πλαίσιό του είναι τοξικά. Η Marie, νεαρή κίνκστερ η ίδια, λέει πως «Είναι αστείο ότι παίζοντας ένα ρόλο που δεν είναι αυτό που πραγματικά είσαι μπορείς να έρθεις πιο κοντά στο να γίνεις αυτή που πραγματικά είσαι. Και γι’αυτό [το BDSM] είναι τόσο τρομακτικό» (Kleinplatz, 2006, σελ. 329). Και συνεχίζει: «Πίστευα πως η ημέρα που θα ήμουν πραγματικά ελεύθερη θα ήταν η μέρα που θα ξεφορτωνόμουν της σ/μ φαντασιώσεις μου. Μάλλον ανακαλύπτω ότι η μέρα που θα είμαι ελεύθερη είναι η μέρα που θα τις διεκδικήσω» (σελ. 333). Υπό τους αυστηρούς κανόνες συναίνεσης και επίγνωσης ρίσκου που το διέπουν, το BDSM μπορεί να γίνει απελευθερωτικό και επουλωτικό. Πάντα θα φέρνει στην επιφάνεια πολώσεις. Η πολιτική εμπειρία της σεξουαλικότητας και των σεξουαλικών επιθυμιών μας κουβαλάει τραύματα και απολαύσεις. Σε όποιο σημείο το πόλου κι αν κοιτάξουμε όμως, υπάρχουν κοινές ανάγκες για κατανόηση, αλληλοϋποστήριξη, ορατότητα, αναγνώριση του τραύματος, στοργή και επούλωση. Και τελικά καύλα και σεξουαλική απόλαυση. «Τι είναι αυτό που μας εμποδίζει να είμαι σεξουαλικές σε όλες τις διαστάσεις της ζωής μας;»
*Αναγνωρίζουμε ότι δε συμβαίνει όλο το σεξ σε κρεβάτια. Ο όρος «κρεβάτι» χρησιμοποιείται συμπεριληπτικά για κάθε έπιπλο, χώρο, ή μέρος που μπορεί να εμπνεύσει σεξουαλική δραστηριότητα.
Χρυσούλα Ηλιοπούλου – Ψυχοθεραπεύτρια, Κλινική Σεξολόγος
«Ευτυχώς εμείς στην γειτονιά όλες λεσβίες είμαστε»
Θυμάμαι συχνά πυκνά αυτήν την ατάκα της «Θεοπούλας» από το Παρά Πέντε. Ήταν η πρώτη φορά στην ζωή μου που άκουσα την λέξη «Λεσβία» στην τηλεόραση. Και δεν ήμουν καν παιδάκι τότε. Χρωστούσα 15 μαθήματα, κάπνιζα δύο πακέτα την ημέρα και ήμουν 20 χρονών! Τα προηγούμενα είκοσι χρόνια πέρασαν με εμένα παιδάκι να ακούω πνιχτά σχόλια στις συζητήσεις των “μεγάλων” για όσες γυναίκες* ήταν ίσως ανύπαντρες ή απλά και μόνο δεν χωρούσαν απαραίτητα στα ετεροκανονικά πρότυπα. Θυμάμαι να αναφέρονται στους γκέι άντρες με πολύ πλούσιο – θα έλεγε κανείς – λεξιλόγιο, αλλά για τις γυναίκες δεν υπήρχε λέξη. Ήταν “ξέρεις, από αυτές..” Fast Forward από το μακρινό 2006 στο 2020. Ανεβαίνω στην σκηνή, μία από τις πρώτες μου τότε φορές στην Ελλάδα. Ήμουν στην σκηνή 5 λεπτά με το ρολόι και κατεβαίνοντας με πλησιάζει ένας τύπος. Μου δίνει συγχαρητήρια και μου λέει επί λέξει “μπράβο, είσαι πολύ καλή, αλλά γιατί λες συνέχεια ότι είσαι λεσβία;” Κοιτάω τις σημειώσεις μου, η λέξη «λεσβία» υπήρχε μόλις 4 φορές! Είμαι στην σκηνή με την ταυτότητα μου, μιλάω για την λεσβιακή εμπειρία, και η λέξη λεσβία έχει ακουστεί τέσσερις φορές – δεν τις λες και πολλές. Σίγουρα όμως παραπάνω από όσες την είχα ακούσει εγώ μέχρι τα είκοσι μου! Προσπερνάω το ακάλεστο mansplaining και τον ρωτάω τι ακριβώς τον ενόχλησε. Προφανώς και δεν είχε απάντηση. Η απάντηση όμως ήταν εκεί, μπροστά του κι ας μην ήθελε να την δει! Πάμε στο πιο πρόσφατο 2021. Δίνω συνέντευξη σε μια μεγάλη, ας πούμε, εφημερίδα. Ο δημοσιογράφος, θέλοντας να μου απευθύνει μια ερώτηση σχετική με την ταυτότητα μου, κόμπασε πριν πει την λέξη «λεσβία». Τον σταματάω εκεί. Μικρή παρένθεση εδώ: Υπάρχουν τρεις τρόποι να πεις την λέξη «λεσβία». Ο πρώτος είναι αυτός που περιέχει μια μικρή παύση πριν την πεις. Ο δεύτερος είναι αυτός που έχει ένα χαμήλωμα στην ένταση της φωνής όταν την λες. Ο τρίτος είναι αυτός που την κάνει να ακούγεται ως βρισιά. Μία μικρή απάντηση χωράει και στους δύο παραπάνω τύπους οι οποίοι είναι απλά ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα και παράδειγμα: Δεν είναι κακιά λέξη η Λεσβία! Αφού η κουρασμένη λεσβία μέσα μου εξήγησε σε έναν ακόμη δημοσιογράφο ότι δεν είναι βρισιά η λέξη «λεσβία», συνεχίσαμε την συζήτηση. Η εφημερίδα κυκλοφόρησε εκείνη την Κυριακή με τη λέξη «λεσβία» στον τίτλο της συνέντευξης! Είναι δύσκολη λέξη να την πεις, πόσο μάλλον να την πεις δημόσια. Για αυτό και συχνά πυκνά η ευθύνη για την αορατότητα των λεσβιών μεταφέρεται στις λεσβίες. «Πού είναι οι διάσημες λεσβίες», «γιατί κρύβονται οι λεσβίες» είναι μερικές από τις χαρακτηριστικότερες λεσβιοφοβικές ερωτήσεις που ακούω. Και μέσα μου υπάρχει μια λεσβία που είναι κουρασμένη, μια λεσβία που σηκώνει το αναντίστοιχο βάρος να σου εξηγήσει, ενώ στην πραγματικότητα θέλει να σου φωνάξει πως «εδώ καλά – καλά εσύ, που δεν φέρεις καν το βίωμα, την εμπειρία και το τραύμα της λεσβίας δυσκολεύεσαι απλά και μόνο να προφέρεις αυτά τα έξι γράμματα». Οι λεσβίες είναι παντού. Ένα παλιό σύνθημα έλεγε πως «σε κάθε γάμο-βάφτιση υπάρχει μια λεσβία, μπορεί να είναι το μωρό, μπορεί και η θεία Λία». Οι λεσβίες δεν κρύβονται. Είναι οι εργαζόμενες που συναντάς κάθε μέρα, είναι οι συνάδελφοι σου, είναι στο μετρό το πρωί, στην ουρά στην τράπεζα, είναι η παλιά σου συμμαθήτρια ή η αγαπημένη σου θεία! Αν δεν ξέρεις καμία, μην αναρωτιέσαι γιατί. Είναι μάλλον γιατί δεν νιώθουν ασφαλείς να στο πουν! Οι λεσβίες – οι θηλυκές, οι αρρενωπές, οι ανδρόγυνες, οι τρανς, οι μη-δυαδικές κλπ – δεν χρωστάμε σε κανέναν coming out. Οι λεσβίες δεν χρωστάμε σε κανένα ορατότητα ή αορατότητα. Ούτε να γίνουμε η ανακουφιστική ιστορία του καθένα χρωστάμε, ούτε να σηκώνουμε ξανά και ξανά όλο το βάρος της ομοφοβίας, της τρανσφοβίας και του μισογυνισμού της κοινωνίας. Οι λεσβίες χρωστάμε μόνο στις εαυτές και στα εαυτά μας να ζήσουμε ασφαλείς. Κι ευτυχώς στην δική μου γειτονιά, όλες λεσβίες είμαστε.
Χριστίνα Βούλγαρη, κωμικός
Διαφανής για όλες τις ταυτότητες που κουβαλάω
«Ποια Χριστίνα, η λεσβία;», αντί του η Χριστίνα, η διευθύντρια Marketing & Operations. Θα θεωρήσω επιτυχία αν στο άμεσο μέλλον δεν χρειάζεται να μιλάμε για τη λεσβιακή ή όποια ταυτότητα, ως διαφοροποιό ουσία σε ένα βασικό επίπεδο διάκρισης ανθρώπων. Οι ταυτότητες έρχονται να υπογραμμίσουν σημεία διαφοροποίησης ή και μια διαφορετική οπτική πραγμάτων, όχι για να αποτελούν βάση διάκρισης. Προσπαθώ πλέον, να είμαι απολύτως διαφανής για όλες τις ταυτότητες που κουβαλάω. Τις φέρνω με μεγάλη περηφάνεια και στην εταιρεία που δουλεύω και στο κοινωνικό σύνολο μέσα στο οποίο λειτουργώ. Τη λεσβιακή ταυτότητά μου, αυτή της γυναίκας, της μητέρας, της ηλικίας μου. Η επιλογή του να μη διστάσω να μιλάω για τη λεσβιακή μου ταυτότητα, είναι γιατί θεωρώ ότι είναι μέρος της προσωπικότητάς μου, είμαι εγώ. Η επιλογή του να μη το κρύψω – πέρα από το ότι είμαι τυχερή που η Microsoft στηρίζει τη διαφορετικότητα, με στηρίζει προσωπικά, με ακούει, ψάχνει να βρει πως μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά ανθρώπους σαν εμένα – είναι γιατί θέλω πραγματικά η ταυτότητα όλων να είναι κάτι φυσιολογικό και αποδεκτό. Η ορατότητα αυτή βοηθάει τους γύρω μας να αναρωτηθούν πως διαχειρίζονται οι ίδιοι τη διαφορετικότητα. Και όχι στη λογική του να έχουν συγκεκριμένη συμπεριφορά ή να πρέπει να κάνουν κάτι ειδικά για εμάς, αλλά στη λογική του να αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι η κοινωνία μέσα στην οποία ζούμε ώστε να συνυπάρχουμε αρμονικά, να κοιτάμε μπροστά και να εστιάζουμε στο πώς θα φέρουμε το θετικό μας πρόσημο στο κοινωνικό σύνολο. Έχω υπάρξει δέκτης τέτοιων σχολίων στο παρελθόν, «η λεσβία» πριν την επαγγελματική μου ιδιότητα, όπως έχω υπάρξει και σε καταστάσεις του να είμαι η μοναδική γυναίκα μέσα σε μια αίθουσα και ενδεχομένως η νεότερη μέσα στην αίθουσα, με την ταυτότητα της λεσβίας να έρχεται να προστεθεί στο φύλο και στην ηλικία μου. Η κάθε ταυτότητα μπορεί να έρχεται με ένα βάρος, ακόμα και της διαχείρισης και εκπαίδευσης του ανθρώπου απέναντι, και καταλαβαίνω πώς μπορεί να μη θέλουμε να προσθέσουμε όλα αυτά τα βαρίδια πάνω μας από ψυχολογικής άποψης. Απλά πλέον, έχω φτάσει σε ένα εργασιακό επίπεδο αυτοπεποίθησης που έχω αποφασίσει ότι όσοι εστιάζουν σε ένα χαρακτηριστικό ή σε μία ταυτότητα όπως η δική μου λεσβιακή ταυτότητα, θα έρχονται σε δεύτερη μοίρα ως εκτός θέματος, γιατί το πλαίσιο της συζήτησης που έχουμε είναι η εργασιακή μου ιδιότητα. Ήταν μεγάλος ο φόβος μου στο παρελθόν του να προηγείται η «ταμπέλα» από την Χριστίνα ως επαγγελματία. Μέχρι που βρέθηκα σε εργασιακά περιβάλλοντα στα οποία δεν είχε σημασία το ότι είμαι λεσβία, δεν ήταν καν απαραίτητο να γίνει η όποια συζήτηση για κάτι που θεωρείται απολύτως φυσιολογικό. Πέρα από την τύχη του να είμαι στέλεχος μιας εταιρείας ή του να δουλεύω για τη συγκεκριμένη εταιρεία με προτεραιότητα τη συμπερίληψη, έχω την αυτοπεποίθηση που μου επιτρέπει να μιλήσω όχι μόνο για μένα αλλά και για άλλες ομάδες τις οποίες μπορούμε έμπρακτα να υποστηρίξουμε στο εργασιακό περιβάλλον. Ως υπάλληλος εδώ, έχω ενδυναμωθεί στο να βγαίνω και να μιλάω για τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζω λόγω της ταυτότητας μου ώστε να προχωρήσουμε ως κοινωνία. Προβλήματα που έχω αντιμετωπίσει ως λεσβία στην ελληνική κοινωνία, π.χ. με την ιατροφαρμακευτική κάλυψη της οικογένειάς μου. Η Microsoft έκανε τα πάντα για να καλύψει το σύνολο της οικογένειάς μου ακόμα και αν νομοθετικά αυτό δεν είναι αναγνωρισμένο. Θεωρώ πραγματικά ότι είναι μια ευκαιρία για όποια επιχείρηση να αναπτύξει ένα εργασιακό περιβάλλον, μια κουλτούρα που έχει σημασία το πόσο καλή/καλός είσαι σε αυτό που κάνεις, το πώς λειτουργείς και πώς συνεργάζεσαι. Πόσο ωφέλιμο πραγματικά και για την ίδια την εταιρεία να ενδυναμώνει όλους τους ανθρώπους να κάνουν περισσότερα, αναγνωρίζοντας πως άνθρωποι σαν εμάς έρχονται να δώσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ως προς το πως απευθύνονται στο σύνολο της κοινωνίας, πως ενδυναμώνουν αυτό το σύνολο και τους θεσμούς.
Χριστίνα Λεϊμονή, MARKETING & OPERATIONS DIRECTOR, MICROSOFT
«Τρέμουμε στην ιδέα να πλησιάσουμε την κοπέλα που μας αρέσει»
«Είδος προς εξαφάνιση» μοιάζει να είναι δυστυχώς στις ημέρες μας το φλερτ μεταξύ των γυναικών. Ανασφάλειες, φόβοι, κόμπλεξ, η τρέλα της καθημερινότητας, ο άνισος αγώνας που έχουμε επιλέξει να δώσουμε με το χρόνο για να προλάβουμε τα πάντα, έχουν παραγκωνίσει ή και επισκιάσει θα έλεγε κάποιος ένα από τα βασικότερα συστατικά που κάνουν τη ζωή μας πιο όμορφη πιο γεμάτη και πιο ουσιαστική, το φλερτ. Σχεδόν μία εικοσαετία στα μαγαζιά της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, κάνοντας μια γρήγορη αναδρομή στο παρελθόν συγκρίνοντας το με το σήμερα, η διαφορά είναι αισθητή. Σαν να λέμε η ημέρα με τη νύχτα. Μεσάνυχτα Σαββάτου και εγώ, όπως κάθε βράδυ τα τελευταία 17 χρόνια, είμαι στο πόστο μου. Το μπαρ έχει ξεκινήσει να γεμίζει. Μπροστά παρέες γυναικών διαφόρων ηλικιών. «Καλησπέρα, τι θα πάρετε;». Σερβίρω, στέκομαι και για λίγα δευτερόλεπτα παρατηρώ. Οι καιροί πλέον έχουν αλλάξει. Παλαιότερα ο κόσμος επιζητούσε την επικοινωνία. “Ραντεβού έξω από το μαγαζί στις 12 το βράδυ”. Ανυπομονούσαμε να έρθει το Σαββατοκύριακο, να ετοιμαστούμε, να βγούμε έξω, να συναντήσουμε τα αγαπημένα μας άτομα, να χορέψουμε, να ακούσουμε μουσική, να αφιερώσουμε το αγαπημένο μας τραγούδι στην κοπέλα που θέλουμε να κερδίσουμε διακαώς, κοινώς να φλερτάρουμε. Σήμερα η πλειοψηφία είναι «χωμένη» στις οθόνες των κινητών, περιμένοντας απεγνωσμένα ένα like, ένα friend request ή ένα match. Θεωρεί πως είναι η εύκολη λύση, αφού νιώθει ασφάλεια “κρυμμένη” πίσω από μια εφαρμογή, ενώ στην πραγματικότητα πέφτει στην μεγαλύτερη παγίδα που η ίδια έχει στήσει. Θέμα συζήτησης στις περισσότερες παρέες: «γιατί είμαι μόνη μου, γιατί δεν μου μιλάει καμία;». Κάποιες φορές μπαίνω στον πειρασμό να τους απαντήσω. «Είστε μόνες σας γιατί δεν φλερτάρετε και δεν αφήνετε την άλλη να σας προσεγγίσει». Αναρωτιέμαι τι έχει αλλάξει, τι έχει μεσολαβήσει. Σίγουρα τα social media, μόνο κακό μας έχουν κάνει. Ναι, όσο περνάνε τα χρόνια τόσο επιβεβαιώνομαι. Μπαίνει το αγαπημένο της τραγούδι, τα κινητά ψηλά, story, χαμός. “Είμαι καλή;” ρωτάει τη φίλη της. “Ναι ναι ανέβασε το, θα σε δει και θα σκάσει από τη ζήλια της”. Θυμάμαι στα δικά μου τα χρόνια τότε που ξεκινούσαμε, τα ραβασάκια «πηγαινοερχόντουσαν». Και δώστου τα σφηνάκια, τα κεράσματα, οι ματιές, οι αφιερώσεις και όσο περνούσε η ώρα τόσο ερχόμασταν όλο και πιο κοντά. Έβλεπες αυτή τη σπίθα στα μάτια του κόσμου. Αυτή τη σπίθα και αυτό το χαμόγελο που μόνο ένα όμορφο κομπλιμέντο, μια έξυπνη ατάκα, μόνο το φλερτ σου χαρίζει απλόχερα. Αυτή η σπίθα δυστυχώς έχει χαθεί. Την έχει αντικαταστήσει η θλίψη. Η θλίψη της μοναξιάς και η ανάγκη της επιβεβαίωσης. Βγαίνουμε, καλλωπιζόμαστε απλά για να λάβουμε ένα μήνυμα όταν επιστρέψουμε στο σπίτι ότι είμαστε όμορφες. Τρέμουμε στην ιδέα να πλησιάσουμε την κοπέλα που μας αρέσει. Θεωρούμε αδυναμία και πολλές φορές χλευάζουμε ένα άτομο που εκφράζεται. Η αγωνία μας είναι μην έρθει καμία και μας μιλήσει, γιατί είτε δεν έχουμε διάθεση είτε φοβόμαστε πως θα εκτεθούμε. «Το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο της γυναίκας είναι να διεκδικεί και να εκτίθεται», είχε γράψει η αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη. Παλιά η αγωνία μας ήταν τι θα πούμε για να μην φάμε «χυλόπιτα». Που να σου πω και κάτι; Ακόμα και τη «χυλόπιτα» που τρώγαμε την απολαμβάναμε! Έμπαινε στη λίστα με τις αγαπημένες μας συζητήσεις την επομένη! Εσύ λοιπόν που αναρωτιέσαι γιατί είσαι μόνη, βγες έξω! Διεκδίκησε αυτή που σου αρέσει, μίλα της, δώσε ραντεβού, χόρεψε, «μέθυσε» από τον έρωτα, μην φοβάσαι να εκτεθείς, φλέρταρε! Όλες εμείς που εργαζόμαστε τις ώρες που εσείς διασκεδάζετε είμαστε εκεί, είμαστε δίπλα σου στην ανταπόκριση ή και στην ήττα που μπορεί να φας. Έχεις δίπλα σου εμάς!
Μαριλένα Κότσια, barwoman
Μισογυνισμός και φαμ αορατότητα εντός και εντός ΛΟΑΤΚ χώρων
Θα σας μιλήσω για τους τρόπους που η φαμ λεσβιακή ταυτότητα έρχεται αντιμέτωπη με την cis ετεροκανονικότητα και θα μοιραστώ μαζί σας μερικές (από τις πολλές) ιστορίες μισογυνισμού που έχω βιώσει. Αρχικά να πω δυο πράγματα για την ιστορία της φαμ λεσβίας. Η φαμ λεσβία* συγκροτήθηκε ιστορικά ως ταυτότητα απέναντι και δίπλα στη μπουτς λεσβία. Η φαμ λεσβία αγκαλιάζει την αρρενωπότητα της μπουτς, της δίνει πνοή, νόημα και στήριγμα. Από την άλλη, η μπουτς απελευθερώνει το σώμα της φαμ από το στίγμα, το βάρος και τη ντροπή που έχει βιώσει ως θηλυκότητα μέσα στην ετεροπατριαρχία. Με λίγα λόγια, υπάρχουν η μία για την άλλη. Αυτή είναι η μακρινή ιστορία των μπουτς και φαμ λεσβιακών ταυτοτήτων όπως μας έρχονται από την Αμερική της δεκαετίας του ’60. Στην ελληνική πραγματικότητα, το στερεότυπο της λεσβίας είναι η «ανδρόγυνη», αρρενωπή τύπισσα που φοράει καρό πουκάμισο, οδηγεί μηχανή και έχει κοντό μαλλί. «Κάβλα!» Παρόλα αυτά, το να είσαι λεσβία δεν θα έπρεπε να προϋποθέτει αρρενωπότητα ή gender-crossing (δηλαδή μετακίνηση από μια έκφραση φύλου σε μια άλλη). H καρδιά της φαμ-φοβίας και του μισογυνισμού βρίσκεται ακριβώς στη σύνδεση που γίνεται μεταξύ λεσβίας και αρρενωπότητας. Στο μυαλό πολλών, η λεσβία, η «σωστή», η «αναγνωρίσιμη» είναι αρρενωπή ή τουλάχιστον αμφισβητεί τη θηλυκότητα με κάποιο τρόπο. Για μια φαμ λεσβία το γεγονός ότι δεν «περνάει» για λεσβία* σημαίνει ότι έχει να διαχειριστεί τα βλέμματα των αντρών στο δημόσιο χώρο. Σε όποιο μπαρ και αν βρεθεί όλοι αυτομάτως τη θεωρούν στρέητ. Μαθαίνει να «αποκρούει» ερωτικά βλέμματα και πεσίματα στρέητ αντρών. Αυτή η διαδρομή είναι μοναχική. Θα βρεθεί σε στρέητ χώρους και θα νιώσει ότι κανένας εκεί μέσα δεν τη «διαβάζει» ως λεσβία. Γίνεται αόρατη διαρκώς και παντού. Και ίσως χρειαστεί να κάνει πολλά coming out στη καθημερινότητά σε βαθμό εξαντλητικό. Η φαμ λεσβία ντύνεται και βάφεται για να αρέσει σε άλλες λεσβίες- αρρενωπές, ανδρόγυνες, μη-δυαδικές, τρανς, φαμ, ρευστά φύλα κτλ. Αυτό την διαφοροποιεί από άλλες γυναίκες εντός και εκτός ΛΟΑΤΚ χώρων που γουστάρουν cis άντρες. Κάθε φαμ λεσβία* έχει κάνει τη δική της εσωτερική διαδρομή για να βρει ξανά τη θηλυκότητά της. Προσωπικά, οι drag queens με βοήθησαν αρκετά. Όλη αυτή η extravaganza των drag queens…οι ψεύτικες βλεφαρίδες, οι γούνες, τα στρας, τα τακούνια, το μακιγιάζ, το ψαλιδάκι των βλεφαρίδων, το κονσίλερ, τα διχτυωτά! Μέσα από τις drag queens κατάφερα να επουλώσω πατριαρχικά τραύματα της θηλυκότητας. Ωστόσο αυτό που βρήκα ήταν και ένας βαθύς και αδούλευτος μισογυνισμός (κρατηθείτε μέχρι το τέλος). Ο μισογυνισμός για μια φαμ λεσβία ξεκινά από τα χουφτώματα στο λεωφορείο όταν είσαι 12 (κουλτούρα του βιασμού), στην ατάκα «πότε θα βρεις ένα καλό παιδί» που θα σου απευθύνει η μάνα σου (εδώ έχουμε το αφήγημα της «υποχρεωτικής ετεροφυλοφιλίας» δηλαδή όλες οι λεσβίες είναι στρέητ γυναίκες που απλά δεν έχουν βρει το σωστό άντρα), στο συνεχές mansplaining, στην υποτίμηση με γελάκια και συγκαταβατικότητα, σε σχόλια για το βάψιμο ή το ντύσιμο (μπορώ να γράφω σελίδες). Ακολουθούν μισογυνίστικες εικόνες και σχόλια εντός και εκτός ΛΟΑΤΚ και φεμινιστικών χώρων: Ένας άντρας συνάδελφος στη δουλειά σχολίασε ότι φοράω έντονη μπλε σκιά και φαίνεται σα να έχω φάει μπουνιά στο μάτι. Άλλη συνάδελφος και δευτεροκυματική φεμινίστρια by the way σχολίασε ότι φοράω στενό κολάν που διαγράφει το κώλο μου και θα με κοιτούν οι μαθητές στους οποίους έκανα επιμόρφωση για την έμφυλη βία. Ένας γκέι καλλιτέχνης στον κουήρ χώρο μου είχε πει ότι έχω «θέματα» με τους άντρες (κλασσικό μισογυνιστικό σχόλιο) και συνέχισε με την ατάκα «εγώ ήμουν αυτός που αναγνώρισε τη δουλειά σου». Άφησα για το τέλος το πιο σοκαριστικό (και ναι, θα χαλάσω την επίπλαστη χαρά των γκέι αντρών που κάνουν ντραγκ χωρίς να έχουν δουλέψει κάποια πράγματα): Πριν δύο μήνες βρέθηκα σε έναν talent σόου ως μέλος της κριτικής επιτροπής. Ήμουν τόσο χαρούμενη που είχα βρεθεί εκεί. Έδινα την καλύτερη μου εαυτή σε ειρωνεία, χιούμορ και (αυτο) σαρκασμό. Μεταξύ των συμμετεχόντων ήταν και ένα άτομο- θα πω γκέι αγόρι χωρίς να ξέρω μετά βεβαιότητας- που ήθελε να ξεκινήσει ντραγκ που δε μπορούσε να διακρίνει την σκέτη κακία από το σαρκασμό. Το σόου τελειώνει. Το γκέι αγόρι με το φίλο του έρχονται να πιάσουν κουβέντα και συνεχίζουμε το (αυτό) σαρκασμό. Η κλιμάκωση δεν ήταν σταδιακή. Από το «βάφομαι καλύτερα από σένα» πέρασε στο «ο πούτσος μου είναι μεγαλύτερος από τη κλειτορίδα σου». Έμεινα άφωνη. Τον έβαλα στη θέση του όπως μπορούσα (ή δεν μπορούσα). Γύρισα σπίτι και έκλαψα για τη πολύπαθη λεσβιακή* θηλυκότητα.
Ντιάνα Μάνεση – Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Ποιήτρια
Ζευγάρι σε σύμφωνο
Καμία μας δεν πίστευε ότι το σύμφωνο θα επηρέαζε τη σχέση στην καθημερινότητα της. Ο λόγος όμως που και οι δύο θέλαμε να το κάνουμε, πέραν των εξασφαλίσεων που μας έδινε σε οικονομικά ζητήματα και ζητήματα υγείας, ήταν η αίσθηση ότι ερχόμαστε, νομικά έστω, πιο κοντά στην αίσθηση ισότητας. Το σύμφωνο συμβίωσης ήταν μία κατάκτηση για τα δικαιώματα μας και θέλαμε να το αξιοποιήσουμε. Όταν αποφασίσαμε να κάνουμε ένα μεγάλο πάρτι για να γιορτάσουμε το σύμφωνο, μπήκαμε σε μια έντονη εγρήγορση ώστε όλες οι υπηρεσίες που θα βρίσκαμε, από το catering, μέχρι τον χώρο εκδήλωσης ή το συμβολαιογράφο, να είναι «friendly». Ήταν πολύ σημαντικό για εμάς εκείνη η στιγμή της γιορτής όλοι να είναι ελεύθεροι και ασφαλείς. ‘Ήταν όμως και μία πρόσθετη αγωνία, στο ήδη υπάρχον άγχος που έχει μια τέτοια διαδικασία, η οποία δεν επιβαρύνει ποτέ ένα ετερόφυλο ζευγάρι. Ήμασταν πολύ τυχερές και βρήκαμε αμέσως όλους αυτούς τους καταπληκτικούς επαγγελματίες. Έτσι, οι φίλοι μας, οι συνάδελφοι και οι περισσότεροι από τους συγγενείς ήταν όλοι εκεί να μας στηρίξουν και να χαρούν με την ψυχή τους για εμάς. Δεν μπορούμε να πούμε ότι βρεθήκαμε αντιμέτωπες με κάποια έντονη ομοφοβική αντίδραση από το περιβάλλον μας άλλα ούτε και θεσμική διάκριση, ως αποτέλεσμα της απόφασης μας να συνάψουμε το σύμφωνο. Για παράδειγμα, και στις δύο μας δόθηκαν αυτονόητα άδειες «γάμου» από τις εργασίες μας. Βρεθήκαμε όμως εκτεθειμένες σε πολλές μορφές μικρο-επιθετικότητας, άλλες φορές κωμικοτραγικές -όπως όταν υπέθεσαν από την πρόσκληση του πάρτι ότι πρόκειται για βάφτιση διδύμων κοριτσιών- εώς και πιο σοβαρές. Όλες όμως είχαν το ίδιο αποτέλεσμα: καθιστούσαν το είδος της σχέσης μας σταθερά ένα θέμα συζήτησης, χωρίς αυτό να είναι το ζητούμενο από εμάς. Η συζήτηση ξεκινούσε συχνά μετά τη διόρθωση στο αυτονόητο συμπέρασμα ότι ήμασταν παντρεμένες με άντρα. Και η αλήθεια είναι ότι κάποιες φορές αφήναμε χωρίς διόρθωση αυτό το συμπέρασμα, όταν νιώθαμε ότι δεν είχαμε ενέργεια γι’ αυτό που θα ακολουθούσε, χωρίς να λείπει βέβαια και η ενοχή για την αποσιώπηση. Η επαφή με τις δημόσιες υπηρεσίες και δημόσιους φορείς πάντα ήταν οι πιο άβολες ως προς αυτά τα ζητήματα. Ένα πιο διερευνητικό βλέμμα της υπαλλήλου στο ληξιαρχείο που πήγαμε να καταθέσουμε το σύμφωνο και αμέσως η ίδια εγρήγορση: «είναι απότομη γιατί βαριέται κλεισμένη εδώ ή γιατί είδε ότι πρόκειται για σύμφωνο ομόφυλης σχέσης»; Υπήρχαν και οι «καλοπροαίρετες» μικροεπιθετικότητες, όταν δεχόμασταν επαίνους για τον ηρωισμό της κίνησης μας. «Είσαι πολύ προχώ», ήταν η αντίδραση μιας συναδέλφου ψυχιάτρου όταν απάντησα σε ερώτησή της για το αν είμαι παντρεμένη. Άλλες φορές, προσπαθώντας να δώσει αξία σε κάτι που μάλλον δεν αναγνώριζε ως ισάξιο, κάποιος άλλος θα κατέληγε -φυσικά χωρίς να το ζητήσουμε- στην κλασσική σύγκριση «καλύτερα εσείς που κάνατε σύμφωνο, παρά άλλοι που ζουν σε διαλυμένους γάμους ή πλακώνονται». Λες και εμείς δεν καυγαδίζαμε ή δεν διατρέχαμε τον κίνδυνο, όπως όλα τα ζευγάρια, να βρεθούμε κάποια στιγμή σε μία σχέση που τελείωσε η αγάπη. Είχαν μια περίεργη αντιφατική αίσθηση όλα αυτά τα σχόλια γιατί ενώ φαινομενικά μας τιμούσαν, ταυτόχρονα μας δημιουργούσαν έντονο εκνευρισμό. Διαβάζοντας αργότερα γύρω από ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα, διαπιστώσαμε ότι αυτή η αντιφατική κατάσταση είχε όνομα και λεγόταν «εξωτικοποίηση», ένα είδος μικροεπιθετικότητας. Η αίσθηση μας είναι ότι το σύμφωνο μας έκανε πιο ορατές. Πιο ορατές στον ίδιο μας τον εαυτό, που μεγαλώνοντας δεν μπορούσε να φανταστεί μια τέτοια μελλοντική εικόνα μας. Και που καθώς πια αυτή η εικόνα γινόταν πραγματική, ανακαλύπταμε ότι έχουμε ακόμη κρυφά, πιο ανθεκτικά κομμάτια εσωτερικευμένης ομοφοβίας και ντροπής που έπρεπε να επεξεργαστούμε. Και νιώθουμε ότι αυτή η επεξεργασία μας εξέλιξε. Πιο ορατές στην ευρύτερη οικογένεια, καθώς χρειάστηκε ένας νέος γύρος coming out, παρά το ότι είχε προηγηθεί και άλλος στο παρελθόν. Και πιο ορατές στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, στου οποίου τις καθημερινές μικροεπιθετικότητες βρισκόμασταν πλέον περισσότερο εκτεθειμένες συγκριτικά με το παρελθόν. Δεν ξέρουμε να πούμε αν θα τις συνηθίζαμε εν καιρώ ή όχι, ή αν θα χρειαζόμασταν λιγότερη ενέργεια για τη διαχείρισή τους. Δύο χρόνια μετά μετακομίσαμε για επαγγελματικούς λόγους σε μία χώρα του εξωτερικού, όπου η επιλογή μας να συνάψουμε σύμφωνο συμβίωσης ως ομόφυλο ζευγάρι δεν γίνεται πλέον περισσότερο θέμα συζήτησης από την επιλογή ενός ετερόφυλου ζευγαριού.
Σίσσυ Νικολάου: ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια
Ευδοκία Παππά: market intelligence analyst
Τρανς γυναίκες και λεσβιακός έρωτας, μύθοι και πραγματικότητα, στερεότυπα και προκαταλήψεις
Τρανς γυναίκες λεσβίες, τρεις λέξεις οι οποίες αν τις βάλλουμε με αυτή ακριβώς τη σειρά, κάλλιστα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ανέκδοτο όχι μόνο στην Ελληνική κοινωνία γενικότερα, αλλά και στη ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα. Εγώ προσωπικά αυτοπροσδιορίζομαι ως bisexual σε σχέση με τον σεξουαλικό μου προσανατολισμό και έχω δεχτεί και για αυτόν τον λόγο το ανάλογο bullying κατά το οποίο δεν είμαστε ούτε straight ούτε λεσβίες ή gay (όσον αφορά τους άντρες bi) το οποίο δέχονται όλα τα άτομα (είτε είναι cisgender είτε είναι transgender) που αυτοπροσδιορίζονται ως bi ή ως pansexual, αλλά αυτό είναι κάτι που θα συζητήσουμε κάποια άλλη στιγμή. Θα κλείσω (προσωρινά) το θέμα αυτό λέγοντας πως τα bi και τα pan άτομα μιας και γοητεύονται από άλλα στοιχεία και όχι έχοντας ως προτεραιότητα το φύλο, συνήθως είναι πιο σίγουρα για τις επιλογές τους. Θα περίμενε κάποι_, στη ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητα να συναντήσει μόνο ανοιχτόμυαλη άτομα τα οποία να δείχνουν κατανόηση σε τέτοια θέματα ή ακόμη καλύτερα να γνωρίζουν πως άλλο πράγμα είναι το φύλο και η ταυτότητα του φύλου και εντελώς άλλο ο σεξουαλικός προσανατολισμός κι όμως δεν ισχύει. Ακούγοντας κάποιο άτομο τη δική μου ιστορία και το γεγονός ότι υπήρξα παντρεμένη με cis γυναίκα, η πρώτη ερώτηση είναι αν είχα καταλάβει ότι είμαι τρανς γυναίκα και όταν η απάντηση είναι καταφατική, η επόμενη ερώτηση είναι: αφού είχα καταλάβει τότε τι ήθελα με γυναίκα; Αφού ξεπερνάω το γεγονός ότι νιώθω τα εγκεφαλικά μου κύτταρα να αυτοπυρπολούνται κάθε φορά που ακούω τη συγκεκριμένη ερώτηση, προσπαθώ να δώσω μια απλή και κατανοητή απάντηση τη γνωστή που λέμε συνήθως τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα πως είναι άλλο το φύλο και η ταυτότητα του φύλου και άλλο ο σεξουαλικός προσανατολισμός. Ναι, το λέμε τα ΛΟΑΤΚΙΑ+ αυτό, αλλά συνήθως βρίσκει ευκολότερη εφαρμογή και γίνεται σχετικά εύκολα κατανοητό όταν αναφερόμαστε στα cis άτομα, όταν μιλάμε για τρανς εκεί γίνεται πιο δύσκολα αντιληπτό στην Ελλάδα, γιατί στο εξωτερικό τα έχουν λίγο πολύ λυμένα αυτά τα θέματα. Γενικά στο αρκτικόλεξο ΛΟΑΤΚΙΑ+ τα γράμματα Τ (τρανς) και Ι (ίντερσεξ) είναι εκείνα για τα οποία πάντα σχεδόν χρειάζεται να γίνεται ξεχωριστή κουβέντα σχετικά με τους αποκλεισμούς, τις ανάγκες και ναι ακόμη και για τη σεξουαλικότητα. Για τις τρανς γυναίκες είναι ακόμη χειρότερα τα πράγματα σε σχέση με τους τρανς άντρες, γιατί εδώ μπαίνουν στην εξίσωση και τα παλαιότερα φεμινιστικά κύματα (1ο και 2ο) τα οποία είναι ξεκάθαρα τρανσφοβικά και δεν θεωρούν τις τρανς γυναίκες ως γυναίκες, όπως και η πατριαρχία η οποία θεωρεί ότι κάθε θηλυκό πρέπει να σαγηνεύει και να έλκεται από το αρσενικό και γενικά στα σώματα και στις ψυχές των τρανς γυναικών βρίσκει ευκολότερα έδαφος κάθε είδους στερεότυπο. Μιας και μιλάμε για στερεότυπα, όλ_ μας έχουμε ακούσει λίγο πολύ το γνωστό: από μικρό παιδάκι μου άρεσαν τα αγόρια και ένιωθα κοριτσάκι κλπ κλπ, μέχρι που ξεκίνησα το τρανζίσιον λες και δεν θα μπορούσε να νιώθει κοριτσάκι αν του άρεσαν τα άλλα κορίτσια ή λες και δεν υπάρχουν cis κορίτσια που τους αρέσουν τα κορίτσια είναι κάποιου είδους στερεότυπο κι αυτό των straight τρανς ανθρώπων εναντίων των λεσβιών τρανς. Εγώ προσωπικά έχω ακούσει από άλλες τρανς (μεγαλύτερες σε ηλικία από τη δική μου) ότι αφού σου αρέσουν οι γυναίκες, γιατί έγινες τρανς; Θα το πω λοιπόν και από αυτό το φιλόξενο βήμα που μου δίνεται για ακόμη μια φορά: ΔΕΝ ΕΓΙΝΑ ΤΡΑΝΣ, ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΤΡΑΝΣ και δεν ξεκίνησα τη φυλομετάβαση για να αρέσω σε κανένα, την ξεκίνησα γιατί απλά έτσι ένιωθα και πλήρωσα κάθε τίμημα που μου αναλογούσε, μεταξύ των οποίων ακόμη και έναν οδυνηρό χωρισμό με τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής μου μέχρι σήμερα ο οποίος ήταν η πρώην σύζυγος μου.
Σε όσες λεσβιακές σχέσεις είχα στη ζωή μου βίωσα τον έρωτα με πολύ αγάπη, φροντίδα και αλληλοκατανόηση κάπως όπως τον ύμνησε η Σαπφώ στα αρχαία ποιήματα της και με όλες τις πρώην σχέσεις μου έχω ακόμη και σήμερα τις καλύτερες σχέσεις με κοινό σημείο την αγάπη. Κλείνοντας θα ήθελα να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη πως οι τρανς γυναίκες μπορούμε να είμαστε το ίδιο λεσβίες με τις cis και για την ακρίβεια μπορούμε και οι cis και οι trans να είμαστε ΟΣΟ ΛΕΣΒΙΕΣ ΓΟΥΣΤΑΡΟΥΜΕ.
Βανέσα Βενέτη – Κοττίκα
Από το αόρατο στο αδύνατο: λεσβίες με τους όρους τους
Αν είναι να ξεκινήσουμε να μιλάμε για λεσβιακή ορατότητα, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά: σεξισμό, μισογυνισμό, ενοχοποίηση και ομοφοβία. Θέση των γυναικών και των θηλυκοτήτων στη δημόσια σφαίρα, σεξουαλικότητα, ορατότητα, προνόμια και ευκαιρίες. Και αυτά είναι που κάνουν τη συζήτηση αν όχι δύσκολη, τουλάχιστον περίπλοκη. Σε ένα σύστημα σεξισμού, μισογυνισμού και πατριαρχίας έχουμε εξ ορισμού λιγότερες ευκαιρίες για γυναίκες και θηλυκότητες, ενοχοποίηση της σεξουαλικότητα τους (όταν αναγνωρίζεται η ύπαρξή της). Τιμωρία για όποια δεν ξέρει τη θέση της. Και όταν σε αυτό το μείγμα προσθέσουμε την ομοφοβία, απλά και μόνο η δημόσια ύπαρξη των λεσβιών γίνεται πράξη επαναστατική, πριν και πέρα από οποιοδήποτε coming out.
Η ορατότητα προϋποθέτει coming out, αλλά η αποκάλυψη της λεσβιακής (ή όποιας άλλης ταυτότητας) δε συμβαίνει σε κοινωνικό κενό, ούτε είναι άμεση και μόνο απόρροια προσωπικών χαρακτηριστικών, ούτε αφορά μόνο κάθε άτομο προσωπικά. Κάθε coming out είναι και πολιτική δήλωση, δημιουργεί ορατότητα, δημιουργεί την πιθανότητα κοινότητας, δημιουργεί και απειλή. Το να μιλάμε για τις ταυτότητές μας ακόμη έχει (πιθανό και πραγματικό) κόστος, προσωπικό, οικογενειακό, επαγγελματικό. Ερχόμαστε σε αυτή τη συζήτηση από διαφορετικές θέσεις, με διαφορετικούς πόρους, από διαφορετικές ευκαιρίες. Στη δημόσια σφαίρα είναι συγκεκριμένες οι θέσεις των γυναικών, συγκεκριμένοι οι ρόλοι που γίνονται ανεκτοί, όλοι ρόλοι που επιβεβαιώνουν τους έμφυλους διαχωρισμούς. Συγκεκριμένα σώματα, συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις -και καμία σεξουαλικότητα που να μην είναι αντικειμενοποιημένη για το male gaze. Πως να χωρέσει μια λεσβία μέσα σε αυτό, πως να της επιτραπεί να υπάρξει, τη στιγμή που μόνο η απλή αναφορά της λέξης «λεσβία» σηματοδοτεί πολλαπλές ανυπακοές, με πρώτη αυτή του να μη χρειάζεται, να μην ορίζεται από την ανδρική ματιά. Αυτό είναι ένα πρώτο, σημαντικό και μεγάλο, ναρκισσιστικό πλήγμα: η πρώτη συνθήκη που το βλέμμα, και η άποψη, των στρέιτ ανδρών σταματά να έχει σημασία. Και εκεί έρχονται οι πρώτοι κανόνες: χώρο θα έχουν εξ αρχής μόνο όσα (όσες) εξυπηρετούν συγκεκριμένα μοτίβα: αξιοπρέπειας, αισθητικής, συμπεριφοράς και εμφάνισης. Μόνο τότε μία γυναίκα (μία λεσβία) μπορεί να έχει χώρο. Όταν ακόμη και με αυτή της την ταυτότητα, συνεχίζει να εξυπηρετεί ένα μοντέλο ετεροκανονικό, ομοκανονικό, τέλος πάντων «κανονι(στι)κό». Με δύο τρόπους γίνεται ανεκτή μία λεσβία. Είτε αν δεν είναι «λεσβία», αν δε φαίνεται, αν εκπλήσσει με κάθε coming out -και ακόμη και τότε, αν είναι πρόθυμη να αντέξει την ανδρική ματιά, και την πατριαρχία, χωρίς να τη ματαιώσει. Η άλλη επιλογή θα είναι να σταθεί απέναντί της, να «αποδείξει» την αξία της (αναγνωρίζοντας έτσι ότι δε θα παίξει ποτέ στο δικό της γήπεδο, με τους δικούς της κανόνες), αλλά αλίμονο αν ποτέ την κερδίσει.
Για αυτό το κόστος για την ορατότητα είναι το ανολοκλήρωτο, η δυστυχία-αυτή είναι η πιο κοινή αναπαράσταση, η λεσβία που κάτι της λείπει. Γιατί αν δεν της λείπει τίποτα, αν μπορεί να είναι μια ευτυχισμένη λεσβία, οι κανόνες θα έχουν αλλάξει. Ανάμεσα στο αόρατο της ύπαρξης και το (υποτιθέμενα) αδύνατο της ευτυχίας, κάθε λεσβιακή ταυτότητα και εμπειρία που λέει το όνομά της, που διεκδικεί χώρο με τους όρους της, μπορεί να γίνει και καθαρή, αιχμηρή πολιτική θέση που απαιτεί και τα δύο, που αλλάζει τους κανόνες· άρα επίσης συμπεριληπτική, τρανσφεμινιστική και διαθεματική. Η σις και μη-σις/τρανς λεσβιακότητα, η non-binary λεσβιακότητα, η περισσότερο ή λιγότερο θηλυκή και αρρενωπή λεσβιακότητα.
Ίσως για αυτό να είναι τόσο δύσκολα και τόσο ουσιαστικά τα λεσβιακά coming out: γιατί θα πρέπει να μετρηθούν με την αορατότητα, να βγάλουν στο φως μια εμπειρία που ξεκίνησε από θραύσματα (όλοι οι άλλοι έρωτες έχουν ολόκληρες τις ιστορίες των μύθων τους), και να την κάνουν δική τους ιστορία. Μια εμπειρία κοινή και με χιλιάδες όψεις ταυτόχρονα. Που έχει χτιστεί γύρω από επιθυμίες εκπληρωμένες και ανεκπλήρωτες, αόρατες, συχνά ασύλληπτες, αλλά υπαρκτές. Και γιατί κάθε λεσβία κάνοντας coming out, στον εαυτό της ή στον κόσμο, διεκδικεί όχι μόνο το φαντασιακό χαρούμενο τέλος που αυτονόητα δικαιούται, αλλά κυρίως το να γράψει και να διηγηθεί η ίδια την ιστορία της, ολόκληρη. Με τους όρους της.
Bonus track
Sappho’s Reply
Rita Mae Brown
My voice rings down through thousands of years
To coil around your body and give you strength,
You who have wept in direct sunlight,
Who have hungered in invisible chains,
Tremble to the cadence of my legacy:
An army of lovers shall not fail.
Η απάντηση της Σαπφούς
Rita Mae Brown
Η φωνή μου έρχεται από χιλιάδες χρόνια
Για να κουλουριαστεί γύρω από το σώμα σου και να σου δώσει δύναμη,
Εσύ που έχεις κλάψει στο φως του ήλιου,
Που έχεις πεινάσει σε αόρατες αλυσίδες,
Να τρέμετε στον ρυθμό της κληρονομιάς μου:
Ένας στρατός ερωμένων δεν θα αποτύχει.
Νάνσυ Παπαθανασίου, PhD, Επιστημονικά Συνυπεύθυνη Orlando LGBT+
επιμέλεια κειμένων: Χριστίνα Βούλγαρη, Ανδρομάχη Κουτσουλέντη, Έλλη Βουγιούκα, Λίνα Λαχανιώτη & Βίκυ Αναγνωστοπούλου