Ένα κουιροπαραμύθι βασισμένο σε αληθινά γεγονότα στο μετρό της Αθήνας


Η πλατφόρμα του μετρό στο Μοναστηράκι με κατεύθυνση το Δημοτικό θέατρο είναι γεμάτη. Μέρα μεσημέρι, δυο κορίτσια αρκετά fem looking κατεβαίνουν τις σκάλες για να ενωθούν με το πλήθος.

της Χριστίνας Τριχά

Είναι χαμογελαστές και μιλάνε ακατάπαυστα. Περιμένουν και κοιτάζονται μες τα μάτια. Τα σώματά τους ακουμπάνε το ένα το άλλο όπου βρουν. Με μικρές παύσεις ανάμεσα στα τόσα που έχουν να πουν, η μία φιλάει την άλλη και η πλατφόρμα στάζει θυμαρίσιο μέλι. Εναλλάσσονται σε έναν χορό οικειότητας από το στόμα, στα μάγουλα και ξανά στο στόμα – πεταχτά.

Δίπλα τους στέκονται στην δική τους λογοδιάρροια, δυο εικοσάχρονα αγόρια με φόρμες και ξυρισμένα κεφάλια. Ο ένας, τους ρίχνει μια ματιά και μαζεύει το βλέμμα του διακριτικά. Αν και του πήρε κάτι κλάσματα του δευτερολέπτου να συνειδητοποιήσει το όχι και τόσο καθημερινό για τη ζωή του θέαμα, δεν σχολίασε τίποτα στον φίλο του και το άφησε να περάσει τοποθετώντας το εντέλει στην σφαίρα του καθημερινού.

Δίπλα στα αγόρια και τα κορίτσια καταφτάνει και ένας κύριος ασπρομάλλης, φρεσκοξυρισμένος, και φρεσκοσιδερωμένος. Το βλέμμα του πέφτει με τη σειρά του στο τρυφερό ενσταντανέ, που πιο πολύ πια έχει εξελιχθεί σε τρυφερό λογοχείμαρρο και από την ολόισια τσάκιση του παντελονιού του ένας άτοπος βάλτος, λασπωμένος και μίζερος αρχίζει να σχηματίζεται ολόγυρά του.

Η πλατφόρμα σκοτεινιάζει, κάτι υπόκοσμο κινεί τον ενιαίο χρόνο συρτά και σε μια στιγμή που όλα μοιάζουν να μην έχουν τελειωμό, ο κύριος μεταμορφώνεται σε αβυσσαλέο καυλωμένο τέρας με μάτια λέιζερ και χέρια πλοκάμια. Εκεί που πριν από λίγο στεκόταν ένας καθώς πρέπει κύριος που κοιτούσε την δουλειά του, στέκει τώρα μια υπερμεγέθης γλώσσα που στάζει σάλια και ανεβοκατεβαίνει πεινασμένη.

Κανείς στην σύντομη αυτή αναμονή της μέρας του δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως το κακό είναι έτοιμο να ρουφήξει τα ερωτευμένα κορίτσια. Η γλώσσα πλησιάζει, η γλώσσα φουντώνει, είναι έτοιμη να ακουμπήσει το ένα από τα ολοστρόγγυλα σκουλαρίκια της μελαχρινής κοπέλας, όταν …

Ένα σώμα περίπου θηλυκό με δυο μάτια κάτω από ένα φρύδι σμιχτό, πετάγεται και ορθώνεται ανάμεσα στο τέρας και τα κορίτσια. Είναι η Σωσίβια Λέσβος!

Από το πλήθος καμιά κραυγή εντυπωσιασμού και δέους. Στο παρασκήνιο δεν ακούγεται κανένας σουπερηρωικός κρότος. Αθόρυβα, το προστατευτικό τοίχος που υψώνει η Σωσίβια Λέσβος αποθαρρύνει το υπερτροφικό τέρας το οποίο αρχίζει να συρρικνώνεται σε κανονικό ασπρομάλλη μεσήλικα που ψάχνει να διαφύγει τον δαιμονισμένο του εαυτό κοιτάζοντας αμήχανος από την άλλη πλευρά.

Ο συρμός φτάνει, τα κορίτσια επιβιβάζονται στο βαγόνι που σταματάει εμπρός τους, ενώ ο κύριος επιλέγει να απομακρυνθεί μπαίνοντας δυο βαγόνια παρακάτω. Το προστατευτικό τοίχος, που καλύπτει ολόκληρη την απόσταση ανάμεσα στο κακό και στο καλό, γίνεται με μιας χρυσόσκονη και τρυπώνει στην κωλότσεπη της Σωσίβιας Λέσβου που παρακολουθεί ακόμα με το συνοφρυωμένο μονοφρύδι της τον κύριο να εγκαταλείπει ηττημένος.

Δεν ξέρω αν είμαι η μόνη που τα βλέπω όλα αυτά. Μαζί με το τοίχος που εξαφανίστηκε, χάθηκε και το σουπεροκόριτσο. Για να σιγουρευτώ πλησιάζω το σημείο όπου στεκόταν αυτό το κουιροπαραμύθι προτού ο συρμός και το πλήθος το πάρει μακριά.

Στο πάτωμα βλέπω λίγες χρυσές σκόνες ανακατεμένες σε λάσπη. Έχω ακούσει πολλές φορές για την σούπερ αυτή ηρωίδα των δημόσιων χώρων. Κανείς όμως δεν γνωρίζει να μου πει την πραγματική της ταυτότητα. Λένε πως ίσως να μην είναι ένα μόνο άτομο. Πως αλλάζει πρόσωπα και φύλα και ηλικίες. Πως γεννιέται και εξαφανίζεται μέσα σε όλ@ μας, ζώντας στις θαρραλέες μας στιγμές που περιμένουν να μας σπρώξουν μπροστά για να προστατεύσουμε το ένα το άλλο από δαιμόνια και τέρατα της κοινωνικής μας σφαίρας.




Δες και αυτό!