Λίγες σκέψεις περί σάτιρας. Η σάτιρα αποτελεί ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία της κωμωδίας. Έχει την ικανότητα να προκαλεί σκέψη, να φέρνει στο προσκήνιο κοινωνικά ευαίσθητα θέματα και μας αναγκάζει να αναστοχαστούμε τις προκαταλήψεις μας.
Ωστόσο, η ελευθερία της σάτιρας δεν μπορεί να θεωρείται free pass για να υποτιμούμε ή και να κακοποιούμε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Η σάτιρα μπορεί και οφείλει να είναι οξεία, αλλά όχι εις βάρος των άλλων. Η φράση «η σάτιρα δεν έχει όρια» αποτελεί απλώς μια ομπρέλα ικανή να καλύψει όλες μας τις παθογένειες. Και συχνά χρησιμοποιείται απλά αφήνοντας την αίσθηση ότι οι κωμικοί μπορούν να λένε ό,τι θέλουν, χωρίς να λογοδοτούν για τις συνέπειες των λόγων τους.
Στην πραγματικότητα, η σάτιρα δεν είναι κάτι αφηρημένο ούτε κάτι που ο καθένας μεταφράζει όπως του έρθει ή όπως τον βολεύει. Έχει πλαίσιο και κανόνες. Και είναι επιτυχημένη μόνο όταν ασκείται με κριτική και ευαισθησία.
Γιατί υπάρχει μια άμεση σύνδεση ανάμεσα στη σάτιρα και τη δύναμη που έχουν οι λέξεις. Αρκεί να σκεφτούμε ποιος είναι ο στόχος ενός αστείου. Ποιοι είναι οι άνθρωποι που πλήττονται από αυτή; Δεν μπορούμε να αγνοούμε τη βαρύτητα των λέξεων ούτε τις επιπτώσεις τους. Ο ρόλος του κωμικού δεν είναι απλώς να είναι αστείος, αλλά και να έχει επίγνωση του πλαισίου στο οποίο κινείται. Δεν είναι καθόλου δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην κωμωδία και τη ρητορική μίσους.
Όταν η σάτιρα χρησιμοποιείται ως ένα εργαλείο που ενισχύει υπάρχουσες προκαταλήψεις και διακρίσεις, μιλάμε πια για ρητορική μίσους και όχι για κωμωδία. Και αρκετές φορές η άγνοια είναι το «καλό» σενάριο.
Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι συνειδητή επιλογή για να εξυπηρετήσει τον στόχο καλλιτεχνών που επιδιώκουν να δικαιολογήσουν βίαιες θέσεις ή συμπεριφορές. Θεωρούν αυτονόητο δικαίωμα τους να κακοποιούν και να υποβιβάζουν ομάδες ανθρώπων, προσβάλλοντας τις εμπειρίες τους και την ταυτότητα τους.
Στην ουσία, κανονικοποιεί την περιθωριοποίηση των φωνών εκείνων που είναι συστηματικά και συστημικά αποκλεισμένοι, εκείνων που χρειάζονται περισσότερο υποστήριξη και ενδυνάμωση.
Το γέλιο είναι μηχανισμός θεραπείας και απελευθέρωσης. Υπάρχει όμως τεράστια διαφορά μεταξύ της σάτιρας που προσπαθεί να φωτίσει ένα θέμα από εκείνη που εκμεταλλεύεται έναν στόχο για εύκολο γέλιο. Η σάτιρα μπορεί να «διαβαστεί» και ως καθρέφτης της κοινωνίας, αλλά ταυτόχρονα οφείλει να είναι κι ένα βήμα μπροστά από την κοινωνία. Να μην χαϊδεύει τα αυτιά της. Να σηκώνει τον καθρέφτη μπροστά σε όλες τις προβληματικές απόψεις και να τις αποδομεί. Όχι, να τις ενισχύει.
Όταν κωμικοί χρησιμοποιούν π.χ. στοιχεία της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας ως αντικείμενο χλευασμού, απλώς χαϊδεύουν τα αυτιά στην ομο/αμφί/τρανσφοβία της κοινωνίας κι ενισχύουν στερεότυπα και προκαταλήψεις που εντείνουν τους αποκλεισμούς και τη βία που δέχεται η κοινότητα. Είπαμε, οι λέξεις έχουν βάρος.
Επίσης, η χρήση αυτής της φράσης περιορίζει τον διάλογο γύρω από την κωμωδία και λειτουργεί επιβαρυντικά. Όταν καλλιτέχνες επικαλούνται την «ελευθερία του λόγου» για να μην επωμιστούν τις συνέπειες των λόγων και των πράξεων τους, καταλήγουν τεμπέληδες και χωρίς αίσθηση της ευθύνης τους. Γιατί θύτες δεν είναι μόνο αυτοί που χρησιμοποιούν κακοποιητικά αστεία, αλλά κι εκείνοι που δεν έχουν καν το θάρρος να αμφισβητήσουν αυτές τις πρακτικές ή έστω να αναγνωρίσουν την επίδραση τους.
Ας αφήσουμε λοιπόν στην άκρη την αλαζονεία ότι ελευθερία της σάτιρας συνεπάγεται το ελεύθερο να είμαστε κακοποιητικοί. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνουμε σάτιρα χωρίς να προσβάλλουμε άλλους. Μπορεί να βρούμε καυστική και έξυπνη κωμωδία που να αγγίζει και να ξεδιαλύνει κοινωνικά προβλήματα, χωρίς να ρίχνουμε πέτρες σε όσους είναι ήδη τραυματισμένοι.
Η σάτιρα μπορεί και πρέπει να είναι δυναμική και προκλητική χωρίς να είναι επιβλαβής. Η ευαισθησία στην προσέγγιση σε θέματα που αφορούν στις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες είναι απαραίτητη, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα κλίμα όπου όλοι οι άνθρωποι μπορούν να γελάσουν μαζί.
Η φράση «η σάτιρα δεν έχει όρια», ας αποτελέσει την αφορμή να επανεξετάσουμε τις προθέσεις και τις συνέπειες μας – τη στιγμή που ξεχνάμε τους κανόνες αυτής της τέχνης, κινδυνεύουμε να χάσουμε τον πραγματικό της σκοπό: τη σύνδεση και την κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων.
Με άλλα λόγια, αν δεν μπορούμε βρούμε αστεία που να μην είναι κακοποιητικά για το κοινό, αν δεν μπορούμε να βρούμε αστεία που να μην έχουν για πρωταγωνιστές συστηματικά κακοποιημένες κοινωνικές ομάδες, τότε πρέπει να αλλάξουμε δουλειά.
Και σαν δημιουργ@και σαν κοινό μας προσβάλλει να συζητάμε για τα κακοποιητικά αστεία σαν να είναι κάτι τολμηρό. Μην τρελαθούμε κιόλας. Προβλέψιμα και χιλιοειπωμένα είναι. Και δεν χρειαζόμαστε άλλους «απόγονους του Αριστοφάνη». Φτάνει. Γκώσαμε. Κωμικούς με διαφορετικά βιώματα και ενσυναίσθηση χρειαζόμαστε.
Snap – Athens Queer Comedy Club
@snap_aqcc