Πάντοτε αυτή η χώρα φώναζε περισσότερο από όσο πρέπει. Φώναζε με όλη της δύναμη για να τρομάξει, όσους τη φοβίζουν. Όσους απλά δεν μπορούσε να καταλάβει. “Δε βαριέσαι! Σκυλί που γαβγίζει δε δαγκώνει…” Τι γίνεται όμως όταν αρχίζουν και πέφτουν οι πρώτες δαγκωματιές;
Τον τελευταίο καιρό οι επιθέσεις με ομοφοβικά – τρανφοβικά κίνητρα έχουν αυξηθεί τόσο πολύ που τα δάχτυλα των χεριών μας δεν είναι πλέον αρκετά για να τα απαριθμήσουμε. Παρακαλουθούμε με θυμό όσα συμβαίνουν γύρω μας και αναρωτιόμαστε. Ζούμε σε μια χώρα που πρέπει να φοβόμαστε επειδή είμαστε, αυτοί είμαστε;
Μιλήσαμε με τον Ευριπίδη. Έναν νεαρό άνδρα που πριν από λίγες μέρες είδε τον εαυτό του να γίνεται ο “πρωταγωνιστής – θύμα” μιας ακόμη ομοφοβικής επίθεσης. Σαν κι αυτή που διάβαζε στην εφημερίδα πριν από λίγες μέρες.
“Κατέβαινα με το φίλο μου τον Λυκαβυττό, στις 2 το βράδυ, Ήμασταν γύρω στις 6 ώρες στο ίδιο παγκάκι, πίνοντας, μιλώντας, δίναμε και κανένα φιλί που και που. Δεν ένιωθα κανενα κίνδυνο εκεί πάνω. Δεν ήμουν και σε επιφυλακή.
Οταν κατεβαίναμε και λίγο πριν φτάσουμε στα πρώτα σπίτια, είδαμε 4 μηχανάκια να περνούν από μπροστά μας. Σταμάτησαν- κάτι είπαν μεταξύ τους- και τελικά ήρθαν δίπλα μας. Εμείς περπατούσαμε στο κράσπεδο του δρόμου, όταν τα μηχανάκια σταμάτησαν με τέτοιο τρόπο που δεν είχαμε τρόπο διαφυγής από την άσφαλτο.
Ένας από αυτούς τότε με ρωτησε κάτι του στυλ ‘Φϊλε είσαι ο Νίκος απο το Περιστέρι;’ Εγώ του απάντησα όχι και μετά με ξαναρώτησε: ‘Δεν είσαι αυτός που έκανε μαλακία στον Παυλο;’Από εκείνη τη στιγμή δε θυμάμαι τίποτα συγκεκριμένο. Εχω την αίσθηση οτι κάποιος φώναξε ‘πιαστον τον πούστη’, αλλά δε θα μάθω ποτέ αν ισχύει, διοτι ο φίλος μου είναι Γερμανός.”
Η συνέχεια της ιστορίας του Ευριπίδη, θυμίζει σενάριο αστυνομικής ταινίας. Κυρίως τις σκηνές εκείνες, όπου ο πρωταγωνιστής τρέχει για να γλιτώσει από το διώκτη του. Δυστυχώς όμως δεν πρόκειται για ταινία.
“Αρχίσαμε να τρέχουμε στην πλαγιά, πέσαμε σε ένα χαντακι, πηδήξαμε πανω από κάτι κάγκελα, μετά πέσαμε απο ένα μικρό γκρεμό 4 περίπου μέτρων. Εκεί έσπασα το πόδι μου. Φώναζα βοήθεια ασταμάτητα, αλλά κανένας δε βγήκε. Αποφασίσαμε να κρυφτούμε σε μια είσοδο πολυκατοικίας που ήταν ανοιχτή και μείναμε εκεί για λίγη ώρα. Ακούγαμε κάτι μηχανάκια σε διάφορες φάσεις. Δεν ξέραμε αν ήταν για εμάς. Μετά από λίγη ώρα βγήκαμε από εκεί και κατεβήκαμε πιο χαμηλά. Είδαμε ένα περαστικό και ζητήσαμε βοήθεια, αδιαφόρησε πλήρως. Μετά από λίγο βρήκαμε ένα ταξί. Ευτυχως. Δεν έχω ξανατρομάξει τόσο στη ζωή μου”.
Ο Ευριπίδης αν και έσπασε το πόδι του, νιώθει τυχερός που δεν τον πιάσανε. Τον ρωτάμε πως είναι μετά από όλο αυτό, πως νιώθει.
“Όχι πολύ καλά. Έχω τρομάξει και έχω αηδιάσει. Ευτυχώς όμως τη γλυτώσαμε.”
“Δε γνωρίζω ποια ήταν τα κίνητρα τους. Άλλοι λένε ότι ήθελα να μας ληστέψουν, άλλοι ότι μπορεί να τους πήρε κάποιος τηλέφωνο που μας είδε να καταβαίνουμε. Για καλό πάντως δεν ήταν. Δεν ξέρω αν ήταν από τη Χρυσή Αυγή και μάλλον δεν θα το μάθω ποτέ”.