Ένα ανώτατο δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα μπορούσε να γράψει ιστορία αναγκάζοντας την Ονδούρα να αντιμετωπίσει το τρομακτικό κύμα βίας κατά των τρανς γυναικών.
Οι υποστηρικτές των ΛΟΑΤ+ δικαιωμάτων περιμένουν με ανυπομονησία την ετυμηγορία της Διαμερικανικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία παρακολουθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα στο δυτικό ημισφαίριο.
Το ανώτατο δικαστήριο κλήθηκε να παρέμβει πέρυσι στην Ονδούρα, τη χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ανθρωποκτονιών στον κόσμο, με το προσδόκιμο ζωής των τρανς γυναικών να ανέρχεται σε 30 έως 35 χρόνια.
«Το αποκαλούν κοινωνικό καθαρισμό», δήλωσε η Claudia Spellmant, μια τρανς γυναίκα που εγκατέλειψε τη χώρα το 2013, μιλώντας στους New York Times. «Δε θέλουν τρανς άτομα στον δρόμο».
Η νομική υπόθεση ορόσημο αφορά στον θάνατο της Βίκυ Χερνάντεζ, μιας τρανς γυναίκα, της οποίας η δολοφονία δεν έχει επιλυθεί για 12 χρόνια.
Η 26χρονη Χερνάντεζ φέρεται να πυροβολήθηκε από την αστυνομία της Ονδούρας κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος της χώρας τον Ιούνιο του 2009, με όπλο άγνωστου διαμετρήματος που βρέθηκε δίπλα στο πτώμα της.
Δώδεκα χρόνια αργότερα, οι αρχές δεν έχουν ακόμη διενεργήσει εγκληματολογικές δοκιμές σε αυτά τα στοιχεία και δεν είναι σαφές εάν οι αρχές πραγματοποίησαν αυτοψία.
«Η υπόθεση της Βίκυ Χερνάντεζ είναι εξαιρετικά σημαντική», δήλωσε ο Βίκτωρ Μαντριγκλ-Μπόρλοζ, εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ για τις διακρίσεις στην ταυτότητα φύλου.
Οι οργανώσεις Cattrachas Lesbian Network και RFK, υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση φέρει άμεση ευθύνη για τον θάνατο της Χερνάντεζ.
Υποστηρίζουν ότι επειδή δε διενήργησε αποτελεσματική έρευνα για τη δολοφονία της, η Ονδούρα παραβίασε το δικαίωμά της στη ζωή, σύμφωνα με την αμερικανική σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η κυβέρνηση της Ονδούρας αρνείται έντονα οποιαδήποτε ευθύνη για τον θάνατο της Χερνάντεζ και λέει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι η αστυνομία συμμετείχε στη δολοφονία της.
Η υπόθεση εκδικάστηκε ενώπιον της Διαμερικανικής Επιτροπής σε μια εικονική ακρόαση τον Νοέμβριο, με την απόφαση να εκκρεμεί. Οι ακτιβιστές περιμένουν μια απόφαση που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα απίστευτο προηγούμενο σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.