Όταν έκανα πιτσιρίκι στο σχολείο τα «εγώ» «εσύ» «αυτός/αυτή/αυτό» δεν περίμενα ποτέ ότι αυτό το μέρος του λόγου θα μπορούσε να βρεθεί ποτέ στο κέντρο κάποιου είδους αντιπαράθεσης ή φορτισμένης συζήτησης. Ε, ας πούμε ότι έκανα λάθος. Γιατί στα LGBT πράγματα, για κάποιο λόγο «οι αντωνυμίες» εδώ και κάτι χρονάκια είναι πεδίο δόξης λαμπρό για κάθε είδους debate ως προς «τα όρια της πολιτικής ορθότητας» και «την εγκυρότητα του αυτοπροσδιορισμού» και άλλα τέτοια καλά. Βέβαια μια πιο πονηρεμένη από μένα ίσως εδώ να σημείωνε πως στο ελληνικό πλαίσιο το ζήτημα δεν αφορά ακριβώς τις αντωνυμίες αλλά και τα άρθρα, τις καταλήξεις των επιθέτων, των ουσιαστικών και των μετοχών και πως το να ρωτάμε «τι αντωνυμίες χρησιμοποιείς» έχει μια ελαφρώς αμερικανόφερτη εσάνς αλλά ξέρεις κάτι φίλη αναγνώστρια; Ας το αφήσουμε αυτό στην άκρη γιατί δεν είναι της παρούσης.
Που λες, τα παλιά τα χρόνια τα πράγματα ήταν απλά. Οι άντρες ήταν άντρες και οι γυναίκες ήταν γυναίκες (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό), οι γκέι κρυφοί, οι λεσβίες κρυφότερες, οι μπάι κάτι σαν στρέιτ που ψάχνονται και οι τρανς όταν δεν ήταν στη σφαίρα του αδιανόητου ήταν «άντρες που θέλουν να γίνουν γυναίκες» (διότι ως γνωστόν τρανς άντρες δεν υπήρχαν). Και ήταν όλα υπέροχα, αρκεί να ήσουν «κανονικός» (ήτοι σις και στρέιτ, αλλά τότε δεν υπήρχαν ούτε αυτά γιατί δε χρειάζονταν ντε). Διότι οι αντωνυμίες (και τα άρθρα και όλα τα έμφυλα μέρη του λόγου) ήταν όλα δικά σου. Ήξερες ότι εσύ είσαι «αυτός» ή «αυτή» και το ίδιο και οι αξιότιμοι αξιοσέβαστοι «κανονικοί» άνθρωποι γύρω σου, και για τους υπόλοιπους πάλι οι αντωνυμίες τους και τα ρέστα ήταν πάλι δικά σου. Μπορούσες ελεύθερα να λες τον γκέι «αυτόν» ή «αυτή» επειδή «δεν είναι άντρας» και την τρανς «αυτή» ή «αυτόν» επειδή «δεν είναι γυναίκα» ή και «αυτό» επειδή «δεν είναι ούτε άντρας ούτε γυναίκα» (και εδώ που τα λέμε και για να την ταπεινώσεις γιατί το «αυτό» παραπέμπει λίγο και σε πράγμα) και να μην αναρωτηθεί κανείς ούτε λίγο μήπως ακόμα και αυτή σου η πράξη άθελα της αποδεικνύει τον κοινωνικό χαρακτήρα του φύλου, διότι η Judith Butler δεν είχε καν γράψει το Gender Trouble (ή αν το είχε γράψει δεν ήταν ακόμα της μοδός αυτά τα gender theory), ούτε να σε πει «ομοφοβικό» ή «τρανσφοβικό» γιατί ούτε αυτά υπήρχαν ή αν υπήρχαν δεν τα ‘λεγε και σχεδόν κανείς.
Και μετά τα πράγματα άρχιζαν να αλλάζουν. Σιγά σιγά και με κόπο. Και, ας πούμε, σήμερα δε μπορείς να λες τον γκέι «αυτή» υποτιμητικά – δηλαδή μπορείς, αλλά σε γενικές γραμμές είναι όλο και λιγότερο κοινωνικά αποδεκτό. Με τις τρανς ταυτότητες όμως, το πράγμα είναι κάπως πιο πολύπλοκο. Κι ας έχουν αποπαθολογικοποιηθεί. Κι ας υπάρχουν νομοθεσίες που τις προστατεύουν σε αρκετές χώρες. Κι ας έχει σε ικανό βαθμό αλλάξει η κυρίαρχη αφήγηση των binary trans ατόμων από το «ήμουν κορίτσι που ήθελε να γίνει αγόρι» και τούμπαλιν στο «ήμουν πάντα αγόρι/κορίτσι μέσα μου και ήθελα να γίνω αγόρι/κορίτσι και έξω μου». Κι ας υπάρχει ως λέξη και η τρανσφοβία, προς δυσφορία και γκρίνια διάφορων καλοθελητών που «η πολιτική ορθότητα δε μας επιτρέπει να πούμε τίποτα πια» κι ας φρενάρουν όλο και περισσότεροι από το να πουν χοντράδες που παλιότερα θα τις είχαν ψωμοτύρι.
Και ο λόγος είναι ο αυτοπροσδιορισμός, που σε πολύ κόσμο πέφτει κομμάτι βαρύς ως έννοια. Σου λέει ο άλλος, αν είναι να προσπαθήσεις αρκετά για να είσαι «σαν σις», άντε να δείξω την ευγένεια να σου παραχωρήσω τις αντωνυμίες σου, αλλά μην το παρακάνουμε. Το να μην παραχωρούνται οι αντωνυμίες στον κάθε άνθρωπο ως ανταμοιβή για το ότι «έπεισε» αρκετά αλλά να ορίζονται από τον ίδιο ως κάτι μη διαπραγματεύσιμο εξακολουθεί να ξενίζει ως ιδέα. Και όχι μόνο στην περίπτωση των ακραία τρανσφοβικών ατόμων, αλλά και στα «δε σου φαίνεται», «και πώς και είσαι τρανς;», τα misgendering «αφού δεν είναι μπροστά μωρέ» και τα «τα λέει για να τραβήξει την προσοχή» και γενικά όλες τις περιπτώσεις όπου η δήλωση πως ότι ανήκεις στο τρανς φάσμα οφείλει να ακολουθείται από δυσπιστία ή/και μια μίνι συνέντευξη όπου καλείσαι να προσκομίσεις έγκυρα στοιχεία και επιχειρήματα για την ύπαρξη σου. Με τον ένα τρόπο ή τον άλλο, συχνά πρόκειται για μια μάχη αποδείξεως επαρκούς τρανσότητας, όπου οι προϋποθέσεις τίθενται λίγο-πολύ αυθαίρετα από τον άνθρωπο απέναντι: Μην είναι το cis passing; Μην είναι η ορμονοληψία; Μην είναι το «πόσο αληθινά το νιώθεις» το φύλο σου Ό,τι και να ‘ναι, κάτι είναι, και ο άνθρωπος απέναντι συνήθως δεν έχει πειστεί πως δεν έχει καμιά δουλειά να θέτει ο ίδιος απολύτως κανένα κριτήριο. Αυτό που προτίθεται να διαπραγματευτεί είναι πού θα τραβήξει τη γραμμή (της «επαρκούς τρανσότητας» ντε), και στην καλή περίπτωση θα καταφέρεις να τον πείσεις πως η γραμμή είναι το αν του μοιάζει το Χ τρανς άτομο «αρκετά» ειλικρινές ως προς τα λεγόμενα του.
Και κάπου εκεί, ερχόμαστε κι εμείς οι non-binary ωσάν το κερασάκι στην τούρτα, για να φτάσει το επίπεδο του διαλόγου σε νέα απροσμέτρητα βάθη. Διότι, άντε πες ότι κάπως στραβοκατάπιες το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού ενός ατόμου ως προς τα δύο φύλα που σου είναι οικεία. Το να καταπιείς από πάνω και το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού ως προς φύλα που δεν ξέρεις καν τι είναι πάει πολύ, σωστά; Και στο κάτω κάτω αν οι τρανς γυναίκες «θέλουν να γίνουν» «σαν cis γυναίκες» και οι τρανς άντρες «σαν cis άντρες», τα non-binary άτομα σαν τι «θέλουν να γίνουν»; Και άμα δεν καταλαβαίνεις καν «σαν τι θέλουν να γίνουν» πώς στο καλό θα καταφέρουν να σε πείσουν για την τρανσότητα τους, και αφού εκ προοιμίου δε γίνεται καν να σε πείσουν για την τρανσότητα τους γιατί να τους χαρίσεις κάποιου είδους αποδοχή;
Άκου να δεις. Εγώ δε θα σου πω πόσα είναι στ’ αλήθεια τα φύλα και οι αντωνυμίες ή πόσα και ποια πρέπει εσύ να πιστεύεις ότι είναι «για να μη σε πουν τρανσφοβική». Γιατί στο κάτω-κάτω, ούτε εγώ ξέρω, και – δεν το κρύβω – κάμποσες non-binary ταυτότητες δεν τις καταλαβαίνω ούτε εγώ και αυτό είναι ΟΚ, γιατί το να σέβεσαι την προσωπική αίσθηση κάποιου για τον εαυτό του δεν συνεπάγεται και ότι την κατανοείς πλήρως. Ούτε θα σου πω «σαν τι θέλουν τα non-binary άτομα να γίνουν». Πρώτον, γιατί δεν έχουν όλα τα τρανς άτομα έναν ενιαίο εγκέφαλο για να θέλουν όλα το ίδιο πράγμα – και αυτό ισχύει και για τους τρανς άντρες και τις τρανς γυναίκες παρεμπιπτόντως, και αν νόμιζες ότι το «να είναι σαν cis» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό γιατί ούτε και «οι cis» είναι δα κανένα μονομπλόκ) είναι η επιδίωξη όλων των binary trans, κάνεις λάθος. Δεύτερον, γιατί εγώ συγκεκριμένα δεν έχω ιδέα «σαν τι θέλω να είμαι» ως άνθρωπος, σε πολλά επίπεδα. Και τρίτον, γιατί ακόμα και να ήξερα, αυτό δεν έχει καμία σχέση με την ορθή απόδοση του φύλου μου, γιατί πολύ απλά οι δικές μου αντωνυμίες (και οι αντωνυμίες οποιουδήποτε ατόμου στο τρανς φάσμα) είναι σε κάθε περίπτωση δικές μου και κανενός άλλου, και τις ορίζω εγώ.
Θα πω το εξής: τα φύλα δεν ούτε τόσο στεγανά, ούτε τόσο «αντίθετα», ούτε τόσο «εκ φύσεως» όσο συχνά προσποιούμαστε πως είναι. Έχοντας φορτώσει πάνω τους ένα ευρύ φάσμα από σωματικά, συμπεριφορικά, ακόμα και ψυχικά χαρακτηριστικά, κοινωνικούς ρόλους και κανόνες αισθητικής, αρκετά εκ των οποίων μεταβάλλονται ανά τον χρόνο και ανά τον τόπο, έχουμε δημιουργήσει με βάση και γύρω από αυτά κάτι πολύ πιο σύνθετο από «ΧΧ=γυναίκα»/«ΧΥ=άντρας» ή «θηλυκότητα=γυναίκα»/ «αρρενωπότητα=άντρας». Η διαδικασία της ταύτισης μας (ή μη) με κάποιο φύλο είναι – και πάντα ήταν, απλά δεν είχαμε πάντα τις λέξεις για να την εκφράσουμε – πολύ πιο πολύπλοκη από το να νιώθουμε αυθόρμητα πως ταυτιζόμαστε με την ομάδα ατόμων που έχουμε τα ίδια γεννητικά όργανα και κάτι πολύ πιο πυρηνικό από το «με τι παιχνίδια έπαιζες παιδί» ή «τι ρούχα θες να φοράς». Και ακόμα και τα έμφυλα βιολογικά χαρακτηριστικά, που για χρόνια τα θεωρούσαμε ως κάτι δοσμένο από τη φύση και αναπόδραστο, μπορούν πια σε πολύ μεγάλο βαθμό να διαμορφωθούν ανάλογα με τις δικές μας ενδότερες ανάγκες – ανάλογα με το ποιο είναι το σώμα μέσα στο οποίο νιώθουμε πιο άνετα να ζούμε. Με αυτές τις συνθήκες, όπου ως άντρας ή ως γυναίκα έχει σταδιακά κερδίσει καθεμιά μας το δικαίωμα να είναι όσο θηλυκή ή όσο αρρενωπή ή ό,τι θέλει τελοσπάντων, χωρίς αυτό να συνεπάγεται αποποίηση του φύλου της, αναμενόμενο είναι να δημιουργείται και χώρος για το αντίστροφο, για να υπάρξουμε δηλαδή και να περιγράψουμε τους εαυτούς μας άνθρωποι που, έχοντας πολύ διαφορετική μεταξύ μας αντίληψη για τις εαυτές μας, ταυτόχρονα νιώθουμε μια αποστασιοποίηση – με διαφορετικούς τρόπους το καθένα μας – από τις ταυτότητες του άντρα και της γυναίκας. Και αν αυτό σε πολύ κόσμο μοιάζει διαφορετικό και ξένο από αυτό που έχει συνηθίσει, ωστόσο έχει τη ρίζα του ακριβώς στο ίδιο πράγμα που πολλοί άνθρωποι ήδη διεκδικούν για τους εαυτούς τους ασχέτως ταυτότητας φύλου, το να μην προσδιορίζονται δηλαδή μονοσήμαντα μέσα από τα βιολογικά τους χαρακτηριστικά σαν αυτά να ήταν πεπρωμένο. Και αν ακόμα και binary trans άτομα ζορίζονται (πολλές φορές όχι χωρίς λόγο) με πτυχές της εκδήλωσης των ταυτοτήτων μας – για παράδειγμα με τη χρήση του «αυτό», που τα ίδια έχουν βιώσει το να τους απευθύνεται με υποτίμηση, ως προσωπική αντωνυμία, στην ουσία της η διεκδίκηση μας είναι η ίδια με τη δική τους: το να μπορούμε να υπάρχουμε ελεύθερα ως αυτό που είμαστε.
Και γι’ αυτό, το θέμα «των αντωνυμιών» δεν είναι θέμα «πολιτικής ορθότητας» ή «εγκυρότητας του αυτοπροσδιορισμού» σε ένα επιφανειακό, λεκτικό επίπεδο. Το ζήτημα δεν είναι το αν και πόσο πιστά θα ακολουθήσεις κάποιου είδους «πολιτικά ορθή γλώσσα». Όχι βέβαια ότι οι λέξεις δεν έχουν τη σημασία και την αξία τους, αλλά το ζουμί είναι αλλού: στην αναγνώριση των αναγκών, του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση και εν τέλει στο σεβασμό στην αξιοπρέπεια του άλλου. Και στο να ανοίξεις ίσως λίγο το μυαλό σου για να χωρέσει το διαφορετικό από σένα.
Penelope Cappa