ΤW: Το κείμενο που θα διαβάσετε αναφέρεται σε ομοφοβικές και τρανσφοβικές εκφράσεις πολιτικών, δημοσιογράφων και εγχώριων διασημοτήτων. Δε λείπουν, φυσικά, και οι προτροπές σε βία από υψηλόβαθμους εκπροσώπους του ορθόδοξου εκκλησιαστικού κλήρου, καθώς και τα απειλητικά δημοσιεύματα – πρωτοσέλιδα εφημερίδων ευρείας κυκλοφορίας.
Έχοντας δώσει στην εισαγωγή μας έναν trigger warning χαρακτήρα, ανοίγουμε τον φάκελο της ρητορικής μίσους στην Ελλάδα και συγκεκριμένα αυτής που έχει ως στόχο τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Αφορμή γι΄ αυτό το αφιέρωμα στάθηκε το πρώτο βίντεο* του προγράμματος “LGBTQI+ Voice Up: Project Greece”, το οποίο προσκάλεσε ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, φορείς και συλλογικότητες να αναλύσουν το φαινόμενο της ρητορικής μίσους και του κακοποιητικού λόγου στη δημόσια σφαίρα στην Ελλάδα του σήμερα.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Τι εννοούμε όταν λέμε «ρητορική μίσους»; Σύμφωνα με τον επίσημο ορισμό, η ρητορική μίσους, εκτός των ειδικών περιγραφών που προβλέπουν οι νόμοι των κρατών, είναι η ομιλία που εκφράζει μίσος ή ενθαρρύνει βία απέναντι σε ένα άτομο ή μια ομάδα με βάση χαρακτηριστικά όπως το φύλο, την εθνοτική καταγωγή, τη θρησκεία, τη φυλή, την αναπηρία ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό. «Απλοποιημένα μπορούμε να πούμε ότι η ρητορική μίσους είναι όποιος λόγος και όποια έκφραση λόγου σπρώχνει σε βία απέναντι σε άτομα που ανήκουν σε μειονοτικές ομάδες ή απέναντι σε ολόκληρες τις μειονοτικές ομάδες», αναφέρει η Νάνσυ Παπαθανασίου, Κλινική Ψυχολόγος, Επιστημονικά Συνυπεύθυνη Orlando LGBT+ και συνεχίζει: «κακοποιητικός λόγος είναι όποιος λόγος ταπεινώνει, προσβάλλει, υποτιμά άτομα ή ομάδες, τα οποία υφίστανται ήδη διακρίσεις. Στο πλαίσιο αυτό, και η ρητορική μίσους και ο κακοποιητικός λόγος μπορούν να πάρουν διάφορες εκφράσεις. Από κάτι πάρα πολύ ξεκάθαρο, ως και κάτι πιο έμμεσο, αλλά εξίσου βλαβερό. Να μιλάμε, για παράδειγμα, για πράγματα τα οποία δεν είναι φυσιολογικά. Να ψυχιατρικοποιούμε, να αποδίδουμε χαρακτηρισμούς, να λέμε ποιος είναι κατάλληλος και ποιος δεν είναι κατάλληλος… για οτιδήποτε».
«Στο δικό μου μυαλό, η ρητορική μίσους φέρνει αμέσως τη λέξη “μειονότητες”, προσθέτει η Ερωφίλη Κόκκαλη, συγγραφέας, ηθοποιός και σύμβουλος σεξουαλικής υγείας. «Φέρνει αμέσως τη λέξη “από τα κάτω”, φέρνει αμέσως την έννοια ενός “αόρατου” υποκειμένου, που στην προσπάθειά του να γίνει ορατό τρώει λάσπη σε μορφή ρητορικής μίσους από διάφορους θεσμούς. Οι θεσμοί αυτοί μπορεί να είναι η εκκλησία, μπορεί να είναι η εκάστοτε κυβέρνηση, μπορεί να είναι κάποιο κόμμα -εντός ή εκτός Βουλής- μπορεί να είναι τα media και ένα μέρος της κοινωνίας, αυτό το μέρος που ταυτίζεται με όλα τα προηγούμενα».
Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα είναι φυσικά μία απ΄ αυτές τις μειονότητες, για τις οποίες μιλά η Ερωφίλη. Τα παραδείγματα άλλωστε των θεσμών που επιτίθενται (έμμεσα ή άμεσα) στις ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητες είναι δυστυχώς πολλά και καθημερινά. «Η ρητορική μίσους εναντίον μας είναι κάτι το οποίο στην αρχή το νιώθεις ότι απλά…είναι φυσιολογικό, υπάρχει παντού τριγύρω. Είναι σαν ένα ψάρι το οποίο ζει μες στο νερό, δεν καταλαβαίνει ότι γύρω του υπάρχει νερό. Είναι πολύ φυσικό γι’ αυτό να υπάρχει νερό», εξηγεί ο Τέλης Ράπτης, πρόεδρος της ΟΛΚΕ και μέλος του Justice for Zak/Zackie. «Απ’ όταν γεννήθηκα, απ’ όταν κατάλαβα τον εαυτό μου και μπορούσα να αντιλαμβάνομαι στην πραγματικότητα ότι είμαι γκέι, ζούσα μες στη ρητορική μίσους, υπήρχε παντού τριγύρω μου. Άνοιγες την τηλεόραση και κάποιος έλεγε “να πεθάνουν οι πούστηδες”. Έξω κόσμος να διαμαρτύρεται, ιερείς, παπάδες, μητροπολίτες. Να σου εύχονται τα χειρότερα στη ζωή σου. Ήταν παντού τριγύρω και για ένα πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα όντως το ένιωθα ότι είναι φυσιολογικό. Γιατί πολύ απλά…μόνο τα φυσιολογικά πράγματα μπορεί να ‘ναι τόσο έντονα εκεί έξω».
Η πρώτη διαπίστωση που κάνουμε, όταν μιλάμε για τη ρητορική μίσους σε σχέση με τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, είναι ότι αυτή βρίσκεται παντού. Στην πολιτική, στους κόλπους της εκκλησίας, στον δημοσιογραφικό λόγο, κ.α. Έχει γίνει πλέον καθημερινότητα να κακοποιούμε τις ΛΟΑΤΚΙ ταυτότητες και όλο αυτό να το ονομάζουμε άποψη και να το βάζουμε στο πλαίσιο της ελευθερίας του λόγου. «Επίσης, νομίζω ότι η ρητορική μίσους μπορεί να είναι ακόμα και στη μορφή αστείου. Συμβαίνει πολύ συχνά αυτό», προσθέτει ο Χάρρυ Σάξον, Comic & Digital Artist. «Ο περισσότερος κόσμος, ακόμα μέχρι σήμερα, δεν μπορεί να το αντιληφθεί, γιατί πρώτα απ’ όλα δεν απευθύνεται σ’ αυτόν», συμπληρώνει ο Τέλης. «Ακόμα και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα ή άτομα από άλλες διακριτές ομάδες που υφίστανται τη ρητορική μίσους δεν μπορούν να το αντιληφθούν, γιατί ακόμα δεν έχουν καταλάβει ότι, ξέρεις κάτι; Δε μας αξίζει τελικά».
Η υπόθεση του (πρώην πλέον) μητροπολίτη Αμβρόσιου, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 2015 έγραψε ένα άρθρο στο προσωπικό του ιστολόγιο, στο οποίο εξέφρασε κακοποιητικό λόγο και προτροπή σε βία σε βάρος της γκέι κοινότητας, είναι η πλέον χαρακτηριστική. Ποιος μπορεί άλλωστε να ξεχάσει εκείνο το «φτύστε τους» ή το «αν είχα ένα όπλο θα τους σκότωνα», που πλημμύρισε τα μέσα ενημέρωσης και δικτύωσης. “Η περίπτωση του Αμβρόσιου ήταν μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα υπόθεση”, τονίζει η Κλειώ Παπαπαντολέων, δικηγόρος της υπόθεσης. «Και με την απόφαση που έβγαλε ο Άρειος Πάγος, δηλαδή το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας, ουσιαστικά για πρώτη φορά επικύρωσε καταδίκη με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο. Η απόφαση αυτή ήταν σταθμός, διότι για πρώτη φορά είπε ότι δεν είναι κάθε ρατσιστικός και προσβλητικός λόγος αξιόποινος, αλλά υπάρχει ένα όριο που όταν το υπερβεί ένα πρόσωπο, τότε πράγματι είναι στον χώρο του αξιόποινου και άρα αυτό συνιστά έγκλημα. Διότι το πρόβλημα με τον αντιρατσιστικό νόμο στην Ελλάδα είναι ότι είναι ιδιαίτερα αυστηρός και έχει τέτοιες προϋποθέσεις που σχεδόν τον καθιστούν δυσεφάρμοστο. Οι προϋποθέσεις, λοιπόν, αυτές είναι ότι όχι μόνο πρέπει με τον λόγο μου να υποκινώ σε βία ή σε διακρίσεις, αλλά θα πρέπει αυτή η υποκίνηση που γίνεται με τον ρατσιστικό λόγο και δημόσια, να φτάνει στο όριο που να θέτει σε διακινδύνευση τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα ενός προσώπου ή μιας ομάδας προσώπων. Αυτές, λοιπόν, όλες οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά δημιουργούν ένα εξαιρετικά δύσκολο πεδίο εφαρμογής. Στην υπόθεση, λοιπόν, του πρώην Μητροπολίτη Αμβρόσιου, το όριο αυτό ξεπεράστηκε».
«Προφανώς, δεν έχει το ίδιο βάρος ο λόγος που θα εκφράσει ένα άτομο με ισχύ στην κοινωνία με τον λόγο που θα εκφράσει ένα άτομο… στο διπλανό διαμέρισμα», αναφέρει η Νάνσυ Παπαθανασίου.«Και τα δύο, βέβαια, μπορούν να είναι κακοποιητικά. Τα πρώτα πολύ περισσότερο από τα δεύτερα. Τα λόγια μας δημιουργούν πραγματικότητες. Οι λέξεις, ο τρόπος με τον οποίο εκφραζόμαστε, οι ιδέες, οι αξίες που εκφράζονται στον δημόσιο λόγο δημιουργούν μια πραγματικότητα, την πραγματικότητα των κοινωνιών μέσα στις οποίες ζούμε. Άρα, ο κακοποιητικός λόγος και η ρητορική μίσους ουσιαστικά κάνουν τις κοινωνίες μας πιο ανασφαλείς. Κάνουν τις κοινωνίες μας πιο επικίνδυνες για τα άτομα στα οποία απευθύνονται. Τι εννοούμε με αυτό; Το “φτύστε τους” του Αμβρόσιου, μπορούμε να υποθέσουμε, καλή τη πίστει, ότι χρησιμοποιήθηκε συμβολικά από τον ίδιο. Όμως, η εκφορά αυτού του λόγου μπορεί να περάσει πάρα πολύ εύκολα και στο κυριολεκτικό, και το “φτύστε τους” να γίνει μια κυριολεκτική πράξη. Να μεταφραστεί σαν προτροπή σε βία, σαν δικαιολόγηση της βίας που θέλει να ασκήσει κάποιο άτομο. Άρα, δε μιλάμε μόνο για έναν συμβολικό χώρο. Ο συμβολικός χώρος πολύ εύκολα γίνεται και πραγματικός χώρος». «Ο ρατσιστικός λόγος δεν είναι πάντα αξιόποινος», συμπληρώνει η Κλειώ. «Ακόμα κι όταν είναι βαριά προσβλητικός ή βαριά εξευτελιστικός. Πάντα κάνουμε μια στάθμιση, ακριβώς για να προστατεύσουμε την ελευθερία της έκφρασης και η στάθμιση αυτή γίνεται από το πλαίσιο στο οποίο ο ρατσιστικός λόγος εκφέρεται, από τις συνθήκες στις οποίες εκφέρεται και από το πρόσωπο που τον εκφέρει. Είναι διαφορετικό να μιλάνε δυο άνθρωποι σε ένα καφενείο και να μιλάνε εξευτελιστικά ή υποτιμητικά για μια κατηγορία ανθρώπων, κι είναι διαφορετικό ένα πρόσωπο το οποίο έχει πολύ μεγάλη απήχηση στα socialmedia να τους καλεί και να τους παρακινεί σε βία, σε βάρος μιας ομάδας ανθρώπων».
https://youtu.be/63IBT1ki_Qo
Τι αντίκτυπο, όμως, έχει όλος αυτός ο κακοποιητικός λόγος στη ψυχική υγεία ενός ΛΟΑΤ+ ατόμου; Ο Χάρρυ ζει ανοιχτά ως τρανς άνδρας στην Ελλάδα, όταν πριν λίγο καιρό επέστρεψε από την Αγγλία. Μας εξηγεί ότι το να ανακαλύψει κάποιος και να αποδεχτεί την ταυτότητά του, έρχεται με μια συγκεκριμένη βαρύτητα. «Και τύψεις που μπορεί να έχουν δημιουργηθεί από την κοινωνία, τον περίγυρο. Κι είναι αρκετά δύσκολο από μόνο του. Όταν πάνω σε αυτό πέφτει και ρητορική μίσους, τρανσφοβία γενικά, και οποιουδήποτε είδους φοβία βασικά, το κάνει πολύ δύσκολο και σε κάνει να πιστεύεις ότι…κάτι πάει στραβά, δε σε αποδέχεται η κοινωνία. Έχω την εντύπωση πως τα τελευταία χρόνια, ίσως επειδή ακούμε περισσότερα πράγματα, —και σε αυτό βοηθούν τα socialmedia, ακούμε πράγματα πιο εύκολα— ότι η ρητορική μίσους προς τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, και συγκεκριμένα τα τρανς, ίσως έχει γίνει χειρότερη. Θυμάμαι, τα πράγματα ήταν αρκετά άσχημα πριν φύγω για την Αγγλία το 2013. Αλλά γυρίζοντας τώρα, δεν ξέρω, το τοπίο είναι λίγο διαφορετικό. Απ’ τη μια βλέπεις μια κυβέρνηση που προσπαθεί να βγάλει μια εικόνα φιλική κι ότι βοηθάει όλες τις κοινωνικές ομάδες, ενώ δεν κάνει τίποτα. Δεν μπορώ να ξεχάσω αυτό που είχε πει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τότε με το ψήφισμα της αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου. Ότι είχε πάει στον Υμηττό κι ήταν ένα παιδί και του είπε ένας εξωγήινος ότι είναι τρανς. Πραγματικά, δεν καταλαβαίνω…πώς μπορεί κάποιος να λέει τέτοια πράγματα. Τι περιμένει να βγει από αυτό το πράγμα;». Με τον Χάρρυ συμφωνεί και ο Τέλης, ο οποίος μας εξηγεί πόσο αυτός «ο οχετός» μπορεί να επηρεάσει ψυχολογικά ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο. «Θα φοβηθεί να μιλήσει για την ταυτότητά του. Θα περάσει περισσότερο χρόνο με τον εαυτό του, σίγουρα θα αντιμετωπίσει περισσότερα προβλήματα στη ζωή του».
Για τον αντίκτυπο της ρητορικής μίσους μάς μιλά και η Νάνσυ Παπαθανασίου. «Όλα αυτά συντελούν στο να ενταθεί ένα κλίμα ανασφάλειας, διάκρισης και προσμονής διάκρισης για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Εδώ δε μιλάμε μόνο για νομικές ενέργειες, δηλαδή τι νομικό αντίκρισμα έχει η ρητορική μίσους, πώς αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί στα δικαστήρια. Αλλά και πράξεις μέσα σε συγκεκριμένους θεσμούς, σε κόμματα, στον πολιτικό λόγο που εκφέρεται. Μέσα στο τι θεωρούμε τελικά ότι είναι επιτρεπτό και τι όχι να εκφέρεται στη δημόσια σφαίρα. Το ότι έχουν ξεχειλώσει τόσο πολύ αυτά τα όρια και εκφράσεις, οι οποίες είναι σαφέστατα κακοποιητικές, σαφέστατα προσβλητικές, σαφέστατα ταπεινωτικές, γίνονται δεκτές σαν μια άλλη άποψη, αυτό από μόνο του οδηγεί τα πράγματα σε πολύ επικίνδυνους δρόμους και στο κομμάτι της απτής, καθημερινής πραγματικότητας. Με αφορμή τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου το 2018, παρατηρούμε ότι στον δημόσιο λόγο έχουν αρχίσει να αναφέρονται πολύ πιο συχνά κακοποιητικές εκφράσεις. Πιθανά εδώ, δεν είναι ότι αναφέρονται πολύ πιο συχνά, είναι ότι τώρα τις παρατηρούμε πολύ πιο εύκολα, γιατί υπάρχει κι ένα σημείο στον χρόνο στο οποίο αυτού του είδους οι κακοποιητικές εκφράσεις, από εκφράσεις έγιναν πράξεις. Ήταν η στιγμή που δολοφονήθηκε ο Ζακ, κι ο τρόπος με τον οποίο δολοφονήθηκε. Εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, για τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα κάτι το οποίο ήταν προσμονή διάκρισης, έγινε πραγματικά πράξη διάκρισης και μάλιστα εγκληματική πράξη διάκρισης».
Ζητάμε από τον Τέλη να μας σχολιάσει τον τρόπο με τον οποίο τα μέσα κάλυψαν τη δολοφονία του Ζακ: «Μετά τον θάνατο του Ζακ, μετά το πρώτο σοκ…της είδησης αυτής, το δεύτερο σοκ ήρθε, όταν κάποια στιγμή βρήκα δύναμη να ανοίξω τηλεόραση και να δω ή να διαβάσω εφημερίδες για το τι πραγματικά γραφόταν όλες αυτές τις μέρες. Όπου… δεν είναι ότι δεν το περίμενα, αλλά δεν το περίμενα έτσι, δεν το περίμενα τόσο πολύ, τόσο έντονο. Δεν μπορούσα καν να φανταστώ ότι θα υπήρχαν, ας πούμε, ακόμα και μεσημεριανές εκπομπές, όπως της κυρίας Στεφανίδου, η οποία θα έκανε γκάλοπ για το πώς φαίνεται στον κόσμο η αντίδραση του κοσμηματοπώλη και αν…το να σκοτώσει έναν άνθρωπο, ο οποίος μπήκε θεωρητικά για να ληστέψει, είναι κάτι φυσιολογικό. Αν υπερέβαλε εαυτόν. Παράλληλα, είδαμε παρόμοιο γκάλοπ από τον κύριο Καρατζαφέρη, στον τηλεοπτικό σταθμό που εμφανιζόταν —στον τηλεοπτικό του σταθμό κιόλας, δικός του ήταν. Ενώ παράλληλα, βλέπαμε δημοσιεύματα να βλέπουν κάθε μέρα το φως της δημοσιότητας, με τα χειρότερα λόγια. Είδαμε τον κύριο Πορτοσάλτε να δηλώνει “ο τοξικο-απαυτός”; “Ο τοξικοτέτοιος” —χρησιμοποίησε μια τέτοια λέξη— “που μπήκε για να ληστέψει”. Και θυμάμαι σαν αποκορύφωμα σε εφημερίδα ένα δημοσίευμα του κυρίου Λαμπρόπουλου, ο οποίος κάλυπτε το αστυνομικό ρεπορτάζ και έγραφε στο άρθρο του “Ο ληστής…”, “…με το μαχαίρι…”, με αυτό, με εκείνο, με τ’ άλλο…Πράγματα τα οποία από τη δικογραφία όλα, μέχρι στιγμής, έχουν διαψευστεί. Και χρησιμοποίησε…εισαγωγικά μόνο σε μία λέξη: “ακτιβιστής”. Το μόνο πράγμα το οποίο ο κύριος Λαμπρόπουλος αμφισβητούσε στο συγκεκριμένο άρθρο ήταν ότι ο Ζακ ήταν ακτιβιστής. Ότι ήταν ληστής, δολοφόνος, ότι μπήκε να σκοτώσει, να κάνει, να ράνει, δεν το αμφισβήτησε ποτέ. Κι όλα αυτά έβγαιναν σε εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας, όπως το Βήμα».
Η συζήτηση πηγαίνει στα ΜΜΕ και στον τρόπο με τον οποίο ο δημοσιογραφικός λόγος γίνεται κοινωνός αυτής της ρητορικής μίσους. Ο Θοδωρής Αντωνόπουλος, δημοσιογράφος της LIFO, θυμάται πως όλη αυτή η κακοποίηση της ΛΟΑΤ+ κοινότητας έχει παγιωθεί εδώ και δεκαετίες. «Έχω ζήσει εποχές δεκαετίας ’80 με τίτλους σε πρωτοσέλιδα “σκότωσαν κι έφυγε το ανώμαλο”. Ή αυτά τα αίσχη της Αυριανής με τον Χατζιδάκι. Και μιλάμε για μια εφημερίδα, όχι τύπου Μακελειό, αλλά με τεράστιο τιράζ, που την στήριζε σύσσωμη η ηγεσία τότε του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και προοδευτικά πρόσωπα που όχι μόνο δεν τολμούσαν να την καταδικάσουν, αλλά έβγαιναν και έλεγαν ότι “δεν μπορούμε να επιβληθούμε σε μια δημοκρατική εφημερίδα”. Καταλαβαίνετε το κλίμα που υπήρχε, έτσι;». Ο ίδιος αναφέρει ότι
το φαινόμενο υποχώρησε κάπως στα 90s, για να επανέλθει λίγο αργότερα. «Γιατί η ορατότητα έγινε μεγαλύτερη, -όταν δε σε βλέπουν, δεν ασχολούνται πάντα μαζί σου. Από το ’05 ειδικά και μετά, που τα Pride μπήκαν σε έναν ρυθμό, βγήκε προς τα έξω πολύς κόσμος, η ορατότητα αυξήθηκε και αυτό δημιούργησε μια αντίδραση. Δηλαδή, η “πολλή” ορατότητα έφερε αντίστοιχα και την αύξηση της ρητορικής μίσους, η οποία πολλαπλασιάστηκε λόγω και της εμφάνισης του Internet και των socialmedia».
Η Ερωφίλη μάς δίνει ένα ακόμη παράδειγμα ρητορικής μίσους, αυτή τη φορά από τον χώρο της δημόσιας εκπαίδευσης. «Η ρητορική μίσους που προκύπτει από το θέμα που έπεσε στις Πανελλήνιες Εξετάσεις των ΕΠΑ.Λ και αφορούσε τη μετάδοση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και τη συνέδεε με τις σχέσεις ανάμεσα σε άντρες. Αυτή είναι μια ρητορική μίσους η οποία έρχεται υπόγεια, έρχεται μέσα από την εκπαίδευση. Και μάλιστα έρχεται μέσα από τη συγκεκριμένη εκπαίδευση, η οποία κατά τα άλλα αγνοεί πλήρως το θέμα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, μαζί με το θέμα της συναίνεσης, της αυτοδιάθεσης, της σεξουαλικής υγείας και πολλών άλλων ζητημάτων».
Φυσικά και το φαινόμενο του κακοποιητικού λόγου εις βάρος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας δεν αποτελεί ελληνική αποκλειστικότητα, αλλά αποτελεί επικίνδυνο φαινόμενο σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ζητήσαμε από τον Δημήτρη Παπαδημούλη, Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να μας μιλήσει για την στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι σ΄ αυτό το φαινόμενο. «Η ρητορική μίσους έχει κατά τα τελευταία χρόνια, δυστυχώς, αυξητική τάση, με τη συνδρομή και της αξιοποίησης των κοινωνικών δικτύων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένα καταδικάσει τη ρητορική μίσους και γεγονότα που λαμβάνουν χώρα, δυστυχώς, όχι μόνο εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εστιάζοντας στη ρητορική μίσους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επισημάνει και τονίσει με πρόσφατο ψήφισμά του, που εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία και αφορά στις δημόσιες διακρίσεις και τη ρητορική μίσους κατά των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ+, περιλαμβανομένης και της έννοιας των ζωνών χωρίς ΛΟΑΤΚΙ+, φαινόμενο που είδαμε, δυστυχώς, στην Πολωνία, στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επίσης, επιμένει, καλεί, πιέζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταρτήσει επειγόντως ένα σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση των διακρίσεων στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σχετικά με την προάσπιση και την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που να περιλαμβάνει την προστασία των Δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων».
Χωρίς αμφιβολία όλη αυτή η κακοποίηση στη δημόσια σφαίρα, δημιουργεί μια δύσκολη πραγματικότητα για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα στη χώρα μας. «Είναι πολύ πιο σημαντικό από οποιαδήποτε άλλη στιγμή να ξέρει ο κόσμος ότι είμαστε εκεί έξω. Δεν είναι κανένας μόνος του», αναφέρει ο Χάρρυ, που θέλει να μεταφέρει και ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Μαζί του συμφωνεί και ο Τέλης. «Αν δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις μόνη/ος/ο σου, ζήτα βοήθεια. Ζήτα βοήθεια από τις ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεις. Πίστεψέ με, είναι εκεί και θέλουν πραγματικά να σε βοηθήσουν. Ζήτησέ τους το».
*Το βίντεο προέκυψε μετά από ανοιχτή ψηφοφορία, στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από δύο χιλιάδες ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα από την Ελλάδα, και αντίστοιχη διεργασία σε workinggroups, στο πλαίσιο του έργου “LGBTQI+ VoiceUp: ProjectGreece”. Το εν λόγω έργο υλοποιείται από τη HomoEvolution με τη συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κεντρικός στόχος είναι η ανάδειξη των βασικών ζητημάτων που απασχολούν τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα στην Ελλάδα, η ενδυνάμωση της φωνής της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αλλά και η ευαισθητοποίηση σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, αναδεικνύοντας, παράλληλα, τον ρόλο και τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως ισχυρό της σύμμαχο σ’ αυτήν την προσπάθεια.