Κάτι για τον τερματισμό της Βίας που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα που ασκούν Σεξουαλική Εργασία

17/12/2018
από

Με αφορμή την (σημερινή) Διεθνή Ημέρα για τον Τερματισμό της Βίας που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα που ασκούν Σεξουαλική Εργασία, το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (ΣΥΔ), θυμάται και τιμά “όλα τα πρόσωπα που υπήρξαν θύματα δολοφονιών αλλά και βίας και δηλώνουμε την προσήλωση  και την αλληλεγγύη μας στον συνεχιζόμενο αγώνα για την ενδυνάμωση, την ορατότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσώπων που ασκούν σεξουαλική εργασία”.

Σύμφωνα με το σχετικό Δελτίο Τύπου του ΣΥΔ: “Οι δολοφονίες, οι επιθέσεις, οι βιαιοπραγίες, οι βιασμοί, οι απειλές κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας είναι το πιο απάνθρωπο πρόσωπο της βίας που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα που ασκούν σεξουαλική εργασία. Ο ρατσισμός, η οικονομική ανισότητα, αλλά και η θεσμική βία που πολλές φορές αντιμετωπίζουν πρέπει να τερματιστούν. Το στίγμα, οι διακρίσεις και η οποιαδήποτε μορφή ποινικοποίησης που επιτείνουν την περιθωριοποίηση, τον αποκλεισμό τους από τη κοινωνική ζωή και τον περιορισμό και παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, δεν μπορούν να είναι ανεκτά σε δημοκρατικές κοινωνίες.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τις διεθνείς καταγραφές του διεθνούς δικτύου καταγραφής δολοφονιών τρανς ανθρώπων (Trans Murder Monitoring – TMM) το οποίο από το 2009 καταγράφει με αναλυτικό και συστηματικό τρόπο τις δολοφονίες τρανς προσώπων, από τις συνολικά 325 δολοφονίες τρανς προσώπων το 2017, σε όσες εξ αυτών καταγράφηκε το επάγγελμα, το 62% των δολοφονιών ήταν κατά τρανς γυναικών που ασκούσαν σεξουαλική εργασία. Η διεθνής αυτή εικόνα δεν απέχει από την ελληνική πραγματικότητα, καθώς παρότι στην χώρα μας δεν έχουν καταγραφεί τα τελευταία δέκα χρόνια δολοφονίες τρανς προσώπων, οι περισσότερες τρανσφοβικές επιθέσεις μίσους που έγιναν στην Ελλάδα, ήταν κατά τρανς γυναικών που ασκούν σεξουαλική εργασία.

Στην χώρα μας οι τρανς γυναίκες που ασκούν σεξουαλική εργασία, κυρίως λόγω του αποκλεισμού ή της περιορισμένης πρόσβασης από τον χώρο της εκπαίδευσης και της εργασίας, αντιμετωπίζουν στο μέγιστο το στίγμα, τις διακρίσεις και την βία, ενώ συχνά βρίσκονται στοχοποιημένες μέσω μαζικών προσαγωγών και γίνονται θύματα αστυνομικής αυθαιρεσίας, όπως επί παραδείγματι το 2012 που κατά τη διάρκεια του πογκρόμ κατά των οροθετικών γυναικών τρανς γυναίκες υπήρξαν θύματα αυτών των πολιτικών, ή το 2013 στη Θεσσαλονίκη σε μαζικό πογκρόμ κατά τρανς γυναικών κατά τη διάρκεια του οποίου θύμα υπήρξε και η δικηγόρος υπερασπίστρια των δικαιωμάτων τους Ηλέκτρα Κούτρα, για τα οποία όπως ο ίδιος τότε Υπ. Δημόσιας Τάξης είχε αναφέρει έγιναν «για την βελτίωση της εικόνας της πόλης». Σε αυτό το πλαίσιο αξίζει να σημειωθεί ότι όλες οι τρανς γυναίκες που θυματοποιήθηκαν τόσο κατά τη διάρκεια του πογκρόμ στην Αθήνα το 2012 αλλά και μετέπειτα στη Θεσσαλονίκη, όλες αθωώθηκαν, ενώ σε μία εκ των αποφάσεων το δικαστήριο «αποδέχτηκε την επιχειρηματολογία της υπεράσπισης ότι η σύμπτωση της ιδιότητας του τρανς ατόμου με την παρουσία του σε συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο δεν μπορεί να σημαίνει ότι το άτομο ασκεί σεξουαλική εργασία, πόσο δε μάλλον ότι «παρενοχλεί» τους περαστικούς. Αντίθετα, η παραπομπή του ατόμου, όμως, σε δίκη με μόνη τη σύμπτωση των ανωτέρω, σημαίνει ότι ποινικοποιείται η ταυτότητα φύλου της, κι αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό σε μια ευνομούμενη δημοκρατική κοινωνία».

Όλα τα παραπάνω, δεικνύουν το μέγεθος των προκαταλήψεων, του στιγματισμού, των διακρίσεων, της βίας, αλλά και γενικότερα όλων των παραβιάσεων της ιδιωτικής ζωής και εν γένει των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα που ασκούν σεξουαλική εργασία και ιδιαίτερα η υποομάδα των τρανς γυναίκων που ασκούν σεξουαλική εργασία των οποίων οι ταυτότητες στιγματίζονται πολλαπλά.

Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, επανειλημμένα και σε κάθε ευκαιρία έχει θέσει το ζήτημα της εντελώς παρωχημένης ισχύουσας νομοθεσίας για την σεξουαλική εργασία στη χώρα μας (ν. 2734/1999), το οποίο όχι μόνον είναι  προβληματικό, αλλά τόσο περιοριστικό που στη πραγματικότητα λειτουργεί με έναν επιπλέον στιγματιστικό και τιμωρητικό τρόπο που προάγει τις διακρίσεις και τη βία προσώπων που ασκούν σεξουαλική εργασία.

Τούτο επιβεβαιώνεται τόσο από τον Συνήγορο του Πολίτη (πόρισμα της 6ης Νοεμβρίου 2003) που αναφέρει]: «από τη χαρτογράφηση των διαμερισμάτων του Δήμου Αθηναίων προέκυψε ότι, εντός της δομημένης περιφέρειας του δήμου Αθηναίων, η πλήρης εφαρμογή του άρθρου 3 παρ. 4 του ν.2734/99 σχεδόν αποκλείει την ύπαρξη περιοχών όπου επιτρέπεται η εγκατάσταση και χρήση οικημάτων από εκδιδόμενα με αμοιβή πρόσωπα. Κατ’ αποτέλεσμα, η άσκηση της εν λόγω ρυθμιζόμενης από τον νόμο δραστηριότητας θα καθίστατο ιδιαίτερα δυσχερής, αν όχι αδύνατη, τουλάχιστον σε περιοχές και οικήματα όπου μέχρι σήμερα», όσο και από  την γνωμοδότηση του Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, Νίκου Αλιβιζάτου για το ίδιο θέμα (2.6.2003): «Τόσο η απαγόρευση της εγκατάστασης εκδιδόμενων επ’ αμοιβή προσώπων σε ακτίνα 200 μέτρων τουλάχιστον από τα απαριθμούμενα στον νόμο κτίρια κ.λπ. (άρθρο 3§4 ν. 2734/1999), όσο και η απαγόρευση της χορήγησης δεύτερης άδειας εγκατάστασης στο ίδιο οίκημα ή την ίδια πολυκατοικία (άρθρο 4§3 ν. 2734/1999) φαίνονται ως μέτρα δυσανάλογα επαχθή προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, δηλαδή την προστασία της νεότητας και, γενικότερα, των χρηστών ηθών αφ’ ενός, και την αποτροπή της «γκετοποίησης» των εκδιδόμενων προσώπων αφ’ ετέρου», ενώ σε σχετική υπόθεση που χειρίστηκε ο Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης του Δήμου Αθηναίων, Βασίλης Σωτηρόπουλος, τον Φεβρουάριο  του 2014, είχε διαβιβάσει προς στα αρμόδια Υπουργεία ως προς το ζήτημα της τροποποίησης του νομοθετικού πλαισίου, που ωστόσο ποτέ δεν έγινε.

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, έχει διατυπώσει αναλυτικές θέσεις για την αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας, ώστε να έχει τα εξής χαρακτηριστικά: α) αποστιγματισμός των προσώπων που ασκούν σεξουαλική εργασία, β) αποφυγή κάθε παρέμβασης στην ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή του προσώπου, γ) αποποινικοποίηση της σεξουαλικής εργασίας και αντιμετώπισή της όπως κάθε άλλη εργασία, όταν αυτή επιλέγεται ελεύθερα και δεν είναι προϊόν καταναγκασμών, απειλών, βίας και τράφικινγκ, δ) εγκατάλειψη των παρωχημένων πρακτικών των υποχρεωτικών υγειονομικών εξετάσεων που αφενός επιτείνουν το στίγμα καθώς η εκτροφή αυτών των πρακτικών σχηματοποιούν τη ρατσιστική υπόθεση πως οι εργαζόμενες ή εργαζόμενοι στο σεξ είναι «ύποπτοι» μετάδοσης ασθενειών, ε) προστασία από τις διακρίσεις και τη βία, στ) πλήρης ασφαλιστική και υγειονομική κάλυψη των εργαζομένων του σεξ, στο πλαίσιο θέσεων που έχουν τεθεί τόσο από το Διεθνές Δίκτυο των Εργαζομένων του Σεξ (NSWP), όσο και από την ευρωπαϊκή οργάνωση για την προστασία για τα δικαιώματα των τρανς ανθρώπων, Transgender Europe.

Σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της UNAIDS για τον HIV και τη σεξουαλική εργασία: «Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι είναι ελάχιστα τα στοιχεία που προάγουν ότι οι νόμοι ποινικοποίησης της σεξουαλικής εργασίας, μειώνουν εν τέλει το αριθμών των εργαζόμενων του σεξ. Αντίθετα, όλοι αυτοί οι νόμοι δημιουργούν ένα περιβάλλον φόβου και στιγματισμού για τους εργαζομένους στο σεξ, και τους ενθαρρύνει να εργάζονται σε επισφαλείς τοποθεσίες ώστε να αποφεύγουν είτε τη δική τους σύλληψη είτε των πελατών του (σ.σ. στην δεύτερη περίπτωση εννοεί το σουηδικό μοντέλο)».Τα ίδια αποτελέσματα προκύπτουν και από σχετικές έρευνες που αφορούν την βία που δέχονται τα πρόσωπα που εργάζονται στο σεξ, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί και η θέση της Transgender Europe, οργάνωσης ομπρέλα για τα δικαιώματα των τρανς ανθρώπων, που καλεί στην πλήρη αποποινικοποίηση της σεξουαλικής εργασίας, καθώς και υπογεγραμμένο κείμενο 560 οργανώσεων και 94 ερευνητών υπό την Διεθνή Επιτροπή για τα Δικαιώματα των Εργαζομένων του Σεξ στην Ευρώπη (International Committee on the Rights of Sex Workers in Europe – ICRSE), το οποίο καλεί όλες τις κυβερνήσεις να υιοθετήσουν νομοθετικά πλαίσια πλήρους αποποινικοποίησης της εργασίας στο σεξ, συμπεριλαμβανομένης της ποινικοποίησης των πελατών, καθώς και αυτού του είδους η ποινικοποίηση, επιτείνει το στίγμα, ενώ θέτει σε κίνδυνο τα πρόσωπα που εργάζονται στο σεξ, καθώς για να αποφύγουν τη σύλληψη των πελατών τους, καταφεύγουν σε απομονωμένες περιοχές όπου πέφτουν συχνά θύματα βίας, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία στις χώρες που εφαρμόζεται.

Τιμούμε όλα τα πρόσωπα που υπήρξαν θύματα δολοφονιών αλλά και βίας, διατηρεί τις ανησυχίες του σχετικά με θέσεις  που έχουν εκφραστεί από την Γενική Γραμματεία Ισότητας, και παράλληλα  καλούμε την Πολιτεία και τα συναρμόδια Υπουργεία να εξετάσουν όλες τις παραπάνω θέσεις, και να κινηθούν προς τη κατεύθυνση αναμόρφωση της κείμενης νομοθεσίας για τη σεξουαλική εργασία, προς τη κατεύθυνση του αποστιγματισμού και της αποποινικοποίησης της σεξουαλικής εργασίας, αλλά και τη προστασίας των εργαζομένων του σεξ από τις παρενοχλήσεις, τις διακρίσεις και τη βία.

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ




Δες και αυτό!