Όλοι συμφωνούμε ότι είναι κακό πράγμα το μπούλινγκ όπως έχει επικρατήσει στα ελληνικά, αν και προσωπικά προτιμώ το «τραμπουκισμός/τραμπουκίζω», επειδή αποδίδει το φαινόμενο με μεγαλύτερη συναισθηματική αμεσότητα από το συγκινησιακά άδειο «μπούλινγκ» ή τον κλινικά αποστειρωμένο και εξίσου συναισθηματικά ουδέτερο «εκφοβισμό». Ωστόσο, όπως και να το πούμε, μήπως το ασκούμε κι εμείς οι ίδιοι χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε;
Υπάρχουν πολλά είδη τραμπουκισμού: λόγω εθνικής καταγωγής, γεωγραφικής προέλευσης, σωματικής διάπλασης, σεξουαλικού προσανατολισμού κτλ. Θα εστιάσω ειδικά σ’ έναν που είναι από τους πιο διαδεδομένους και δυστυχώς παραβλέπεται, γιατί θεωρείται απόλυτα φυσιολογικός: το τι τραβάνε τα αγόρια που δεν είναι αρκετά «αγόρια». Κι όταν λέω ότι ένα αγόρι δεν είναι αρκετά «αγόρι» δεν εννοώ ότι είναι σώνει και καλά γκέι.
Άντρες και γυναίκες δεν γεννιόμαστε – γινόμαστε, μέσα από ένα πάρα πολύ αυστηρό σύστημα ανταμοιβής και τιμωρίας. Ήδη το 1949, πολύ πριν από την Butler, η ανθρωπολόγος Margaret Mead ανέλυε ότι «τα σώματά μας έχουν μάθει κατά τη διάρκεια της ζωής τους να είναι αρσενικά, να είναι θηλυκά». Λίγο να ξεστρατίσουμε από το τι θεωρείται σωστή και φυσιολογική συμπεριφορά για το φύλο μας, εισπράττουμε τεράστια πίεση να συμμορφωθούμε, να φερθούμε «φυσιολογικά», με βάση το κυρίαρχο μοντέλο. Βλέπουμε τι τρόμος πιάνει τα αγοράκια μην τα τσακώσουν σε «κοριτσίστικες» ασχολίες, ρούχα, χρώματα ή παιχνίδια. Το ίδιο και τα περισσότερα κορίτσια με τις αγορίστικες ασχολίες, αν και σε μικρότερο βαθμό, επειδή ό,τι αφορά το ανδρικό φύλο έχει πάντα υψηλότερο κύρος κοινωνικά, οπότε αν ένα κορίτσι είναι λίγο αγοροκόριτσο είναι μικρό το κακό· αντιθέτως, αν ένα αγόρι κοριτσοφέρνει έστω και λίγο, αυτόματα χάνει σε αξία, ξεφτιλίζεται.
Τα παιδιά στην εφηβεία αγωνιούν ν’ αποκτήσουν ταυτότητα και να επιβεβαιωθούν στα μάτια των άλλων αλλά και στα δικά τους. Πέφτει ανήλεη καζούρα (στην καλύτερη περίπτωση) ή φριχτός εξοστρακισμός έτσι και κάποιο παιδί διαφέρει πολύ από την εκάστοτε νόρμα (στη συμπεριφορά, στο ντύσιμο, στα ενδιαφέροντα, στην ομιλία κοκ).
Τα αγόρια τραβάνε πολύ μεγάλο ζόρι να αποδείξουν, στον εαυτό τους και στους άλλους, ότι είναι αρκετά άντρες· υπερβάλλουν –συχνά σε αστείο βαθμό– «αντρικές» συμπεριφορές για να πείσουν τον εαυτό τους και τον κύκλο τους ότι είναι αρκετά άντρες: φτύνουν ασταμάτητα, αλλάζουν τη φωνή τους προς το πιο αντρικό (συνήθως ασυναίσθητα), ανταγωνίζονται ποιο βρίζει πιο χυδαία, κάνουν διάφορες ριψοκίνδυνες ταρζανιές, προκαλώντας το ένα το άλλο ν’ αποδείξουν το πόσο ατρόμητοι άντρες είναι, συχνά με θανατηφόρες συνέπειες. Και πάντα ελλοχεύει η φριχτή ρετσινιά της αδερφής, που σ’ εκείνη την ηλικία έχει ελάχιστη ή καθόλου σχέση με τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Σύμφωνα με έρευνες, ακόμη και τα ετεροφυλόφιλα αγόρια είναι αποδέκτες ομοφοβικού τραμπουκισμού,καθώς τα αγόρια κατά κόρον χρησιμοποιούν αυτόν τον τύπο ομοφοβικής κοροϊδίας και εξευτελισμού ως βασικό μέσο κοινωνικοποίησής τους.
Με άλλα λόγια, δεν χρειάζεται να είσαι γκέι για να υποστείς ομοφοβικό τραμπουκισμό, καθώς η ομοφοβική λεκτική βία («αδερφάρα!» «τι πούστικο ντύσιμο είναι αυτό!» κτλ) αποτελεί κεντρικό στοιχείο της έμφυλης κοινωνικοποίησης των αγοριών, με βάση τις νόρμες για το τι καθιστά έγκυρη αρσενική συμπεριφορά και στάση ζωής. Ο ομοφοβικός τραμπουκισμός είναι κομβικό στοιχείο στη διαμόρφωση της σύγχρονης ετεροφυλοφιλικής ανδρικής ταυτότητας, και τα αγόρια τον βιώνουν πολύ οδυνηρά, όπως μάθαμε από τον τραγικό τραμπουκισμό του Βαγγέλη Γιακουμάκη.
Όσα αγόρια δεν πληρούν τα συμπεριφορικά κριτήρια του «αρκετά άντρα» υποβιβάζονται σε υποδεέστερη κατηγορία στο ανήλεο χρηματιστήριο δημοφιλίας του σχολικού περιβάλλοντος. Δυστυχώς, αυτό είναι κάτι που συνεχίζει και μετά το σχολείο. Εύκολα βγαίνει η ρετσινιά της αδερφής σ’ έναν άντρα που είναι κάπως πιο ευαίσθητος. «Τον πέρασα για γκέι επειδή του αρέσει η τέχνη και δεν βλέπει ποδόσφαιρο» έχω ακούσει από κατά τα άλλα ανοιχτόμυαλες γυναίκες, που δυσπιστούν ως προς τον «ανδρισμό» αρσενικών που δεν φέρονται σαν διασταύρωση του Τσακ Νόρρις με μπουλντόζα.
Κακά τα ψέματα: από τη στιγμή που οι γυναίκες ακόμα παραμένουν στον πάτο της κοινωνικής τροφικής αλυσίδας, ό,τι συνδέεται με το θηλυκό στοιχείο θεωρείται υποδεέστερο. Αυτά τα άκαμπτα στερεότυπα κρατάνε γερά και στους ίδιους τους ομοφυλόφιλους: Εντάξει να είσαι γκέι, αλλά απ’ τους ανδροπρεπείς, τους σοβαρούς, όχι από τους «παρτσακλούς», αυτούς μωρέ που… ξέρετε τώρα, αδερφίζουν. Τους ξεφωνημένους· τους θηλυπρεπείς. Αυτοί θεωρούνται η χειρότερη κατηγορία ακόμα και από τους ίδιους τους γκέι, συχνά ακόμη και από άλλους θηλυπρεπείς γκέι, που ταυτόχρονα εξιδανικεύουν τον πολλά βαρύ, γαμάω και δέρνω, στρέιτ-λούκινγκ άντρα. Η βία που παρατηρείται εναντίον των θηλυπρεπών ομοφυλόφιλων στα γκέι σάιτ γνωριμιών έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, που πλέον κάποιες πλατφόρμες έχουν αρχίσει να θεσπίζουν μέτρα για να την περιορίσουν.
Το συγκεκριμένο είδος βίας και τραμπουκισμού στα αγγλικά ονομάζεται sissyphobia, όπου sissy σημαίνει το αγόρι που δεν είναι αρκετά άντρας. Αδερφοφοβία, θα μπορούσαμε να πούμε στα ελληνικά. Ακόμα κι ένας από τους πρωταγωνιστές της αμερικάνικης γκέι σειράς Looking, ο Ράσσελ Τόβυ (γκέι και ο ίδιος και μάλιστα θύμα ομοφοβικού μαχαιρώματος στα 18 του) εύκολα υποβίβασε τους θηλυπρεπείς γκέι: «Νιώθω ότι εύκολα θα μπορούσα να είχα καταλήξει πολύ θηλυπρεπής, αν δεν είχα πάει στο σχολείο που πήγα, όπου αναγκάστηκα να σκληρύνω. Αν μου είχε δοθεί τότε η δυνατότητα να είμαι χαλαρός, να αδερφίζω, να τραγουδώ στον δρόμο, ίσως να ήμουν διαφορετικός άνθρωπος τώρα. Ευχαριστώ τον μπαμπά μου που δεν μου επέτρεψε να έχω αυτή την πορεία» δήλωσε στον Γκάρντιαν.
Πολλοί γκέι άντρες αγανακτούν με το bullying που τραβάνε τα κακόμοιρα γκέι παιδάκια στο σχολείο ή με τις ομοφοβικές επιθέσεις στον δρόμο. Μήπως όμως πρέπει να δούμε κι εμείς οι ίδιοι πώς ασκούμε βία στους άντρες που δεν είναι «αρκετά άντρες»;
Τρέμουμε τη θηλυπρέπεια σαν να είναι ο χειρότερος τρόπος να υπάρχεις σαν άνθρωπος, μια ρετσινιά που θα μας κατακρημνίσει στον καιάδα της γκέι κοινότητας, φτυσμένοι όχι μόνο από τους «νορμάλ» στρέιτ, αλλά και από τους «σοβαρούς» γκέι άντρες. Λογοκρίνουμε τα λόγια μας, αστυνομεύουμε το σώμα μας και τις κινήσεις του ή τη φωνή μας, σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να διώξουμε από πάνω μας κάθε λεκέ θηλυπρέπειας. Όπως ο Ράσελ Τόβυ, πιέσαμε τον εαυτό μας να μην είναι χαλαρός, να μην τραγουδά στον δρόμο. Ταυτόχρονα, περιφρονούμε τέτοια χαρακτηριστικά σε άλλους γκέι. «Του φαίνεται» είναι σχεδόν βρισιά, εξ ου και πολλές φορές το λέμε κομπιάζοντας, όταν θέλουμε να είμαστε πολιτικά ορθοί, καθώς ξέρουμε πόσο ρατσισμό κρύβει.
Έχουμε διδαχτεί ότι το να μας φαίνεται είναι λόγος να ντρεπόμαστε, γιατί αν μας φαίνεται ότι είμαστε γκέι, αυτόματα αμφισβητείται ο ανδρισμός μας και υποβιβαζόμαστε στη λιγότερο άξια, περιφρονητέα θέση των γυναικών.
Όπως μοιράστηκε ένας από τους άντρες που συμμετέχουν στις ομάδες αυτογνωσίας γκέι αντρών που οργανώνω: «Παλιά, ντρεπόμουν απίστευτα για τη θηλυπρέπειά μου· τη θεωρούσα κατάρα! Τώρα τη χαίρομαι. Είμαστε θηλυπρεπείς και μπράβο μας!»
Έχουμε επείγουσα ανάγκη ως κοινωνία να επανορίσουμε τι σημαίνει «άντρας», συμβολικά, εμφανισιακά, συμπεριφορικά, συναισθηματικά. Η τοξική αρρενωπότητα του σκληρού, δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, άφοβου, πάντα δυνατού, τσαμπουκά άντρα σκοτώνει όχι μόνο τους άντρες που πασχίζουν να εκπληρώσουν αυτό το παρωχημένο, μονοδιάστατο πρότυπο, αλλά και όσους τους συναναστρέφονται.
Η άκαμπτη, βαριά αρρενωπότητα από μόνη της δεν μας κάνει άντρες όπως δεν μας κάνει άντρες ένα ζεϊμπέκικο ή μερικοί φουσκωμένοι μύες. Αν δεν ξεκολλήσουμε από αυτή την υπερβολικά στενή, τοξική απεικόνιση του άντρα και δεν δούμε τη θηλυπρέπεια ως κάτι φυσιολογικό, όμορφο, θετικό, ακόμα και σέξι, θα συνεχίσουμε να καταστρέφουμε ζωές.
του Λύο Καλοβυρνά