Με αφορμή την παράσταση “Και θα σφάξουμε το κουνέλι. Η ζωή είναι ωραία. Η ζωή είναι καλή. Θα σφάξουμε το κουνέλι.”, μιλήσαμε με την Αγγελική Παπαθεμελή, μια εκ των δημιουργών, για να μάθουμε περισσότερα.
Πώς προέκυψε ο ιδιαίτερος αυτός τίτλος;
Ο τίτλος προήλθε από τα “Κύματα” της Βιρτζίνια Γουλφ. Η πλήρης φράση είναι “και για χιλιάδες ο ύπνος είναι ζέστα και σιωπή και η στιγμιαία απόλαυση ενός παράξενου ονείρου. Και θα σφάξουμε το κουνέλι, η ζωή είναι ωραία, η ζωή είναι καλή, θα σφάξουμε το κουνέλι.” Είναι το στιγμιαίο όνειρο των πολλών, ότι όλα είναι καλά και ότι η ζωή είναι ωραία. Με αυτή τη σκέψη πέφτει κανείς για ύπνο. Είναι η σκέψη που μας καθησυχάζει, ώστε να αφεθούμε σε αυτή τη διαδικασία του ύπνου, την οποία δεν ελέγχουμε — σαν μία πρόβα θανάτου. Ο ύπνος είναι μία χώρα άγνωστη. Αυτή η φράση είναι και μία θεώρηση για τη ζωή γενικά. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η ζωή είναι ωραία, ταυτόχρονα όμως καθόλου ωραία δεν είναι. Εμπεριέχει και μια ειρωνεία ο τίτλος δηλαδή.
Η ιδέα για το έργο πώς γεννήθηκε;
Η Σοφία είχε την ιδέα να ασχοληθούμε με την αλήθεια και ψεύδος, και εγώ το βρήκα πολύ ενδιαφέρον. Έτσι ξεκινήσαμε ένα ταξίδι που δεν ξέραμε που θα μας βγάλει, και πολύ σύντομα πέσαμε πάνω σε ένα εξαιρετικό δοκίμιο του Νίτσε με τίτλο “Περί αλήθειας και ψεύδους υπό εξωηθική έννοια”. Αυτό μας έστρεψε στην αναζήτηση αυτού που αποδεχόμαστε από κοινού οι άνθρωποι ως πραγματικότητα. Πολλές φορές το εσωτερικό βίωμα διαφέρει από την εξωτερική πραγματικότητα, και ενίοτε συγκρούεται κιόλας. Αναπτύσσοντας αυτή την ιδέα ήταν αναμενόμενο να καταλήξουμε στην Αλίκη.
Πώς συνδυάζεται η “Αλίκη” του Λουίς Κάρολ με τα “Κύματα” της Βιρτζίνια Γουλφ;
Ο συνδυασμός δεν ήταν ηθελημένος εξ αρχής. Τα κείμενα αυτά έχουν μία κοινή θεματική παρόλο που η γραφή είναι αλλιώτικη. Ο Κάρολ έχει ένα λόγο πιο αυθόρμητο και παιδικό, ενώ ο λόγος της Γουλφ είναι πιο ενήλικος, ποιητικός και συνειρμικός. Η Γουλφ έχει μία γραφή ελεύθερη η οποία ταιριάζει με το σουρεαλισμό του Κάρολ. Όταν συνθέταμε το κείμενο δε μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε τι είναι από την Αλίκη και τι είναι από τα Κύματα.
Ποιος είναι ο συσχετισμός της ζωής και του ονείρου;
Η ίδια η ζωή είναι ένα όνειρο που διαρκεί λίγο. Η παράσταση αφορά μία γυναίκα η οποία ξυπνάει μέσα στη νύχτα, αλλά δεν ξέρουμε αν ξυπνάει στ’ αλήθεια ή αν ξυπνάει μέσα σε όνειρο. Διαλέξαμε αυτό το πλαίσιο γιατί τη νύχτα έχει κανείς μια παράξενη διαύγεια. Δε λειτουργεί πολύ η λογική, αλλά μπορεί να έχεις έκλαμψη. Τοποθετήσαμε το σκηνικό σε μία τέτοια στιγμή. Με τη Σοφία ενσαρκώνουμε το ίδιο πρόσωπο, είμαστε μια εσωτερική φωνή, ο εσωτερικός διάλογος ενός ανθρώπου. Για μας αυτή είναι μία μεσήλικη Αλίκη του κόσμου μας, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα παράξενο σύμπαν. Γιατί έτσι είναι η ζωή μας, παράξενη, παράλογη και αρκετά σουρεαλιστική.
Τι προσδοκάτε να αποκομίσει το κοινό από την παράσταση;
Ακόμα και στη θεματική του έργου η συνάντηση με τους “άλλους” είναι σημαντική, καθώς και το πώς μπορεί η πραγματικότητά μας να πιστοποιηθεί ως πραγματική. Δεν είχαμε κάποιο συγκεκριμένο στόχο. Μάλλον αυτό που ελπίζουμε είναι να φανεί και σε άλλους ανθρώπους ενδιαφέρον και γοητευτικό αυτό που εμάς μας κινητοποίησε. Ιδίως μέσω της Αλίκης, στην οποία υπάρχει και μία ματιά πιο σκανταλιάρικη. Ελπίζουμε ότι οι θεατές θα επικοινωνήσουν και με αυτή τη πλευρά. Κάποιοι μπορεί να μην ταυτιστούν, όχι λόγω θεματικής αλλά λόγω του τρόπου που έχει δομηθεί η παράσταση. Κάποιοι άλλοι επικοινωνούν βαθιά. Συχνά μιλάμε με τον κόσμο μετά την παράσταση και μας λένε πολλά πράγματα. Ο κάθε θεατής κεντράρει σε άλλα πράγματα, ανάλογα με αυτά που κουβαλάει.
Υπάρχει κάτι που να σας έχουν πει για το έργο που να σας άγγιξε ιδιαίτερα;
Μας είπε κάποιος πως δεν του αρέσει πολύ το θέατρο, αλλά ότι από κάποια στιγμή και μετά κατά διάρκεια της παράστασης αισθάνθηκε ότι αυτό που βλέπει δεν είναι θέατρο ακριβώς — και πως από εκείνη τη στιγμή και μετά τον συνεπήρε. Αυτό ήταν και μία από τις προθέσεις μας, να έχει η παράσταση κάποιους κώδικες λίγο εξωθεατρικούς. Να αναδειχθούν κάποιες στιγμές που, όπως και στη ζωή, να μη συμβαίνει απολύτως τίποτα, απλά να χαλαρώνουμε και να πίνουμε τσάι ή ξαφνικά το μυαλό να πριζώνεται και τα πράγματα να αποκτούν ένα ρυθμό πιο φρενήρη.
Ποια είναι η θέση του έρωτα στο έργο;
Είναι πολύ σημαντικός, όπως αναπόφευκτα είναι και η απώλειά του. Στη Βιρτζίνια Γουλφ ο έρωτας υπάρχει έντονα έτσι κι αλλιώς, αλλά και στην Αλίκη το ίδιο, παρόλο που είναι μικρούλα. Το θέμα της συνάντησης με τον άλλο άνθρωπο έχει μία ερωτική φύση έτσι κι αλλιώς. Παράλληλα υπάρχει και η βεβαιότητα ότι αυτό θα χαθεί, ότι δεν θα διαρκέσει, όπως υπάρχει αυτή η βεβαιότητα και για την ίδια τη ζωή.
Τι κρατάτε περισσότερο από αυτή την εμπειρία;
Για εμένα ήταν μία σημαντική ανθρώπινη συνάντηση, και αυτό μου έδωσε πολύ θάρρος για το μέλλον. Ήρθαν και ενεπλάκησαν εξαιρετικά ικανοί συντελεστές. Η συνεργασία φάνηκε να μας βρίσκει όλους σε μια παράξενη στιγμή της ζωής μας, σε μία ηλικία πιο μεταιχμιακή. Μέσα από τα κείμενα ανοιχτήκαμε και συνομιλήσαμε για πάρα πολλά προσωπικά πράγματα, και αυτό είναι ευτυχές όταν συμβαίνει. Ήταν μια δουλειά που ξεκίνησε μέσα από μία ιδέα που πραγματικά δεν ξέραμε που θα βγει. Πλέον έχουμε αφιερώσει τις παραστάσεις μας στη Θάνο Ανεστόπουλο ο οποίος δεν είναι πια κοντά μας. Μας έγραψε υπέροχη μουσική ο Θάνος, τυχαία βρέθηκε στο διάβα μας και ενθουσιάστηκε. Μας έλεγε ότι η Αλίκη ήταν το αγαπημένο του βιβλίο όταν ήταν παιδί.
Η αγαπημένη σας φράση από το έργο;
“Θα συναντηθούμε απόψε, δόξα το θεό, δόξα το θεό, δε θα μείνω μόνη”. Για εμένα έχει πολύ μεγάλη σημασία ο ερχομός μου κάθε Δευτέρα και Τρίτη εδώ. Η συνάντησή μου με τους κάθε φορά θεατές είναι διαφορετική γιατί είμαστε πιο εκτεθειμένοι σε αυτή τη δουλειά, πιο “εμείς”, πιο γυμνές, και αυτή η ανταλλαγή που συμβαίνει με το κοινό είναι σημαντική.