Βρέθηκα σήμερα στο χωρίο μου. Ένας μικρός, ορεινός οικισμός στην Αρκαδία με περίπου 30 μόνιμους κατοίκους, χωρίς σχολείο και χωρίς παιδιά. Μετά την κυριακάτικη λειτουργία, ο ιερομόναχος που λειτουργεί εκεί, ήρθε στο καφενείο και άρχισε να μοιράζει κάποια κείμενα και να μιλάει με τον κόσμο, λέγοντας: “θα διδάξουν την ομοφυλοφιλία στα παιδιά μας! θα τους μάθουν να φέρονται καλά σε ομοφυλόφιλους και τρανς…” (δε θα μεταφέρω την ένταση που προκλήθηκε μεταξύ ημών), υπονοώντας ενδεχομένως πως δεν πρέπει να φέρονται καλά ( ; ) σε lgbt+ άτομα.
Τα κείμενα που μοίραζε είχαν την υπογραφή του μητροπολίτη Ιερεμία, μια ανακοίνωση της μητρόπολης Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και μια υπεύθυνη δήλωση την οποία προτρέπουν τους/τις κηδεμόνες των μαθητών και μαθητριών για να την υπογράψουν με σκοπό την απαλλαγή των παιδιών τους από τη θεματική εβδομάδα για τις έμφυλες ταυτότητες (για τη διατροφή και την ποιότητα ζωής ή για την πρόληψη του εθισμού και των εξαρτήσεων, ευτυχώς, η Εκκλησία έδωσε την έγκρισή της).
Σε ένα κοσμικό, λοιπόν, πλαίσιο ένας ιερέας αποφασίζει να κηρύξει μίσος και να διασπείρει ειδήσεις, κατά πως τον βολεύουν, με σκοπό να προπαγανδίσει και να προσηλυτίσει στα χρηστά ήθη. Στη υπεύθυνη δήλωση κάνουν επίκληση και στα ανθρώπινα δικαιώματα μέσα από μια επιλεκτική ανάγνωσή τους. Το συμβάν δεν είναι μεμονωμένο, αλλά πρόκειται για μια οργανωμένη εκστρατεία της Εκκλησιάς, καθώς καθημερινά χάνει τη νομιμοποίησή της στην κοινωνία. Ως πότε, όμως, θα επιτρέπεται στους εκπροσώπους της να κηρύσσουν την απανθρωπιά και τον ρατσισμό, ωθώντας την κοινωνία σε επικίνδυνα αντανακλαστικά; Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, αλλά κατά πως φαίνεται κάνουν τον μισάνθρωπο και το φασίστα. Δε θα αναλύσω παραπάνω τι σημαίνει καφενείο και τι εκκλησία, ως μηχανισμός διαμόρφωσης της συλλογικής συνείδησης. Η εκπαίδευση είναι και πρέπει να αγωνιστούμε να είναι απολύτως κοσμική. Και όχι, δεν είναι πιπίλα ο φασισμός, είναι μια κοινωνική πραγματικότητα.
Και στην τελική: “Τη σεξουαλικότητα κανενός δεν κρίνω, ούτε της Παναγιάς που πήγε με τον κρίνο”.
Από το Facebook του Χρήστου Χρυσανθόπουλου