Ο Πολ Φερχόφεν χτύπησε και πάλι. Και δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε τίποτα λιγότερο από τον άνθρωπο που διαχρονικά έχει σκηνοθετήσει τα πιο άγριά μας όνειρα, εξερευνώντας τη μεταφυσική (Ο Τέταρτος άνθρωπος), την εκτελεστική εξουσία (Robocob), την αποικιοκρατία (Ολική επαναφορά), τη σεξουαλική παραφορά (Βασικό ένστικτο, Showgirls, Elle, κ.α.).

της Δήμητρα Κυρίλλου

Αυτή τη φορά επέστρεψε με τη «Μπενεντέτα», που έγινε διάσημη, αλλά και διαβόητη (βλάσφημη για κάποιους) επειδή πραγματεύεται την ιστορία της πρώτης λεσβίας καλόγριας στην Ιταλία του 17ου αιώνα. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών, ενώ προβλήθηκε και στο 62ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Από 18 Νοέμβρη διανέμεται στις αίθουσες από το Cinobo.

Το σενάριο, που έγραψε ο Φερχόφεν με τον Ντέιβιντ Μπερκ βασίστηκε στην αληθινή ιστορία της Μπενεντέτα Καρλίνι, την οποία αφηγείται αναλυτικά το βιβλίο της ακαδημαϊκού Judith C. Brown «Άσεμνες Πράξεις: Η Ζωή μιας Λεσβίας Καλόγριας στην Αναγεννησιακή Ιταλία». Η συγγραφέας ανακάλυψε τυχαία τα ιστορικά τεκμήρια στη διάρκεια ενός ερευνητικού προγράμματος στα αρχεία της Φλωρεντίας. Σε ένα κουτί βρήκε τα πρακτικά της δίκης της Μπενεντέτα που συνέβη στις αρχές του 17ου αιώνα, ένα σπάνιο ντοκουμέντο με εξαντλητικές λεπτομέρειες για τη μοναδική μέχρι σήμερα γνωστή δίκη λεσβίας στην ιστορία του Χριστιανισμού. Η ταινία ωστόσο δεν εστιάζει αποκλειστικά και μόνο στη λεσβιακή σχέση, αλλά τη συνδέει με το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο, τη θρησκεία και τον ανταγωνισμό για την εξουσία.

Ποια ήταν η Μπενεντέτα Καρλίνι;

Η ιστορία ξεκινά από την παιδική της ηλικία, όταν θα δοθεί σαν «νύφη του Ιησού» στο μοναστήρι της Πέσκια. Η σκληρή διαπραγμάτευση ανάμεσα στον πατέρα της και την κυνική ηγουμένη Φελιτσιτά (την υποδύεται μια εξαιρετική Σαρλότ Ράμπλιγκ) για την προίκα που θα λάβει το μοναστήρι, αποτελεί ένα πολύ εύστοχο σχόλιο για τη θέση των γυναικών στο μεσαίωνα.

Η Μπενεντέτα φαίνεται να «τόχει» με το θείο στοιχείο και δυο δεκαετίες αργότερα έχει εξελιχθεί σε δραστήριο και πολυμαθές μέλος του μοναστηριού, που δεν είναι απομονωμένο από τον κόσμο της περιτοιχισμένης μεσαιωνικής πόλης, αλλά συμμετέχει πρακτικά με διάφορες δραστηριότητες στην τοπική οικονομία. Παράλληλα έχει διάφορες ενοράσεις- παραισθητικές επικοινωνίες με τον Ιησού, τις οποίες δεν φαίνεται να παίρνει στα σοβαρά η ηγουμένη, η οποία προτιμά να την αξιοποιεί σαν βοηθό στα λογιστικά βιβλία της μονής. Τα πράγματα αλλάζουν όταν θα καταφύγει στο μοναστήρι η Μπαρτολομέα, μια νεαρή εξαθλιωμένη αγρότισσα, κακοποιημένη από τον πατέρα και τα αδέλφια της. Η Μπενεντέτα θα δώσει μάχη και χρήμα για να την κρατήσουν όταν η ηγουμένη θα δηλώσει «Εδώ είναι μοναστήρι κι όχι φιλανθρωπικός οίκος»!

Μπενεντέτα και Μπαρτολομέα θα συμπαθήσουν η μια την άλλη σε μια σκηνή που μοιράζονται έναν μεσαιωνικό …καμπινέ. Γιατί ο Πολ Φερχόφεν έχει τις εμμονές του με το Θεό, (έχει γράψει μάλιστα κι ένα βιβλίο για τον Ιησού), όμως πιο πολύ έχει διαπρέψει απεικονίζοντας τη σαρκική υπόσταση των ηρώων και ηρωίδων του, χωρίς κανένα περιορισμό και ταμπού. Γι’αυτό και έχει κατηγορηθεί για ηδονοβλεπτική (βλ. πορνογραφική) σκηνοθεσία. Είναι μια άδικη κατηγορία. Νηστικό αρκούδι δε χορεύει, νους και σάρκα συνυπάρχουν ακόμη κι όταν ανταγωνίζονται. Έτσι αρχικά η Μπενεντέτα θα αντισταθεί στα ερωτικά κελεύσματα της νεώτερης αλλά πιο έμπειρης φίλης της και μάλιστα θα βιώσει ένα όραμα όπου τις επιτίθενται δυο φίδια, τα σύμβολα της αμαρτίας. Όμως τελικά θα ενδώσει, κι εδώ δεν έχουμε κάποια εξιδανικευμένη ρομαντική ιστορία, αλλά το ερωτικό σμίξιμο δυο γυναικών κάτω από τις επιθυμίες τους και ενάντια στην καθεστηκυία τάξη της ετεροσεξουαλικής κανονικότητας που τις περιβάλλει.

Παράλληλα, τα συνεχιζόμενα οράματα-στίγματα που βλέπει θα βρουν τελικά ανταπόκριση στο ποίμνιο του μοναστηριού και τον τοπικό έξαρχο Αλφόνσο Σέκκι και θα οδηγήσουν την ηρωίδα στη θέση της ηγουμένης στην κεφαλή του μοναστηριού. Εδώ η Μπενεντέτα θα έχει την ευκαιρία να ασκήσει τις ικανότητές της στη διεύθυνση της μονής, αλλά και της μικρής πόλης της Πέσκια που απειλείται από την διαδιδόμενη βουβωνική πανώλη. Θα κλείσει προνοητικά τις πύλες της εφαρμόζοντας ένα πρώιμο αλλά και προφητικό lockdown!
Στο μεταξύ στην οθόνη οι δυο ερωμένες περιπτύσσονται με ποικίλους τρόπους, που περιλαμβάνουν ακόμη και τη χρήση ενός ξύλινου αγαλματιδίου της Παναγίας σε ρόλο dildo, που ασφαλώς έγινε viral στις κριτικές για την ταινία! Πιο εμπνευσμένη πάντως είναι η σκηνή της σεξουαλικής αφύπνισης της Μπενεντέτα, που γίνεται αφετηρία για ένα ταξίδι ανακάλυψης του σώματός της.

Ωστόσο δεν πρόκειται για πορνογράφημα, ούτε για ταινία υπερφυσικού μυστηρίου. Η ηρωίδα έχει πολύ δυνατές ενοράσεις με τον Ιησού, ωστόσο το σενάριο μας κλείνει το μάτι ότι πιθανότατα αποτελούν δημιουργήματα του μυαλού της, ένα είδος «Personal Jesus», που από τη μια συνάδει με τη θρησκευτικότητα, από την άλλη με τη δίψα για έλεγχο πάνω στο σώμα της και -γιατί όχι;- στο μοναστήρι, άρα γίνεται βλάσφημη. Άλλωστε οι ήρωες του Φερχόφεν είναι πολυδιάστατοι και αντιφατικοί. Και οι θρησκείες είναι δημιούργημα ανθρώπινου μυαλού και όχι το αντίστροφο.

Παιχνίδια εξουσίας

Όταν η πρώην ηγουμένη Φελιτσιτά θα προστρέξει στην ανώτερη εκκλησιαστική ιεραρχία, που θα σπεύσει να αποκαταστήσει την τάξη με σημαία την καταγγελία για το αμάρτημα της λεσβιακής σεξουαλικής πράξης, γίνεται σαφές ότι εδώ εμπλέκεται ο έλεγχος για την εξουσία και η διατήρηση των έμφυλων σχέσεων εκεί που ορίζουν οι κοινωνικοί κανόνες της εποχής. Η δίκη θα γίνει ευκαιρία να ξεσπάσει ένα πελώριο σκάνδαλο που θα εκθέσει τις εκκλησιαστικές αρχές μπροστά στην τοπική φεουδαλική κοινωνία και θα οδηγήσει την ταινία σε ένα ανατρεπτικό φινάλε.

Η «Μπενεντέτα» είναι μια χορταστική ταινία για τη θρησκεία, τη σεξουαλικότητα, την ιστορία, τον έλεγχο της εξουσίας. Είναι φτιαγμένη με τις αρετές του δημιουργού της, που ξέρει να αναλαμβάνει «μεγάλα» ανθρώπινα ζητήματα και χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της κινηματογραφικής τέχνης να τα παρουσιάζει με τρόπο λαϊκό, mainstream μπορεί, αλλά όχι ευτελή.

Αν σε πρώτο επίπεδο βρίσκεται το παιχνίδι ανάμεσα στη Μπενεντέτα και την Μπαρτολομέα, παιχνίδι αποπλάνησης, αμαρτίας, δοτικότητας, ακόμα πιο έντονα δίνεται το χάσμα που χωρίζει την εκκλησιαστική εξουσία (που εδώ αντιπροσωπεύει ο Νούντσιο της Φλωρεντίας) από τον κόσμο της πόλης που πεθαίνει από την πανούκλα. Τέλος, δε μπορεί κανείς παρά να αναλογιστεί το πως, σήμερα, μετά από 400 χρόνια, ο έλεγχος των ανθρώπων πάνω στο σώμα, τη σεξουαλικότητα, την αναπαραγωγική ικανότητα εξακολουθεί να παραμένει δυστυχώς αντικείμενο διαπραγμάτευσης και διεκδίκησης.

Η ταινία «Μπενεντέτα» κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 18 Νοεμβρίου και σύντομα αποκλειστικά στο Cinobo.