Πριν μερικούς μήνες κατά τη βραδινή μου έξοδο εγώ και ο φίλος με τον οποίο είχαμε βγει γίναμε μάρτυρες του εξής σκηνικού: ένα ταξί με ένα αγόρι στη θέση του συνοδηγού είχε σταματήσει στο πλάι του δρόμου και ο ταξιτζής έλεγε στη κοπέλα που στεκόταν σαστισμένη στο πεζοδρόμιο κρατώντας λίγα λουλούδια «δώσε του απλά μία ευκαιρία».

Το ταξί έφυγε και η κοπέλα έμεινε πίσω να κοντοστέκεται δείχνοντας ταυτόχρονα ταραγμένη και ενθουσιασμένη κάτι που μας έκανε να την ρωτήσουμε αν ήταν όλα καλά. Ναι, μας είπε, αυτό ήταν το αγόρι της που τα χάλασε μαζί της πριν μια βδομάδα χωρίς να της πει το λόγο. Η κοπέλα ήταν 14 και το αγόρι 17 και αφού εκείνη στενοχωρήθηκε μια βδομάδα για τον χωρισμό τώρα αυτός εμφανίστηκε απρόσμενα στο σπίτι της, της έδωσε τα λουλούδια και της είπε ότι θέλει να τα ξαναβρούνε, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις. Η κοπέλα ήταν εμφανώς μπερδεμένη και μας είπε ότι δεν ήξερε τι να κάνει.

Της είπα ότι δε μπορώ να γνωρίζω τι σχέση έχουν και τι έχει συμβεί μεταξύ τους αλλά ανεξάρτητα από το τι θα αποφασίσει να είναι προσεκτική να μην ενδίδει λόγω τέτοιων κινήσεων γιατί ενέχουν συχνά μια δόση χειριστικότητατας. Βλέπετε, το σκηνικό αυτό δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά μέρος ενός ευρύτερου επαναλαμβανόμενου μοτίβου του λεγόμενου grand gesture, ενός σεναρίου που βλέπουμε συχνά στις ρομαντικές κομεντί και έχει ως εξής: μία γυναίκα τσακώνεται/ χωρίζει με έναν άντρα (συνήθως λόγω δικού του λάθος), στη συνέχεια βλέπουμε και τους δύο να υποφέρουν χωριστά ώσπου ο άντρας εμφανίζεται απρόσμενα στην πόρτα της γυναίκας όπου ακολουθεί μια μεγαλειώδης σκηνή η οποία οδηγεί στην επανασύνδεση χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις. Εναλλακτικά, το μοτίβο μπορεί να έχεις ως εξής: άντρας γουστάρει γυναίκα χωρίς να το λέει ανοιχτά, συχνά συμπεριφέρεται ψυχρά κάνοντας τη γυναίκα να νιώθει μπερδεμένη ώσπου αυτός εμφανίζεται στο σπίτι, τη δουλειά της, ή εκεί που συχνάζει και της διακηρύσσει δημόσια την αγάπη του κερδίζοντας την.

Οι σκηνές αυτές είναι πολύ δυνατές ακριβώς επειδή η μεγαλειώδης αυτή χειρονομία του άντρα λειτουργεί ως σημαίνον για πολλά από τα ιδανικά του ρομαντισμού που η κουλτούρα μας έχει ενσωματώσει και έτσι αποτελεί μια σχεδόν αυταπόδεικτη εκδήλωση αγάπης. Το μέγεθος της απόδειξης της αγάπης είναι τόσο μεγαλύτερο όσο πιο πολλές δυσκολίες εμπεριέχει η χειρονομία: από όσο πιο μακριά έρχεται ο άντρας (από άλλη χώρα μετράει περισσότερο από ότι από την ίδια πόλη), όσο πιο κακές είναι οι καιρικές συνθήκες (με βροχή ή χιόνι μετράει περισσότερο από ό,τι με λιακάδα), όσο πιο μεγάλη είναι η έκθεση (η εκδήλωση αγάπης μπροστά σε κοινό μετράει περισσότερο από ο,τι σε ιδιωτικό χώρο).

Τώρα δε θα ήθελα να μιλήσω για το αν η μεγαλειώδης αυτή κίνηση είναι παραβιαστική ή πιάνεται ως stalking. Αφενός επειδή θα ήθελα να είμαι ελαστική όσο η εμφάνιση του άντρα δεν προκαλεί φόβο και δεν λειτουργεί ως απειλή και αφετέρου επειδή θα ήθελα να αναγνωρίσω την απόγνωση ενός ερωτευμένου που μπορεί να τον οδηγήσει σε τέτοιες πράξεις όσο αυτές δεν παραβιάζουν κόκκινες γραμμές, οι οποίες μπορούν να διαφέρουν ανά περίπτωση. Αυτό που θα ήθελα να εξετάσω είναι οι πατριαρχικές αυτές παραδοχές που κάνουν τέτοιες κινήσεις ένα ιδιαιτέρως αποτελεσματικό τρόπο συναισθηματικής πίεσης ή ακόμα και εσκεμμένης χειραγώγησης και που διαιωνίζουν έμφυλα στερεότυπα και παρεξηγήσεις μεταξύ των φύλων που τελικά κάνουν τις σχέσεις χειρότερες.

Η απροσδόκητη εμφάνιση ενός άντρα στον χώρο της γυναίκας βασίζεται λοιπόν κατά μεγάλο μέρος στις πατριαρχικές αντιλήψεις πως ο άντρας οφείλει να είναι αυτός που «διεκδικεί» την γυναίκα. Για να το καταλάβουμε αυτό καλύτερα, αρκεί να σκεφτούμε πως ένας άντρας που σκάει σπίτι σου στις 3 το πρωί και σου χτυπάει το κουδούνι μεθυσμένος είναι «γενναίος», «ρομαντικός», «τρελός από έρωτα» ενώ μια γυναίκα που θα έκανε το ίδιο  θα ήταν απελπισμένη, αξιοθρήνητη και σκέτο «τρελή».  Η πρωτοβουλία ανήκει πάντα στον άντρα με έναν τρόπο που η γυναίκα μετατρέπεται σε ένα παθητικό αποδέκτη ο οποίος, μην μπορώντας να κάνει κάτι άλλο υιοθετώντας έναν πιο ενεργό ρόλο, τελικά ανακουφίζεται με την εμφάνισή του ή την εκδήλωση αγάπη του και τον δέχεται πίσω χωρίς να επανεξετάσει αν άλλαξε η ίδια η δομή και δυναμική της σχέσης που οδήγησε στον χωρισμό in the first place. Η εμφάνιση του άντρα δηλαδή δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από κάποια απολογία, ένδειξη μετάνοιας ούτε προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος στη σχέση. Αρκεί που εμφανίστηκε. Ας αναλογιστούμε σε αυτό το σημείο τον ειδικό συμβολισμό των λουλουδιών και ας αναρωτηθούμε γιατι προσφέρονται αυστηρά μόνο από άντρες σε γυναίκες και όχι το ανίστροφο.

Αυτό που επιτείνει το ότι το grand gesture οδηγεί αυτόματα και στην επανασύνδεση είναι η επίσης πατριαρχικά καλλιεργημένη αντίληψη πως οι άντρες δυσκολεύονται να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, ότι δεν νιώθουν άνετα με τις εις βάθος συζητήσεις περί σχέσεων, ότι φοβούνται τα έντονα συναισθήματα και ότι τελοσπάντων αφού είναι εκ φύσεως ή λόγω ανατροφής πιο «περήφανοι», το να εκτίθενται με αυτόν τον τρόπο είναι η απόλυτη εκδήλωση αγάπης. Με λίγα λόγια, έχοντας πρώτα θέσει τον πήχη για τους άντρες πολύ χαμηλά, οδηγούμαστε στο να αποδεχτούμε οποιαδήποτε συναισθηματική εκδήλωση ως απόδειξη αγάπης με τον ίδιο τρόπο που ένας προφήτης ο οποίος προσπαθει να επικοινωνήσει με έναν σιωπηρό και απόμακρο θεό ερμηνεύει  ως θεϊκή εκδήλωση ή θαύμα οποιοδήποτε εξαιρετικό γεγονός. Μόνο που η εκδήλωση αυτή, ακριβώς λόγω τον πατριαριχκών παραδοχών, μπορεί να είναι καθαρά συμβολική και εν τέλει στερούμενη ουσίας όσον αφορά την ίδια τη σχέση και τα προβλήματά της.

Στα παραπάνω θα πρέπει προστεθεί και η ειδική λειτουργεία των ανδρικών δακρύων, τα οποία η πατριαρχία μας έχει πείσει τόσο αποτελεσματικά ότι δεν υπάρχουν που όταν βλέπουμε έναν άντρα να κλαίει δεν μπορούμε καν να το διαχειριστούμε και συνήθως το θεωρούμε κι αυτό απόδειξη βαθιών συναισθημάτων την ίδια ώρα που μια γυναίκα που κλαίει παρουσιάζεται συχνά από την πατριαρχία ως χειριστική, αδύναμη, ενοχλητική.

Τώρα φυσικά, δεν υπονοώ ότι κάθε φορά που ένας άντρας σκάει στο κατώφλι μας είναι με σκοπό να μας χειραγωγήσει ούτε το ότι αν πέσουμε στην αγκαλιά του είμαστε αναγκαστικά θύματα της πατριαρχίας.  Ήθελα απλά να αναδείξω πώς συμπεριφορές που φαντάζουν τόσο αυθόρμητες, αθώες και άκρως συναισθηματικές υπακούν κι αυτές σε κάποια έμφυλα μοτίβα οπότε γνωρίζοντάς τα ίσως διευκολυνόμαστε κι εμείς να ερμηνεύσουμε τις δικές μας συμπεριφορές και αυτές των άλλων και να ανταποκριθούμε καλύτερα. Είτε θέλουμε να το αποδεχτούμε είτε όχι, οι συναισθηματικές μας αντιδράσεις εμπεριέχουν κι αυτές πολιτισμικές επιρροές και γι αυτό όταν μιλάμε για ένα σύστημα εξουσίας όπως η πατριαρχία, μπορούν να καταστούν τις γυναικες περισσότερο ευάλωτες στις συναισθηματικές πιέσεις, είτε αυτές είναι συνειδητές είτε όχι.

Μια από τις πιο δύσκολες συζητήσεις στον φεμινισμό παραμένει το πώς η γυναικεία υποκειμενικότητα δομείται γύρω από την ανάγκη για αντρική αγάπη και αποδοχή αλλά και πώς έχουμε αφομοιώσει το είδος της αγάπης και της αποδοχής που έχει ορίσει έμφυλα η πατριαρχία.