Θέση απέναντι στο ομοφοβικό «κειμένου προβληματισμού», που παρουσιάζεται στα μέσα ενημέρωσης ως υπογεγραμμένο από 160 «προσωπικότητες» παίρνει το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (Σ.Υ.Δ.).
Το Σωματείο τονίζει πως το εν λόγω κείμενο στερείται αξιοπιστίας, τουλάχιστον όσον αφορά τα πρόσωπα που το υπογράφουν, αφού ήδη κάποια απ΄αυτά που αναφέρονται διαχώρισαν τη θέση τους δηλώνοντας ότι ουδεμία σχέση έχουν με αυτό, ούτε το έχουν συνυπογράψει.
Επίσης, αναφέρει πως ενώ το κείμενο αυτό φέρεται ότι συνυπογράφεται και από πρόσωπα που ανήκουν στην πανεπιστημιακή κοινότητα, αναφέρεται σε «προτιμήσεις» σε σχέση με τους ΛΟΑΤΚΙ ανθρώπους. Κάτι που έρχεται σε αντίθεση με το σύνολο τόσο όλων των διεθνών οργανισμών, όσο και της επιστημονικής κοινότητας.
“Η έκφραση και η ταυτότητα φύλου αποτελούν ταυτοτικές παραμέτρους που συνδέονται με την προσωπικότητα κάθε ανθρώπου, και όχι «προτιμήσεις» ή επιλογή, ενώ τα χαρακτηριστικά φύλου με βιολογικές παραμέτρους. Επομένως, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα η υπογραφή προσώπων που προέρχονται από τον χώρο των επιστημών”.
Το βασικό, όμως, ερωτηματικό για το Σ.Υ.Δ αποτελεί η σύνδεση των προβλημάτων της υπογεννητικότητας και του δημογραφικού επί των οποίων στηρίζεται το κείμενο αυτό, με τα θεμελιώδη δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ συνανθρώπων μας, η οποία στερείται κάθε ορθολογικής προσέγγισης.
Τέλος, το Σωματείο καλεί τον κύριο Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση, να απορρίψει αυτές τις προτροπές που αλλοιώνουν το νόημα του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αντιθέτως να ενεργήσει αποκαταστατικά, υλοποιώντας όλες τις συστάσεις του Εθνικού Σχεδίου ΛΟΑΤΚΙ+ Ισότητας που αποτελούν τον ελάχιστο παρονομαστή για τη πραγμάτωση της ίσης μεταχείρισης στη χώρα μας.
Διαβάστε ολόκληρο το Δελτίο Τύπου
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (Σ.Υ.Δ.) μη κυβερνητική οργάνωση εθελοντικού χαρακτήρα για την προαγωγή των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρανς, φυλοδιαφορετικών και γενικότερα των LGBTI προσώπων με το παρόν παίρνει θέση επί «κειμένου προβληματισμού» που παρουσιάζεται στα μέσα ενημέρωσης ως υπογεγραμμένο από 160 «προσωπικότητες» [1], εκφράζοντας δημόσια την αντίθεσή τους στο πόρισμα της Επιτροπής για την Εθνική Στρατηγική Ισότητας των ΛΟΑΤΚΙ+ [2].
Μία πρώτη παρατήρηση είναι πως ενώ το κείμενο αυτό φέρεται ότι υπογράφεται από 160 πρόσωπα, κάποια εξ αυτών ήδη διαχώρισαν τη θέση τους δηλώνοντας ότι ουδεμία σχέση έχουν με αυτό, ούτε το έχουν συνυπογράψει (συγγραφέας Θανάσης Βαλτινός [3], πρώην Γεν. Γραμματέας Παν/μίου Πατρών, Σπήλιος Παπαθανασόπουλος [4]. Συνεπώς, στερείται αξιοπιστίας, τουλάχιστον όσον αφορά τα πρόσωπα που το υπογράφουν.
Μία δεύτερη παρατήρηση, είναι πως ενώ το κείμενο αυτό φέρεται ότι συνυπογράφεται και από πρόσωπα που ανήκουν στην πανεπιστημιακή κοινότητα, αναφέρεται σε «προτιμήσεις» σε σχέση με τους ΛΟΑΤΚΙ ανθρώπους. Όμως, όπως αποδέχεται το σύνολο τόσο όλων των διεθνών οργανισμών, όσο και της επιστημονικής κοινότητας, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η έκφραση και η ταυτότητα φύλου αποτελούν ταυτοτικές παραμέτρους που συνδέονται με την προσωπικότητα κάθε ανθρώπου, και όχι «προτιμήσεις» ή επιλογή, ενώ τα χαρακτηριστικά φύλου με βιολογικές παραμέτρους. Επομένως, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα η υπογραφή προσώπων που προέρχονται από τον χώρο των επιστημών.
Επί της ουσίας, όμως, και κυρίως, βασικό ερωτηματικό αποτελεί η σύνδεση των προβλημάτων της υπογεννητικότητας και του δημογραφικού επί των οποίων στηρίζεται το κείμενο αυτό, με τα θεμελιώδη δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ συνανθρώπων μας, η οποία στερείται κάθε ορθολογικής προσέγγισης.
Συγκεκριμένα, αντικειμενικά σε όλες τις χώρες του κόσμου που έχει κατοχυρωθεί η εξισωτική μεταρρύθμιση της επέκτασης του θεσμού του γάμου στα ΛΟΑΤΚΙ πρόσωπα, σε καμία εξ αυτών δεν υπήρξε μεταβολή της τάσης διακύμανσης σε σχέση με το ζήτημα της υπογεννητικότητας. Θα ήταν παράλογο άλλωστε να συνέβαινε τούτο, καθώς πρόσωπα διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού, έκφρασης, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου υπήρχαν από την απαρχή του ανθρώπινου πολιτισμού, και θα υπάρχουν πάντα. Τα ζητήματα υπογεννητικότητας, αντικειμενικά είναι πολυπαραγοντικά και σχετίζονται με τις σύγχρονες κοινωνικές, οικονομικές και άλλες πραγματικότητες. Αντίθετα η επέκταση του γάμου, πέραν της διάκρισης που καταργεί, λειτουργεί εν τοις πράγμασι ενισχυτικά στον θεσμό της οικογένειας για τον οποίο οι φερόμενοι ως συνυπογράφοντες δείχνουν να «ανησυχούν», καθώς τον επεκτείνει. Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), από τον Ιούνιο του 2010 με την απόφαση Schalk & Kopf κατά Αυστρίας[5], έχει αναγνωρίσει ότι οι συντροφικές σχέσεις μεταξύ ομόφυλων προσώπων εντάσσονται στον ορισμό της οικογένειας, ενώ το 2015 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αναγνώρισε την επέκταση του γάμου και στα ΛΟΑΤΚΙ ζευγάρια. Επομένως, αφενός μεν η σύνδεση της υπογεννητικότητας με τα θεμελιώδη δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ προσώπων στερείται κάθε ορθολογικής προσέγγισης, αφετέρου η επέκταση του γάμου (και άλλων δικαιωμάτων) στα ΛΟΑΤΚΙ πρόσωπα δεν βρίσκεται σε σύγκρουση με τον θεσμό της οικογένειας, τον επεκτείνει. Άλλωστε, πάλι σε όλες τις χώρες του κόσμου που κατοχυρώθηκε η επέκταση του γάμου και άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο θεσμός της οικογένειας παραμένει κραταιός και δεν θα μπορούσε να υπάρξει λόγος να συμβεί το αντίθετο.
Επιπλέον, στο κείμενο αυτό, αναφέρονται τα μέτρα που προτείνονται στο πόρισμα της Επιτροπής για την Εθνική Στρατηγική Ισότητας των ΛΟΑΤΚΙ+, ως μέτρα «αμφιλεγόμενου καταχρηστικού δικαιωματισμού», ενόσω τα πλείστα εξ αυτών τεκμαίρονται ως απόρροια της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (απαγόρευση των διακρίσεων), της ενωσιακής νομοθεσίας και ευρωπαϊκής νομολογίας, αλλά και αποδεδειγμένων παραβιάσεων δικαιωμάτων του ανθρώπου που στοιχειοθετούνται.
Εύλογα, δε, ερωτήματα δημιουργεί ο ανορθολογικός συσχετισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων συνανθρώπων μας, με την περίοδο της πανδημίας του covid καθώς και με τα προβλήματα της οικονομίας, ενώ ο συσχετισμός με την αύξηση της εγκληματικότητας και πολύ περισσότερο «των κρουσμάτων σεξουαλικής βίας και διαστροφής» (όπως αναφέρεται) δεικνύουν και ρατσιστικό υπόβαθρο. Αξία, δε, έχει να σημειώσουμε πως στην ίδια ενότητα στο κείμενο αυτό γίνεται λόγος για «έλλειψη Ανθρωπιστικής Παιδείας», όταν αμφισβητούνται από τα φερόμενα συνυπογράφοντα πρόσωπα θεμελιώδη δικαιώματα συνανθρώπων μας επί των οποίων στηρίζεται το κράτος δικαίου.
Ακόμη, τα φερόμενα ως συνυπογράφονται πρόσωπα, φαίνεται να ανησυχούν για τον «τραυματισμό της ευαίσθητης παιδικής ηλικίας», όταν αντίθετα, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που εξακολουθεί να υφίσταται και δεν αντιμετωπίζεται είναι ο ενδοσχολικός εκφοβισμός και για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού, έκφρασης, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, όπως σημειώνεται σε όλα τα κείμενα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και του Συμβουλίου της Ευρώπης που έχουν συστήσει ειδικές πολιτικές προς τα κράτη μέλη. Ανησυχούν για το μέτρο της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης (που θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί εδώ και δεκαετίες όπως στην πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε.), ενόσω φουντώνει ο ενδοσχολικός εκφοβισμός όπως διαπιστώνουν όλες οι έρευνες και παιδιά και έφηβοι με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου βιώνουν ανασφάλεια και γίνονται θύματα βίας, όπως καταγράφεται.
Χαρακτηρίζουν ως «προκλητικές» τις ρυθμίσεις που προτείνονται στο πόρισμα της Επιτροπής, όταν τα φερόμενα ως υπογράφοντα πρόσωπα –προφανώς από θέσεως προνομίου – αρνούνται εκείνα με προκλητικά ομοφοβικό και τρανσφοβικό τρόπο δικαιώματα που θεωρούνται αυτονόητα για όλους τους συνανθρώπους μας.
Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε πολλά περισσότερα, ωστόσο κλείνοντας, σκωπτικά δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε ότι διατρέχοντας προχείρως τη λίστα των φερόμενων ως συνυπογραφόντων προσώπων, μόνο τέσσερις είναι οι γυναίκες (εάν πράγματι συνυπογράφουν διότι ως φαίνεται διαψεύδεται η υπογραφή για κάποια εκ των προσώπων).
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, τέλος, καλεί τον κύριο Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση, να απορρίψει αυτές τις προτροπές που αλλοιώνουν το νόημα του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αντιθέτως να ενεργήσει αποκαταστατικά, υλοποιώντας όλες τις συστάσεις του Εθνικού Σχεδίου ΛΟΑΤΚΙ+ Ισότητας που αποτελούν τον ελάχιστο παρονομαστή για τη πραγμάτωση της ίσης μεταχείρισης στη χώρα μας.