Το φαινόμενο της “ευθύνης του θύματος” (victim blaming) δεν έχει τέλος

04/03/2021
victim blaming
victim blaming

«Μα τι ήθελε ένας δεκαπεντάχρονος στα Εξάρχεια;»

«Μήπως φορούσε πολύ προκλητικά ρούχα; Καμιά κοντή φούστα;»

«Τι ήθελε το «πρεζάκι» στο κοσμηματοπωλείο;»

«Αυτά τα ανήλικα, γονείς δεν είχαν;»

Ναι, αυτό το άρθρο είναι ένα ακόμη άρθρο, που θα μιλήσει για το victim blaming. Nαι, αυτό το άρθρο είναι ένα άρθρο, που χρειάζεται να γραφτεί. Ναι, το έχουμε δει χιλιάδες φορές, έχουμε ξαναδιαβάσει γι’ αυτό, το έχουμε δει να συμβαίνει και έχουμε μάθει να το αντιλαμβανόμαστε. ΑΛΛΑ, δεν έχει σταματήσει. Τα Μ.Μ.Ε., η τηλεόραση, οι εφημερίδες, κανείς δε μιλάει γι’ αυτό, έχει μείνει στη δικιά μας ευχέρεια. Είμαστε αναγκασμένοι να το αντιμετωπίσουμε αφού έχει συμβεί, ετεροχρονισμένα. Είμαστε αναγκασμένοι να το υπομένουμε παθητικά, βλέποντας θύματα να γίνονται θύτες. Γι’ αυτόν τον λόγο πριν ξεκινήσω αυτό το άρθρο θέλω να καταλάβεις, ότι η ευθύνη είναι πάντα των θυτών, και όχι των θυμάτων. Κανένα θύμα δεν έχει ευθύνη για αυτό που του συνέβη.

Για όσους δεν το γνωρίζουν το victim blaming είναι η συνθήκη στην οποία το θύμα ενός εγκλήματος, ή μιας άλλη κακουργηματικής πράξης, θεωρείται μερικώς ή ολικώς υπεύθυνο για τη βλάβη που του προκλήθηκε. Κάτι τέτοιο συναντάται συνήθως σε θύματα σεξουαλικών επιθέσεων, ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Η στοχοποίηση του θύματος βοηθά εμάς τους ίδιους να νιώσουμε πιο δυνατοί πιο ασφαλείς, λιγότερο λίγοι απ’ ότι είμαστε. Τα θύματα απειλούν την ιδέα που έχουμε για τον κόσμο, ως ένα ασφαλές μέρος που το κακό δεν φτάνει να μας αγγίξει. Όταν το κακό, όμως, φτάσει στους κάλους ανθρώπους, τότε έχουμε μια σύγχυση, την οποία αδυνατούμε να διαχειριστούμε και μόνη μας σκέψη είναι ότι το θύμα εν τέλη μπορεί να μην ήταν και τόσο καλό, μπορεί αυτό να έφταιγε, αυτό να το προκάλεσε. Δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι είμαστε και εμείς ευάλωτοι, ότι ζούμε σε μια κοινωνία που το κακό και το μίσος (εξωτερικευμένο ή μη) δεν έχει όρια, που μπορεί να φτάσει ανά πάσα στιγμή στον καθένα μας. Στον γείτονα, σε εμένα, ακόμη και σε σένα.

Η ιδέα ότι η κακοτυχιά είναι εντελώς τυχαία είναι τρομακτική και πολλές/οί όταν προσπαθούν να εναρμονιστούν με αυτήν την ιδέα στρέφονται προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο άνθρωπος έχει την τάση να θέλει διαρκώς να ελέγχει τις καταστάσεις που συμβαίνουν γύρω του. Και όταν συμβαίνει το κακό, ο έλεγχος χάνεται από τα χέρια τους. O άνθρωπος έχει ανάγκη να πιστεύει σε έναν δίκαιο κόσμο, έναν κόσμο οπού οι κακές πράξεις έχουν προβλέψιμες συνέπειες, που επιβάλουν τον έλεγχο που έχει ο ίδιος χάσει. Οι άνθρωποι που έχουν την ιδέα ότι ο κόσμος είναι ένα δίκαιο μέρος μπορεί να φαίνονται πιο ήρεμοι ,αλλά έχουν μειωμένη ενσυναίσθηση για τα θύματα, με αποτέλεσμα την τάση ενοχοποίησης τους. Με αυτό τον τρόπο οι άνθρωποι μπορούν και επιβιώνουν, χωρίς να κλονίζεται η ψυχική τους υγεία, χωρίς να ξεβολευτούν από την προνομιακή θέση τους, κρατώντας συνεχείς αποστάσεις.

Το τρίπτυχο της πατριαρχίας, της τοξικής αρρενωπότητας και του victim blaming οφείλονται για τη δημιουργία μιας κουλτούρας βιασμού, όπου τα θύματα είναι υπαίτια για οτιδήποτε τους συνέβη, παίρνοντας έτσι ένα τεράστιο μερίδιο ευθύνης από τον θύτη. Η ανάγκη για την παγίωση μιας παραδοσιακής κοινωνίας, όπως την ξέραμε μέχρι τώρα, δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο αυτών των φαινομένων. Η πατριαρχική δομή της κοινωνίας προκαλεί προβλήματα σε κάθε βήμα προόδου. Όταν το θύμα μιλά, φταίει αυτό, είτε «γιατί σπιλώνει την φήμη του άντρα επειδή τον ζηλεύει», είτε «γιατί ήταν αρκετά θηλυπρεπής», οπότε και λιγότερο άντρας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αρρενωπότητα είναι εμφανώς και μόνο ετεροφυλική. Οποιοσδήποτε στέκεται εμπόδιο στην πατριαρχική παραδοσιακή κοινωνία είναι θύτης. Είναι θύτης, επειδή μιλά. Επειδή αντιστέκεται. Επειδή είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που οι άλλοι θέλουν. Επειδή υπάρχει, αναπνέει και ζει δίπλα σε σένα που θεωρείς αποδεκτό το ότι «η γυναίκα πρέπει να τρώει ένα χέρι ξύλο που και που για να στρώνει», «αυτός για να τη χτύπησε ποιος ξέρει τι θα του έκανε αυτή», «Μα φόραγε δαντελωτό εσώρουχο όταν την βίασαν», «Ήταν σεξεργάτρια; Ε, τα ‘θελε και τα πάθε.»


Γράφει η Παναγιώτα Μπούκα

Panagiota Bouka

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1999 και σπουδάζω Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Ανέκαθεν ενδιαφερόμουν για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά τα τελευταία 4 χρόνια ασχολούμαι ενεργά με τον ακτιβισμό. Δεν μου αρέσει να μιλάω για την εαυτή μου, γι’ αυτό και εδώ θα χρησιμοποιήσω μια φράση που με περιγράφει απόλυτα. ‘’I'm sorry but homophobia and racism aren't opinions.’’




Δες και αυτό!