O Αμίν Τζαμπράιλοβ θυμάται την εκείνη την ημέρα σαν να ήταν χθες. Το 2017, εργαζόταν σε ένα κομμωτήριο στο Γκρόζνι (πρωτεύουσα της Τσετσενίας), όταν τρεις μεγαλόσωμοι άνδρες τον άρπαξαν και τον έριξαν στο πορτ μπαγκάζ ενός αμαξιού.
“Η ζωή μου πέρασε μπροστά από τα μάτια μου. Πίστευα ότι θα πέθαινα”, δήλωσε ο Αμίν.
Για τον ίδιο, το να θυμάται τις ημέρες που ακολούθησαν είναι οδυνηρό. Βρισκόταν δεμένος σε μια καρέκλα ενώ συχνά δεχόταν την κακοποίηση των αρχών της Τσετσενίας.
“Κάποιες φορές με χτυπούσαν ενώ κάποιες άλλες μου έκαναν ηλεκτροσόκ. Ήθελαν να τους αποκαλύψω τα ονόματα άλλων γκέι ανδρών, που ζούσαν στην περιοχή. Μου είπαν ότι γνώριζαν πως είμαι γκέι και γνώριζα για άλλους. Το σκεπτικό ήταν να τους το πω για να τους βασανίσουν κι αυτούς… Δεν έδωσα κανένα όνομα”.
Οι μαρτυρίες από εκατοντάδες άνδρες στην Τσετσενία που βασανίστηκαν όπως ο Αμίν, σόκαραν την παγκόσμια κοινή γνώμη το 2017. Σχεδόν τρία χρόνια μετά, ανθρωπιστικές οργανώσεις και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που έφυγαν από την περιοχή για να σωθούν, υποστηρίζουν ότι η κατάσταση παραμένει η ίδια.
Ο Αμίν υποστηρίζει ότι την ημέρα που τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν σε ένα υπόγειο. Στη συνέχεια τον βασάνισαν για μέρες. Κάποια στιγμή μάλιστα άκουσε να μιλάνε για την εκτέλεσή του.
“Μου έβγαλαν τα παπούτσια και με έστησαν μπροστά από έναν τοίχο. Έβαλαν μια σακούλα στο κεφάλι μου. Ένας απ΄αυτούς γέμισε το όπλο μου και το ακούμπησε στο κεφάλι μου. Έτσι χτυπημένος που ήμουν, άρχισα να ζωγραφίζω τον τοίχο με το αίμα μου. Μου είπαν ότι αυτά είναι τα τελευταία μου δευτερόλεπτα.”
Τα μάτια του Αμίν γέμισαν με δάκρυα. Πίστευε ότι θα πεθαίνει. Ο ίδιος είναι ένα από τα αρκετά ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα από την Τσετσενία, που μίλησαν στην εκπομπή του ABC “Nightline”, για τους διωγμούς που έζησαν από τις αρχές.
Παρόλ΄αυτά, ακόμα κι έχουν καταγραφεί περισσότερες από 200 αντίστοιχες υποθέσεις στην περιοχή, ο Αμίν είναι μόλις το δεύτερο θύμα που αποφάσισε να μιλήσει δημόσια. Αρκετοί επιλέγουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους επειδή φοβούνται ότι θα γίνουν για μια ακόμη φορά στόχος. Στόχος από τις αρχές και τις οικογένειές τους. Ακόμη και μετά την κατακραυγή, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα εξακολουθούν να ζουν στον φόβο και να κινδυνεύουν από τα βασανιστήρια των αρχών.
Οι αρχές φυσικά αρνούνται τα πάντα.