Την Κυριακή 16 Ιουνίου 2019, βρεθήκαμε στο συνέδριο της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδας, για να παρακολουθήσουμε στρογγυλή τράπεζα με θέμα: “Ζητήματα δυσφορίας φύλου σε παιδιά και εφήβους”.
Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή της τράπεζας, θα θέλαμε να θυμίσουμε τα εξής:
η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία το 2017, πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, είχε δημοσιοποίησει τις άκρως αντιεπιστημονικές, τρανσφοβικές και κακοποιητικές θέσεις της (επισυνάπτεται στα σχόλια). Σε εκείνη την ανακοίνωση γινόταν αναφορά σε παρωχημένη και μονόπλευρη βιβλιογραφία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη σύγχρονες μελέτες, και αναπαράγονταν πλήρως αντιεπιστημονικές απόψεις. Οι συγγραφείς της μιλούσαν σαν η επιστημονική κοινότητα στο σύνολό της να έχει αποφανθεί ότι οι τρανς ταυτότητες συνιστούν παθολογία -κάτι που βέβαια αποτελεί παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά επιπλέον έχει καταρριφθεί επιστημονικά.
Από αυτές τις απόψεις που είχαν εκφραστεί στην εν λόγω ανακοίνωση, τη θέση τους είχαν διαχωρίσει η Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία, αλλά και ξεχωριστά ο κλάδος Διαπολιτισμικής Ψυχιατρικής της ίδιας Εταιρείας (παρατίθενται στα σχόλια) και βέβαια η στάση της Παιδοψυχιατρικής είχε προκαλέσει την αντίδραση τρανς ατόμων και οργανώσεων (ενδεικτικά, παραθέτουμε το δελτίο τύπου της Colour Youth, επίσης στα σχόλια).
Τότε, μέλη της παιδοψυχιατρικής εταιρείας αναπαρήγαγαν τα στοιχεία αυτά στο δημόσιο λόγο, αλλά είχαν λάβει χώρα και αντίστοιχες κακοποιητικές ομιλίες-ημερίδες, με έντονη την παρουσία της εκκλησίας, κάποιες υπό τη συν-διοργάνωση της παιδοψυχιατρικής (ενδεικτικά αναφέρουμε την παρουσία σε αντίστοιχες εκδηλώσεις των παιδοψυχιάρων κκ. Τζένης Σουμάκη, Καλλιόπης Προκοπάκη, και του παιδοψυχίατρου και ιερωμένου Βασίλειου Θερμού, για περισσότερα βλ. δελτίο τύπου Συνδέσμου Υποστήριξης Διεμφυλικών-ΣΥΔ στα σχόλια). Υπήρχαν βέβαια και άλλες φωνές ειδικών ψυχικής υγείας, όπως της τωρινής επιστημονικά υπεύθυνης του Orlando LGBT+ Έλενας-Όλγας Χρηστίδη, που είχε βρεθεί σε δημόσιο διάλογο με την κα Προκοπάκη σε ενημερωτικές εκπομπές με αφορμή την ψήφιση του νομοσχεδίου, που τόνιζαν τα αντιεπιστημονικά και επικίνδυνα σημεία που αναπαρήγαγε η παιδοψυχιατρική εταιρεία. Ενδεικτικά του κλίματος, να πούμε ότι τα επιχειρήματα της κας Προκοπάκη είχαν χρησιμοποιηθεί, ως επίκληση στην αυθεντία, από βουλευτή της Χρυσής Αυγής κατά την ομιλία του για την καταψήφιση του νομοσχεδίου για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου στη Βουλή των Ελλήνων.
Ερχόμαστε τώρα στο στρογγυλό τραπέζι με τίτλο “Ζητήματα δυσφορίας φύλου σε παιδιά και εφήβους”. Αποτελούνταν από τρεις ομιλήτριες: την κα. Καραγιάννη (“Διαγνωστικά και Κλινικά Ζητήματα στη Δυσφορία Φύλου”), την κα Προκοπάκη (“Βιολογικές παράμετροι στην διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου”), και την κα Παπαγεωργίου (“Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού (ΔΑΦ) και Ταυτότητα Φύλου”) και έναν ομιλητή τον κ. Σπηλιάδη (“Gender Identity Development Service: Υπηρεσία για παιδιά και εφήβους με θέματα ταυτότητας φύλου στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας: χαρακτηριστικά πληθυσμού, παρεμβάσεις, εκβάσεις”).
Τα βασικό σημείο που μας εντυπωσίασε ήταν ότι το τραπέζι αυτό δεν επικεντρώθηκε σε κανένα σημείο στην πλήρη αποπαθολογιοποίηση των τρανς ταυτοτήτων, κάτι που πλέον αποτελεί γεγονός και ψηφίστηκε από τη γενική συνέλευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στις 25/05/2019. Συγκεκριμένα ο ΠΟΥ ονόμασε την τρανς κατάσταση απλή “ασυμφωνία φύλου” για την οποία θα μπορούν τα άτομα να λαμβάνουν (ανάλογα με τη χώρα) ιατροφαρμακευτική κάλυψη (π.χ ορμονοθεραπεία κ.α) και βέβαια για πρώτη φορά τοποθέτησε τις τρανς ταυτότητες εκτός του καταλόγου των ψυχιατρικών διαταραχών. Η εν λόγω απόφαση αποτελεί ιστορική στιγμή πρώτα για την τρανς και έπειτα για την επιστημονική κοινότητα, δίνοντας τον τόνο για τα απαραίτητα βήματα που πρέπει να ακολουθεί η κλινική πρακτική κατά την παροχή υπηρεσιών σε τρανς άτομα. Η αλλαγή αυτή λοιπόν έχει ήδη συντελεστεί. Με δεδομένη όμως την έκταση της παθολογιοποίησης στον χώρο της υγείας και της ψυχικής υγείας, ο ΠΟΥ έδωσε περιθώριο έως το 2022 πριν να απαιτήσει την εφαρμογή του, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες (π.χ. εκπαίδευση και επιμόρφωση των επαγγελματιών) για την μετακίνηση των υπηρεσιών υγείας και ψυχική υγείας προς αυτή την κατεύθυνση και την πλήρη και απρόσκοπτη εφαρμογή του.
Παρά όμως όλα τα παραπάνω, το σύνολο των εισηγήσεων της στρογγυλής τράπεζας κινήθηκε σε κατεύθυνση αντίθετη από αυτή του ΠΟΥ. Η κα Καραγιάννη στην ομιλία της είπε αυτολεξεί ότι “στο ICD που πρόκειται να γίνει, ίσως (εν. η τρανς κατάσταση) χαρακτηριστεί απλή ασυμβατότητα φύλου. Αυτό θα επιφέρει δυσκολίες καθώς δε θα αποτελεί ιατρική διαταραχή άρα δε θα δικαιολογεί δαπάνες για υποστήριξη (εν. ιατροφαρμακευτικά κλπ)”. Η κα Καραγιάννη φαινόταν να μη γνωρίζει ότι η απόφαση αυτή έχει ήδη ληφθεί από τις 25 Μαΐου 2019, κάτι που προκαλεί ανησυχία, καθώς στόχος κάθε συνεδρίου αλλά και της συγκεκριμένης στρογγυλής τράπεζας, είθισται να είναι η παρουσίαση πρόσφατων επιστημονικών δεδομένων. Αντίθετα, τα δεδομένα που αναπαρήγαγε ήταν παρωχημένα και λανθασμένα (π.χ ως προς την ασφαλιστική κάλυψη). Η ομιλία της (και οι σχετικές διαφάνειες που παρουσίασε) χαρακτηριζόταν από συχνή σύγχυση ή και αυθαίρετη συσχέτιση της ταυτότητας φύλου με το σεξουαλικό προσανατολισμό (για παράδειγμα παρουσίαζε πόσα από τα τρανς έφηβα άτομα που έχει δει έχουν “τελικά” αναπτύξει ομόφυλο ή ετερόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό, υπονοώντας ότι είναι σημαντικό να έχουμε αυτό το στοιχείο, χωρίς όμως να εξηγεί το γιατί), το misgendering (μιλούσε για ένα έφηβο τρανς αγόρι που παρακολουθούσε χρησιμοποιώντας θηλυκές αντωνυμίες, εξηγώντας ότι ήταν “κορίτσι που ήθελε να γίνει αγόρι”), έκανε κακή χρήση της βιβλιογραφίας (χρησιμοποιώντας πολύ παλιά βιβλιογραφία, ακόμη και από τις δεκαετίες του 1950 και 1960, αποσιωπώντας νεότερη ή αντίθετη με αυτά που παρουσίαζε), αλλά και γενική επίκληση σε αναφορές χωρίς να δίνει συγκεκριμένα στοιχεία, όπως π.χ ότι “το Παιδιατρικό Κολλέγιο στην Αμερική έχει πει ότι η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι ΧΧ ή ΧΨ”, σημείο στο είχαμε διάφορες ερωτήσεις: γιατί επιλέγεται αυτός ο φορέας (ένας ιδιωτικός, αμφιλεγόμενος φορέας), αντί για την επίσημα αναγνωρισμένη Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής, που βέβαια οι κεντρικές της θέσεις έρχονται σε πλήρη αντίθεση με όσα ανέφερε η ομιλήτρια; Ποια είναι η χρονολογία της αναφοράς που έκανε; Και τι εννοεί εδώ“σεξουαλικότητα”; Μήπως εννοεί φύλο, βιολογικά χαρακτηριστικά ή κάτι άλλο;
Στα θετικά της ομιλίας της η φράση “οι γονείς πρέπει να στέκονται στο παιδί τους”, που αποθαρρύνει τους γονείς από το να ασκήσουν βία, σωματική ή ψυχολογική, στα τρανς παιδιά τους, αλλά και η παραδοχή της άγνοιάς της έστω σε ένα σημείο, λέγοντας ότι “υπάρχει αμηχανία όλων μας λόγω της ανεπαρκούς γνώσης του νομικού πλαισίου”. Τόσο η ίδια, όσο και η επόμενη ομιλήτρια, κα Προκοπάκη, εστίασαν σε έρευνες που καταδεικνύουν ότι τα αγόρια και τα κορίτσια, με βάση τα βιολογικά χαρακτηριστικά του φύλου τους, επιλέγουν διαφορετικά παιχνίδια. Συγκεκριμένα είπαν ότι λόγω των βιολογικών χαρακτηριστικών τους “τα αγόρια επιλέγουν παιχνίδια με τα οποία μπορούν να κάνουν ‘προωθητικές κινήσεις’ (σπρώχνουν προς τα εμπρός, τον εαυτό τους ή αντικείμενα, π.χ αυτοκινητάκια), ενώ τα κορίτσια επιλέγουν -ξανά λόγω βιολογίας- παιχνίδια με πιο μαλακές υφές, και κινήσεις πιο απαλές” (εδώ η κα Προκοπάκη αναφέρθηκε ειδικότερα στην απαλή -και όχι προωθητική- κίνηση που κάνει κάποιος όταν κοιμίζει ένα μωρό, αναπαριστώντας τη με τα χέρια της). Δυστυχώς οι σεξιστικές αναπαραστάσεις και η υφέρπουσα κουλτούρα του βιασμού εδώ είναι εμφανείς.
Ολόκληρη η ομιλία της κας Προκοπάκη ήταν -και βάσει τίτλου- μια επίκληση στη βιολογία ως βασικό κριτήριο διαμόρφωσης χαρακτηρολογικών στοιχείων. Ενδεικτικά για παράδειγμα είπε ότι οι γυναίκες “έχουμε καλύτερη μνήμη, για αυτό προσέξτε να μην κάνετε κάτι κακό σε γυναίκα, γιατί δε θα το ξεχάσει ποτέ”. Η χρήση βιβλιογραφίας επίσης επιλεκτική, αόριστη πολλές φορές, τρομερά ελλιπής. Δυστυχώς η κακή χρήση βιβλιογραφίας, με αποσιώπηση των νεότερων επιστημονικών δεδομένων αλλά και ολόκληρων προσεγγίσεων και μελετών που καταρρίπτουν όσα παρουσιάζει μια ομιλήτρια/ομιλητής, είναι από τα πιο διαδεδομένα επιστημονικά λάθη, ακούσια ή εκούσια, που παρατηρούνται στο ελληνικό επιστημονικό πλαίσιο και όχι μόνο.
Στα επίσης επικίνδυνα σημεία της ομιλίας της ήταν η αναφορά στις ίντερσεξ ταυτότητες με τον εξής ακραία κακοποιητικό και παθολογικοποιητικό ετεροπροσδιορισμό, (αντίθετο με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ίντερσεξ οργανώσεις, το Συμβούλιο της Ευρώπης κ.α):
“Να ξέρετε ότι δε λέμε πλέον “ίντερσεξ”, αλλά DSD, δηλαδή Disorders of Sex Development (διαταραχές της ανάπτυξης του φύλου)”. Ολόκληρη η αναφορά που έκανε στις ίντερσεξ ταυτότητες ήταν ακραία παθολογιοποιητική και παραβιαστική, δείχνοντας φωτογραφίες εξωτερικών γεννητικών οργάνων ίντερσεξ ατόμων, ενώ απευθυνόταν σε ειδικούς ψυχικής υγείας, εξυπηρετώντας μόνο την ικανοποίηση μιας περιέργειας, αλλά χωρίς καμία ουσιαστική χρηστικότητα ή επιστημονικά δεοντολογικό σκοπό. Σε σχέση με την ταυτότητα φύλου, η κα Προκοπάκη, αντίθετα με την προηγούμενη ομιλήτρια, ανέφερε την αλλαγή που έχει επισυμβεί στο ICD-11, λέγοντας όμως ότι “οι ονομασίες δεν έχουν και τόση σημασία” (υποβαθμίζοντας την τεράστια αλλαγή από την ψυχιατρική παθολογιοποίηση στην απλή “ασυμφωνία φύλου”) και χρησιμποιώντας ακόμα με κλινικό τρόπο τον όρο “δυσφορία”, αλλά και 1-2 φορές τον όρο “διαταραχή ταυτότητας φύλου”. Τόνισε δε ότι ο όρος “φυλομετάβαση” έχει αντικαταστήσει τον όρο “αλλαγή φύλου”, λέγοντας όμως -σε ευθεία αντίθεση με κάθε διεθνή οργανισμό που σέβεται τον αυτοπροσδιορισμό- ότι “δεν υπάρχει φυλομετάβαση, το φύλο είναι κάτι πολύ βαθύ και βιολογικό”. Ταυτόχρονα, παρέλειπε οποιαδήποτε αναφορά στις συζητήσεις εντός της επιστημονικής κοινότητας σε σχέση με το πώς δομείται το φύλο, δημιουργώντας λανθασμένη εντύπωση για τα επιστημονικά στοιχεία.
Ιδιαίτερα ανησυχητική εντύπωση άφησε η παρουσία στο πάνελ και η ομιλία του κ. Σπηλιάδη, ψυχολόγου και ψυχοθεραπευτή στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Μ. Βρετανίας, στην κλινική για ζητήματα ταυτότητας φύλου (Tavistock/GIDS). Δεν έκανε καμία αναφορά σε πρόσφατες έρευνες και βιβλιογραφία, όπως δεν έκανε και καμία αναφορά στους τρόπους με τους οποίους το στίγμα και οι διακρίσεις αποτελούν σημαντικό παράγοντα επικινδυνότητας για την ψυχική υγεία των τρανς ατόμων. Αντίθετα συνέχισε σε μία κλινική τροχιά, σαφώς λιγότερο ακραία από των προηγούμενων, αλλά επίσης προβληματική. Το κέντρο GIDS στη Μ. Βρετανία, αν και σε σχέση π.χ με την Ελλάδα αποτελεί πιο συμπεριληπτικό και ασφαλές πλαίσιο, παρ’ όλα αυτά δεν ακολουθεί επιβεβαιωτική (affirmative) προσέγγιση, όπως προτείνουν οι μεγαλύτεροι διεθνείς φορείς ψυχικής υγείας με έδρα την Αμερική, και δε δεσμεύεται με όλες τις προτεινόμενες αρχές του WPATH (Παγκόσμιος Οργανισμός Επαγγελματιών για την Υγεία των Τρανς ατόμων). Όσες-οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας εξειδικευόμαστε σε ζητήματα ταυτότητας φύλου, γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα σε αυτές τις υπηρεσίες της Μ. Βρετανίας και τις αντίστοιχες της Αμερικής. Οι δεύτερες άλλωστε, που ακολουθούν το επιβεβαιωτικό μοντέλο, σεβόμενες απόλυτα τον αυτοπροσδιορισμό αλλά και τη διερεύνηση φύλου κάθε ατόμου σε κάθε ηλικία, είναι αυτές που προτείνουν διεθνώς τα τρανς άτομα και οι οργανώσεις ως ασφαλέστερες και πιο συμπεριληπτικές.
Ακόμα και έτσι, αυτό το χάσμα και η διάσταση απόψεων δε δικαιολογεί την -εκ μέρους του ομιλητή- απουσία κάθε είδους κριτικής σε όσα ακραία είχαν ακουστεί προηγουμένως και την υπογράμμιση, με τη στάση του και τη συνέχιση της ομιλίας του σε κλινικούς τόνους, μιας προσέγγισης παθολογικοποιητικής αλλά και αντίθετης με τα νέα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Η -φαινομενικά ουδέτερη- παρουσία του εκεί, ως επαγγελματίας της υπηρεσίας για τρανς παιδιά και έφηβα άτομα του εθνικού συστήματος υγείας της Μ. Βρετανίας, χωρίς κριτική και αναστοχασμό για το ελληνικό δημόσιο σύστημα ψυχικής υγείας και τις υπηρεσίες σε τρανς ανήλικα άτομα, φάνηκε να εξομοιώνει τα δύο μοντέλα και δυστυχώς να επισφραγίζει την υποτιθέμενη επιστημονικότητα και ορθή πρακτική των εδώ παιδοψυχιάτρων.
Η τελευταία ομιλία ήταν αφιερωμένη στις Διαταραχές του Αυτιστικού Φάσματος και την Ταυτότητα Φύλου, διερευνώντας αυτό που -ξανά σε παθολογικοποιητικούς, κακοποιητικούς όρους- ονομαζόταν παλαιότερα “συννοσηρότητα”- δηλαδή της ταυτόχρονης εμφάνισης αυτισμού και τρανς ταυτότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η σύνδεση αυτών των δύο είναι εγγενώς προβληματική καθώς παραπέμπει στον συσχετισμό δύο καταστάσεων που θεωρούνται “παθολογικές”. Το προβληματικό κομμάτι της ομιλίας αυτής είναι ξεκάθαρο. Συντελεί σε μια παθολογιοποίηση και εστιάζει σε λάθος σημείο: στην αναγνώριση παθολογίας και όχι στη βελτίωση των υπηρεσιών. Τέτοιου είδους προσεγγίσεις, δημιουργούν συνεχώς περισσότερα εμπόδια στην πρόσβαση και τη συμπερίληψη των τρανς ατόμων στην ψυχική υγεία και απομακρύνονται από τον πρωταρχικό και κυρίαρχο στόχο.
Ολόκληρη η στρογγυλή τράπεζα ήταν ένα παράδειγμα προβληματικής προσέγγισης, με ακραία παθολογιοποίηση, αναπαραγωγή στερεοτύπων, σεξισμού και τρανσφοβίας, και απομάκρυνση από το σκοπό, όπως αυτός έχει καταγραφεί από τους διεθνείς οργανισμούς: αδιαπραγμάτευτη αποπαθολογιοποίηση, συμπεριληπτικές υπηρεσίες, αναγνώριση και καταπολέμηση διακρίσεων και περιθωριοποίησης, κοινοτική προσέγγιση, επιμόρφωση επαγγελματιών, ενδυνάμωση, απόλυτος σεβασμός στον αυτοπροσδιορισμό.
Στο τέλος των ομιλιών, στη συζήτηση με το κοινό, ζητήσαμε το λόγο δύο φορές. Την πρώτη φορά προηγήθηκε τοποθέτηση άλλης παιδοψυχιάτρου, και αφού μίλησαν 1-2 άτομα ακόμα και ξαναζητήσαμε το λόγο, η Κα Προκοπάκη έκλεισε τη συζήτηση ενώ κρατούσαμε το μικρόφωνο, λέγοντας πως δεν υπάρχει άλλος χρόνος για ερωτήσεις-τοποθετήσεις. Θεωρούμε ότι τα ζητήματα που θα θέταμε, η αναφορά σε νεότερα και εγκυρότερα επιστημονικά δεδομένα και η υπογράμμιση της αποπαθολογιοποίησης και των ανθρώπινων δικαιωμάτων θα υπογράμμιζαν τις ελλείψεις και την κακοποιητική ατμόσφαιρα της στρογγυλής τράπεζας και θα προβλημάτιζαν για τη σκοπιμότητά της, κάτι που η συντονίστρια της τράπεζας γνώριζε ότι θα συμβεί από παλαιότερους δημόσιους διαλόγους μας.
Υπογραμμίζουμε ότι θεωρούμε απαραίτητο τον ανοιχτό και δημόσιο διάλογο για ζητήματα που άπτονται της δεοντολογικής επιστημονικής πρακτικής, των επιστημονικών δεδομένων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν οι προσκεκλημένοι ομιλητές φαίνεται να μην είναι εξοικειωμένοι με τις πρόσφατες εξελίξεις στο επιστημονικό πεδίο, παραθέτοντας επιλεκτικά βιβλιογραφικές αναφορές και έρευνες, και αφήνοντας τους συναδέλφους, που παρακολουθούν τα συνέδρια για να επιμορφωθούν, με ανεπαρκείς και παρωχημένες, και κατά συνέπεια επικίνδυνες πληροφορίες.
Πριν φύγουμε, μας πλησίασε ένα άτομο που εικάζουμε ότι μας ήξερε από κάποια άλλη παρουσία ή εκπαιδευτική δράση μας και χωρίς να συστηθεί μας άφησε ένα χαρτάκι φεύγοντας βιαστικά. Ανοίγοντάς το είδαμε ένα χειρόγραφο σχέδιο με τη φράση “Support our trans brothers and sisters”. Για εμάς, αυτό το μήνυμα αναδεικνύει την απογοήτευση και την αίσθηση απειλής που νιώθουν τα άτομα μπροστά σε “αυθεντίες” που επιμένουν στην παθολογιοποίηση, παρά τις διεθνείς εξελίξεις και το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο εν λόγω στρογγυλό τραπέζι παρουσιάστηκε ξανά μία “επιστήμη” παραβιαστική, εξουσιαστική και πανοπτική (και εν τέλει, αντιεπιστημονική), στην οποία επιλέγουμε σταθερά να αντιτιθόμαστε και ενάντια της οποίας θεωρούμε δεοντολογική υποχρέωση και προσωπική στάση μας το να παίρνουμε δημόσια θέση.