Η έννοια του ντουέτου πάντα μου δημιουργεί μια βαθύτερη καλλιτεχνική περιέργεια. Πώς δύο άνθρωποι, με διαφορετικές ιστορίες και τις αντίστοιχες διαμορφώσεις προσωπικών φιλοδοξιών, μετέχουν από κοινού σε ένα μοίρασμα, που έχει τελικό σκοπό την ένωση.
Όχι την ταύτιση ή την καθ’ ομοίωση παρουσίαση, αλλά την ένωση. Έννοια αυστηρή στη σύσταση, καθώς εμπεριέχει μια γραμμή κοινής αισθητικής, κοινού στόχου, κοινής οπτικής και κυρίως κοινού συναισθηματικού κόσμου. Εγχείρημα με πολλαπλές επαναλήψεις και αμφίβολο, στις περισσότερες, αποτέλεσμα ή ακόμη χειρότερα, σκοπό.
Όσο λεπτή, όμως, κι αν είναι αυτή η γραμμή, με άλλη τόση λεπτότητα την ακουμπούν η Ελευθερία Αρβανιτάκη και ο Γιάννης Κότσιρας που φέτος πραγματώνουν την πιο επιτυχημένη εκδοχή της. Ντουέτο με ψυχική καταβολή στο duende- αυτό θα πει αλήθεια!
Μια συγκινητική επανένωση ύστερα από 24 χρόνια που βρέθηκαν για πρώτη φόρα, λαμβάνει χώρα τα Σάββατα στη σκηνή της Ακτής Πειραιώς και το παρελθόν μετατρέπεται μπροστά στα μάτια σου σε παρόν. Με μια νιότη να τους συντροφεύει εντός και το εκτόπισμα της ωριμότητας να λειτουργεί ως φίλτρο, κάνουν μια ουσιώδη ανταλλαγή περνώντας σε, με μια διάθεση διαβάθμισης, απ’ όλο το φάσμα των συναισθηματικών υφών. Εκεί που η “Μεγάλη Αποκάλυψη” μπλέκεται με το “Μένω εκτός” και το “Δυνατά δυνατά” με το “Λέει λέει” κι εκεί που αναμένει η λαϊκή ρίζα να εμφανιστεί στο δεύτερο μέρος και να συνταιριάξει το “Κόκκινο φουστάνι” με το “Ένα βράδυ που ‘βρεχε”.
Κι όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, δεν είναι οι φωνές που σε μαγεύουν, όσο μαγικές κι αν είναι. Είναι η ενέργεια, η διάθεση, ο τρόπος με τον οποίο “δένουν” και “δένονται”, ο βαθύς σεβασμός που εκπηγάζει και φέρνει στη σκηνή ένα αμοιβαίο “ευχαριστώ”, που ακόμη κι αν έχει διαφορετική αιτία για τον καθένα, κινεί το πιο εσωτερικό ευγενές αίσθημα του κοινού. Κι έτσι κι εκείνο συμμετέχει σε μια διαδικασία, που ενώ ξεκινά ως εσωτερική, αποφεύγει την εσωστρέφεια και κερδίζει την εξωστρέφεια με το σπαθί της. Σε αυτή την εξωστρέφεια πρόσθεσε και τη γενναιδωρία που τους επιτρέπει να δίνουν χώρο σε νέους καλλιτέχνες και να έχουν στο πλάι τους τη Βίκυ Καρατζόγλου και τον Παναγιώτη Λάμπουρα, οι οποίοι με τη σειρά τους αποδεικνύουν έμπρακτα την αιτία της παρουσίας του σε μια σκηνή με τέτοιο καλλιτεχνικό “εμβαδόν”.
Σε μια βραδιά που ντύνει με την ίδια αξιοπρέπεια τα δακρυσμένα μάτια και το τσιφτετέλι, τα οξύμωρα μετατρέπονται σε αλήθειες και τραγουδιούνται.
Κι έτσι για ένα βράδυ ζεις “για πάντα”…
Βίκυ Αναγνωστοπούλου – Βεατρίκη Ψυχάρη