Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, το φαινόμενο του ρατσισμού φαίνεται να συνδέεται με περιπτώσεις χαμηλής νοητικής ικανότητας.
Τα ευρήματα που προέρχονται από πολυάριθμες δειγματοληψίες υποδεικνύουν καθαρά ότι ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία είναι πιθανότερο να εκδηλωθούν εντονότερα σε άτομα περιορισμένης γνωστικής και κοινωνικής αντίληψης.
Παρά το σημαντικό ρόλο που παίζουν στις διαπροσωπικές σχέσεις, οι γνωστικές ικανότητες έχουν αγνοηθεί σε μεγάλο βαθμό, κυρίως σε θέματα που αφορούν στην εξήγηση φαινομένων όπως αυτό του ρατσισμού και της προκατάληψης.
Με τον όρο γνωστική ικανότητα εννοούμε το βαθμό αντίληψης ενός ατόμου, τη συμμετοχή του και τη δράση του στις εκάστοτε ομάδες κοινωνικοποίησης κτλ.
Το συμπέρασμα αυτό βασίζεται ουσιαστικά σε δύο μεγάλες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στην Μ. Βρετανία και στις Η.Π.Α.
Σύμφωνα με το αποτέλεσμα των ερευνών αυτών, τα περισσότερα άτομα που συμμετείχαν στην δειγματοληψία και εκδήλωσαν, μετά την ενηλικίωση τους, ρατσιστικές συμπεριφορές, ήταν αυτά που κατείχαν χαμηλότερο γενικό δείκτη νοημοσύνης σε σχέση με τους άλλους συμμετέχοντες.
Η ανθρώπινη νοημοσύνη είναι αυτή που επιτρέπει ένα άτομο να αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητα μια κοινωνίας, να την αποδέχεται και τελικά να αλληλεπιδρά αρμονικά μέσα σε αυτήν.
Η έρευνα βασίζεται ακριβώς σε αυτό. Ένα άτομο με χαμηλότερη νοημοσύνη δυσκολεύεται να αντιληφθεί αυτήν την κοινωνική πολυπλοκότητα και για αυτό εντάσσεται σε συντηρητικές ομάδες, εκφράζοντας ρατσιστικού τύπου συμπεριφορές.