Ο “τύπος με το τόνικ” ή πώς να σταματήσεις να παίζεις τέτρις

27/02/2022

προσοχή: ακολουθεί μια μικρή ιστορία που μπορεί να κρατήσει από 3 λεπτά ως και ένα δίωρο άσκοπο σερφάρισμα στο ίντερνετ- it’s up to you! 

Ο τύπος με το καπέλο Indiana Jones δεν είναι από τους πιο τακτικούς μας πελάτες.

Είναι όμως με διαφορά, από τους πιο σταθερούς στις επιλογές του.

Πίνει πάντα τόνικ. Κάθεται πάντα στο αίθριο του καφέ και φοράει, βρέξει- χιονίσει, το ίδιο σκούρο κοτλέ σακάκι, μπεζ καλοσιδερωμένο παντελόνι και το καπέλο του περιηγητή. Θα έρθει δύο φορές την εβδομάδα- το πολύ τρεις- και ακόμα και ο διάλογος που θα ανταλλάξουμε θα είναι χωρίς παρέκκλιση ο παρακάτω:

“Γεια σας!”, του λέω εγώ– 

“Ένα τόνικ παρακαλώ”, μου λέει εκείνος

θα πάω ως το ψυγείο, θα επιστρέψω και

“Ορίστε”, του λέω εγώ

θα αφήσω εμπρός του το τόνικ, ένα ποτήρι με πάγο και μια φέτα λεμόνι-

“Ευχαριστώ”, μου απαντάει εκείνος-

“2,50 ευρώ, παρακαλώ” του ζητάω εγώ

“Ορίστε”, λέει μέσα από τα δόντια του

θα μου τα δώσει- τα έχει πάντα ακριβώς και

θα με κοιτάξει κατάματα– θέλει, νιώθω, να σιγουρευτεί πως οι σωστοί κώδικες καλής συμπεριφοράς κατεγράφησαν ταυτόχρονα κι από τους δυο μας-

“Καλή απόλαυση” του λέω και τελικά

θα σηκώσει ό,τι του άφησα στον πάγκο εμπρός του και θα απομακρυνθεί προς το αίθριο του καφέ.

Ο “τύπος με το τόνικ”, όπως τον αποκαλούμε μεταξύ μας οι συνάδελφοι, έχει αυτή την εγγενή επιθυμία να είναι χρήσιμος. Συνοπτικός, απλός στις επιθυμίες του και ως εκ τούτου ικανός να τον “εξαφανίσεις” γρήγορα. Είναι από τους πελάτες που χαίρεσαι να έχεις. Ή καλύτερα.. ΗΤΑΝ από τους πελάτες που χαίρεσαι να έχεις. Ήταν, έως ότου συνέβη εκείνο το περιστατικό που με έκανε να χάσω κάθε χαρά.

Δεν έφταιγε μόνο το ότι εκείνος ήταν Βέλγος κι εγώ Ελληνίδα.

Το ότι εκείνος ήταν συνηθισμένος να μιλάει με αρχή- μέση και τέλος. Να κάνει εισαγωγή στο θέμα του και να δίνει επίλογο πριν εξαφανιστεί. Αλλά και να “ανακοινώνει” την αποχώρησή του. Ο καθιερωμένος μας διάλογος, για εκείνον, ήταν μια ολοκληρωμένη επικοινωνία ισοδύναμη με την αίσθηση κοινωνικοποίησης ενός ολόκληρου πρωινού. Κάτι που σε εμένα φαινόταν τυπικό και αχρείαστο, ίσως και στα όρια του αγενές, για εκείνον ήταν μια βαθιά κίνηση για ουσιαστική επαφή.

Αλλά ας πιάσω την ιστορία από την αρχή

Τις ώρες αιχμής, η ουρά που σχηματίζουν τα ανθρώπινα σώματα μπροστά από το μπαρ του καφέ, φαντάζει στα στρεσαρισμένα μου μάτια, ως μια πολύωρη παρτίδα τέτρις. Όσο πιο γρήγορα καλούμαι να δουλέψω, τόσο πιο απόλυτη γίνεται αυτή η φαντασίωση. Σταματώ να βλέπω ανθρώπινα σώματα και στη θέση τους βλέπω μόνο τουβλάκια. Παραγγελίες, χαρτάκια και σώματα που πρέπει να τα ταιριάζω γρήγορα, με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να εξαφανιστούν από την οθόνη μου και από το μπαρ μου.

Θα κερδίσω αν τα “εξαφανίσω” όλα γρήγορα. Και αν το αφεντικό μου κι εγώ, κρίνουμε την προσπάθειά μου αυτή αξιέπαινη.

Τέτοιες στιγμές υψηλής απόδοσης, πελάτες όπως ο τύπος με το τόνικ, μου θυμίζουν το τουβλάκι σε σχήμα “T” (το Τ-Block) στο παιχνίδι Τέτρις. Όποια έχει παίξει τέτρις, γνωρίζει πως το Τ-Block είναι το πιο χρήσιμο τουβλάκι σε ολόκληρο το παιχνίδι. Αν υπάρχει κενό, μπορεί να το γεφυρώσει. Εάν πρέπει να τετραγωνίσεις μια άκρη, το T Block μπορεί να το κάνει αυτό για εσένα. Εάν χρειάζεσαι να δημιουργήσεις επιφάνειες όπου θα κουμπώσουν τέλεια τα “παράξενα” τετραγωνάκια Z και S, το T Block είναι το αστέρι της παράστασης. Μπορείς ακόμη και να περιστρέψεις ένα T Block σε χώρους που θα ήταν αδύνατο να φτάσουν άλλα τουβλάκια- μια τεχνική γνωστή και ως ο επώνυμος ελιγμός «T-Spin».

Με τον καιρό, και όσο πιο πολύ παίζεις τέτρις, τόσο πιο κοντά φτάνεις στο σημείο εκείνο που έφτασα κι εγώ με τον “τύπο με το τόνικ“.

“The most underrated block in the game, the T can do anything you ask of it. Its rotational abilities give it a flexibility that the other pieces just can’t compete with and it rarely lets the side down. Other blocks want to be it, or sleep with it, or both.” Marc McLaren, Every Tetris block – reviewed, stuff.com

Τη μέρα που έγινε το περιστατικό, δεν το κατάλαβα αμέσως.

Η ουρά από κόσμο είχε φτάσει στο απέναντι τετράγωνο κι εγώ ήμουν ήδη στο τρίωρο να “εξαφανίζω τουβλάκια”. Τα ξεπέταγα με μεγάλη επιτυχία. Ήμουν σε αυτό που λέμε “flow”. Θυμάμαι πως τον είδα σε ένα από τα σκαναρίσματα που έκανα τακτικά στην ουρά, σηκώνοντας τα μάτια μου τόσο- όσο, με σκοπό να υπολογίσω τη δράση και το μέλλον. Τρίτος από την αρχή και με το γνωστό καπελάκι του, ευθυτενής και έτοιμος να εξαφανιστεί, ο “τύπος με το τόνικ”.

Γυρίζω προς το ψυγείο με τις κόκα κόλες και τα τόνικ και για οικονομία κινήσεων μαζί με δυο κόκα κόλες που χρειαζόμουν για τον πρώτο στην σειρά, τσιμπάω και το τόνικ του “Τ Block”. Ετοιμάζω και το ποτήρι με το λεμονάκι και ενόσω ο συνάδελφος παραδίδει το δίσκο με την παραγγελία του πρώτου, τον προσπερνάω σαν καλοκαιρινό αεράκι με το τόνικ στα χέρια, έτοιμη να εξαφανίσω τρία τουβλάκια στη σειρά. Είχα όσο χρόνο χρειαζόμουν για να αφήσω το τόνικ και να πάρω τα κέρματα, έως ότου ο συνάδελφος ολοκληρώσει με τον πρώτο στη σειρά και αρχίσει να παίρνει την παραγγελία του δεύτερου.

Έτσι και έγινε.

Στη βιασύνη μου όμως δεν συνειδητοποίησα, πως έλειπε κάτι. Κάτι που για τον “Τ Block” ήταν άκρως απαραίτητο, κι αυτό δεν ήταν άλλο από τον καθιερωμένο μας διάλογο! Αντί για το χιλιοπαιγμένο, Εγώ: “Γεια σας”, Εκείνος: “Ένα τόνικ, παρακαλώ”, και τα λοιπά, το πετσόκοψα στο Εγώ: “Γεια σας, το τόνικ σας”, Εκείνος: Αφηρημένο άπλωμα του χεριού με τα κέρματα- αμήχανο κοίταγμα στα μάτια και σιωπή , Εγώ: “Ευχαριστώ , καλή απόλαυση” και οπισθοχώρηση. Πίσω από τη μπάρα, το χαρτάκι με την παραγγελία του δεύτερου μόλις τυπωνόταν.

Τέλειο timing!

Επιτάχυνα τις κινήσεις μου κι άλλο. Μηχανικές, αλλά εμπνευσμένες και εκτελεσμένες στην εντέλεια. Μου επέτρεπαν να κινούμαι με χάρη ανάμεσα σε σώματα συναδέλφων που ανεφοδίαζαν το μπαρ, να ανοίγω μπουκάλια σαμπάνιας σαν να ήταν ο φελλός συνέχεια του δαχτύλου μου και να ζυγίζω υγρά και δόσεις με το μάτι.

Εγώ στο flow μου, έχω ξεπετάξει δύο χαρτάκια ακόμα, όταν με την άκρη του ματιού μου αντιλαμβάνομαι έναν από τους σερβιτόρους να ακουμπάει μπροστά στον “T Block” ακόμα ένα τόνικ και ακόμα ένα ποτήρι με λεμονάκι, δίπλα ακριβώς σε εκείνα που του άφησα εγώ πριν λίγα λεπτά. Ο τύπος δεν είχε κουνηθεί καθόλου από τη θέση του. Τα τουβλάκια από πίσω του, απλά τον προσπέρασαν, προφανώς όταν είδαν πως η παραγγελία του ολοκληρώθηκε κι εκείνος απλά στεκόταν σαν να είχε ξεχάσει κάτι.

Το flow μου διαλύθηκε.

Είχα κάνει λάθος στην παραγγελία; Ήταν μήπως λερωμένο το ποτήρι ή σπασμένο το μπουκάλι; Δε γινόταν να σταθώ όσο ήθελα με την απορία μου, γι’ αυτό και με την πρώτη ευκαιρία θέλησα να ξεκαθαρίσω το συμβάν. Τι συνέβη και τα τουβλάκια μου δεν μετακινήθηκαν όπως τα υπολόγιζα; Η απόφασή μου να βγω πίσω από το μπαρ για να σερβίρω τον “T Block” ήταν υψίστης σημασίας. Και έγινε για να κερδίσω πόντους (στα μάτια του αφεντικού και των συναδέλφων), όχι για να χρειαστεί να ξεκινήσω νέα παρτίδα από το μηδέν!

Έκανα νόημα στο σερβιτόρο, και τον ρώτησα στα ίσια.

Μου είπε πως ο “τύπος με το τόνικ” του ζήτησε ένα τόνικ και του είπε πως είχε ήδη πληρώσει, αλλά δεν του το έδωσε κανείς. Η απορία μου δε διαλύθηκε,αλλά η συγκέντρωσή μου επανήλθε. Όταν η ουρά μίκρυνε ικανοποιητικά, μπόρεσα να βγω και πάλι πίσω από την μπάρα. Αυτή τη φορά όχι σαν καλοκαιρινό αεράκι, αλλά σαν κινούμενος βάλτος. Μια λάσπη με πόδια. Σε αργή κίνηση, μάζεψα το ποτηράκι με το λεμόνι και το γεμάτο τόνικ από το σημείο που τα είχα τοποθετήσει νωρίτερα και επέστρεψα στο πόστο μου παρέα με ένα υπερεμεγέθες “τι στον κόρακα” να με ακολουθεί.

Τον επόμενο καιρό έκανα προσωπική μου υπόθεση την εξυπηρέτηση του “T Block– Ιντιάνα Τζόουνς- τύπου με το τόνικ”.

Δεν άφηνα κανέναν συνάδελφο να τον πλησιάσει. Ήθελα να δω αν κάτι δε του άρεσε σε εμένα ή αν είχα κάνει κάτι που τον πρόσβαλε. Στην αρχή, δοκίμασα να τον υποδέχομαι στην ουρά με το τόνικ ανά χείρας και απέφευγα τον καθιερωμένο μακροσκελή διάλογο.

Παρατήρησα πως μετά το αμήχανο άπλωμα του χεριού του με τα κέρματα, την αμήχανη σιωπή του και το δικό μου χαμογελαστό “καλή απόλαυση”, χρειαζόταν να παραμείνω στη θέση μου έως ότου σηκώσει το τόνικ και το ποτήρι με το λεμονάκι που του άφηνα εμπρός του. Μου φαινόταν σαν να χρειαζόταν αυτό το χρόνο για να καταγράψει την πληροφορία που του πρόσφερα. Μια πληροφορία αναπάντεχη;

Αυτή η χωρίς λόγια επικοινωνία έμοιαζε με μονομαχία.

Κάποιος από τους δυο μας θα λύγιζε. Είτε θα ήμουν εγώ και αυτό θα σήμαινε πως θα έπρεπε να επαναφέρω τον καθιερωμένο διάλογο και ρυθμό της επαφής μας, είτε θα ήταν εκείνος, και θα δεχόταν την κακή μου εξυπηρέτηση. Στο τέλος ήταν πάντα εκείνος που λύγιζε. Αλλά δεν έπαιρνα καμία ικανοποίηση από τη διαδικασία. Δε χαιρόμουν με τις νίκες μου. Τουναντίον. Ο “T Block” με βασάνιζε. Με έκανε να νιώθω ο χειρότερος άνθρωπος του πλανήτη. Είχα φτάσει στο σημείο να σιχαίνομαι τον εαυτό μου, αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω και κυρίως δεν ήμουν σε θέση να καταλάβω γιατί.

Είχα παγιώσει μια κατάσταση αγενούς λογοκρισίας σε έναν άνθρωπο που το μόνο που ήθελε ήταν ένα τόνικ. Δεν ήθελε μόνο να το πιει. Είχε ανάγκη και να το πει. Να το ζητήσει με λόγια και όχι με νοήματα. Κι εγώ αυτή του την ανάγκη/ το δικαίωμα, του τα καταπάτησα. Και μαζί σκότωσα και τον εσωτερικό του ρυθμό, την αίσθηση του χρόνου υπολογισμένη σε ξεχωριστά κομμάτια κινήσεων- όλα ορατά.

Έχω να δω τον τύπο με το τόνικ ενάμιση μήνα.

Τον θυμήθηκα τώρα που κρατώ στα χέρια μου το δεύτερο χαρτί από τη γιατρό. Ακόμα τρεις εβδομάδες που δε θα χρειαστεί να πάω στο καφέ. Επίσημη αιτιολογία: burn out. Υπερκόπωση σε αθώα ελληνικά.

Τώρα που δεν είμαι σε flow και που το κεφάλι μου έχει χώρο για εμένα, τον σκέφτηκα. Το καπέλο του, τον ρυθμό του, εκείνον τον καθιερωμένο μας διάλογο σε αθώο ριπίτ. Πόσο με εκνεύριζε. Και κυρίως πόσο αναστάτωνε ολόκληρο το είναι μου. Σε σημείο που τώρα να με έχει πιάσει να τρέμω. Με κάθε δόνηση απελευθερώνεται λίγη από την ένταση που αποθήκευα μήνες (;) χρόνια (;). Όχι δε θα θελα να είναι αποτέλεσμα ετών αυτό που τώρα περνάω. Δε θα ήθελα να είναι.

Δυο βήματα έχω κάνει όλα κι όλα έξω από το ιατρείο. Καθυστερώ, όσο το σώμα μου θυμάται εκείνους τους ελιγμούς του, πίσω από τη μπάρα. Πως απέφευγε σώματα συναδέλφων, ιπτάμενα ποτήρια και συγκρούσεις μετωπικές. Και πως δεν ήταν ακριβώς σώμα, αλλά κάτι που έπρεπε να ρυθμιστεί, να ρυθμίσει και να είναι αποδοτικό. Αν ήταν ο τύπος με το τόνικ τουβλάκι, τότε ήμασταν όλοι μας. Σίγουρα ήμουν κι εγώ.

Η γιατρός αυτή τη φορά, μαζί με το σημείωμα ασθένειας για τον εργοδότη μου, μου έδωσε και ένα δεύτερο χαρτί. Επάνω του έχει γράψει τα στάδια της αποθεραπείας μου. Προφανώς βρίσκομαι στο δεύτερο στάδιο. Εκείνο το οποίο έχει ονομάσει “Ανα-στοχασμό”. Κάτω από τον τίτλο, έχει συμπεριλάβει και δύο κατευθυντήριες ερωτήσεις: “Ποια είναι τα προβλήματα στη δουλειά μου;” και “Τι με αρρώστησε;”.

Από που να αρχίσω;

Ο “τύπος με το τόνικ” στέκει δίπλα μου, έξω από το ιατρείο. Φοράει το καπέλο του και μου ψιθυρίζει έναν καθιερωμένο μονόλογο ολοδικό μου: “Θα κερδίσω αν τα “εξαφανίσω” όλα γρήγορα. Και αν το αφεντικό μου κι εγώ, κρίνουμε την προσπάθειά μου αυτή αξιέπαινη.

Δε θέλω να αναστοχαστώ. Θέλω να αρπάξω αυτό το καπέλο του “Τ Block” και να πηδήξω από αυτόν τον πατριαρχικό πλανήτη, προς μια ελεύθερη περιηγητική πτώση!

The End

Χριστίνα Τριχά

Αρνούμαι να καταλήξω σε συμπεράσματα, κι αν πέφτω στην παγίδα τους είναι που καμιά φορά δε τα προλαβαίνω. Δεν έχω και απόψεις, γιατί προϋποθέτουν μία μόνο πλευρά και από εδώ που είμαι δε την βλέπω. Όταν συναντώ ειδικούς χρησιμοποιώ εφαρμογές μετάφρασης και όταν συστήνομαι, ξεχνώ ποια είμαι. Αν και εσείς βγάζετε συμπεράσματα κατά λάθος, μπορείτε να μου τα στείλετε στο [email protected]




Δες και αυτό!